Με το Κεφάλι Ψηλά
Σκληρή ταινία ενηλικίωσης από τη σκηνοθέτιδα και ηθοποιό Emmanuelle Bercot, που αποτέλεσε την ταινία έναρξης του τελευταίου φεστιβάλ των Κανών.
Έχοντας εγκαταλειφθεί από τη μητέρα του σε ηλικία 6 ετών, ο Μαλονί βρίσκεται διαρκώς στα δικαστήρια ανηλίκων. Η Φλοράνς, δικαστικός ανηλίκων που πλησιάζει στη συνταξιοδότηση και ο Γιαν, σύμβουλος ανηλίκων που και ο ίδιος πέρασε δύσκολη παιδική ηλικία, αναλαμβάνουν την επιτήρηση του σε μια κοινή προσπάθεια να τον σώσουν.
Ο τραχύς ρεαλισμός στην αρχή του φιλμ κυριολεκτικά δεν σε αφήνει να πάρεις ανάσα. Θα πρέπει να περάσει η πρώτη μισή ώρα και να ηρεμήσει κάπως ο έξαλλος Μαλονί (ένα αγρίμι που δεν μπορεί κανείς να το δαμάσει), για να κατεβάσει λίγο την ένταση της δράσης η Emmanuelle Bercot. Ενδεικτικά αναφέρουμε την πρώτη επίσκεψη του ήρωα στη δικαστίνα που υποδύεται η Catherine Deneuve, όπου λίγο πριν συναντηθούν εξαφανίζεται κάθε αιχμηρό αντικείμενο από το γραφείο της, το οποίο μπορεί να προκαλέσει ζημιά. Φυσικά όλη η επόμενη σκηνή αποτελεί την αποκάλυψη της οργής του Μαλονί που εντείνουν την αίσθηση μιας ασφυξιογόνας πραγματικότητας που δεν φαίνεται σε καμιά περίπτωση να έχει αίσιο τέλος.
Ο στόχος της σκηνοθέτιδος του «Clement» είναι διττός. Από την μια αναλύει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν καθημερινά οι δημόσιοι λειτουργοί (δικαστές και σύμβουλοι) οι οποίοι βρίσκονται στα νευραλγικά πόστα της επιμέλειας «απροσάρμοστων» παιδιών και από την άλλη επιχειρεί να καταγράψει τη ψυχοσύνθεση αυτών των παιδιών που μπορούν από τη μια στιγμή στην άλλη να βρεθούν σε μια δύσκολη φάση και να χάσουν την ευκαιρία της «φυσιολογικής» ενσωμάτωσης τους στην κοινωνία.
Δύσκολο το θέμα που επιλέγει να διαχειριστεί η Bercot αλλά σε γενικές γραμμές καταφέρνει να περάσει με ουσιαστικό τρόπο τις απόψεις της ακόμη κι αν δεν συμφωνείς 100% μαζί τους. Το δικαίωμα στην εκπαίδευση είναι αναφαίρετο και αναγκαίο για κάθε παιδί, καθώς και η συνεχόμενη προσπάθεια όλων των φορέων προς την κατεύθυνση αυτή. Ακόμη κι όταν η συμπεριφορά του Μαλονί χειροτερεύει (μια συναρπαστική ερμηνεία από το νεαρό Rod Paradot) κι οδηγείται σε ένα αυστηρότερο εκπαιδευτικό κέντρο, η σκηνοθέτιδα δεν χάνει την αισιοδοξία και τη ψυχραιμία της. Από κει και πέρα όμως, η ιστορία ξεφεύγει σε προβλέψιμα και κάπως αφελή μονοπάτια, ενώ ένας αχρείαστος διδακτισμός διαδέχεται το υπαρξιακό δράμα που δεσπόζει στο πρώτο μέρος.
Επιπλέον πολλές λεπτομέρειες που αφορούν στην λειτουργία του γαλλικού κράτους-πρόνοια φαντάζουν μάλλον υπερβολικά αγιοποιημένες και ιδεατές. Είναι όμως μια ταινία που κερδίζει εν τέλει το στοίχημα που βάζει καθώς παραμένει ψύχραιμη στα βασικά κοινωνιολογικά θέματα που θίγει, διαθέτει αυθεντική συγκίνηση και δεν διστάζει να γίνει αιχμηρή όταν οι περιστάσεις το απαιτούν.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης