Τα έργα που παρουσιάζονται στην έκθεση αυτή καλύπτουν τη διαδρομή του καλλιτέχνη στη ζωγραφική από το 1972 έως το 2012. Πρόκειται για τις ενότητες Ανατολικό Αιγαίο, Μεταλλικές νεκρές φύσεις, Αιγαίο, Τοπία της σκουριάς, Θεσσαλική γη, Υδατογραφίες, Scrap και Δείγμα γραφής.
Η Κατερίνα Κοσκινά στο κείμενό της «Μυστικά τοπία» (2002), το οποίο αναδημοσιεύεται στον κατάλογο που συνοδεύει την παρούσα έκθεση, σημειώνει:«Αυτό που καταρχήν εντυπωσιάζει στα έργα του Γιάννη Μιχαηλίδη, τόσο στους παλαιότερους παραστατικούς του πίνακες όσο και στους πιο πρόσφατους, είναι η φειδώ με την οποία αντιμετωπίζει τα περιγραφικά στοιχεία και η λιτότητα των χρωμάτων του. Ενώ όμως η χρήση των χρωμάτων είναι περιορισμένη, οι τονικότητές τους ήταν κατ’ αντιδιαστολή ανέκαθεν πλούσιες. Το δεύτερο πράγμα που εντυπωσιάζει είναι ότι, όχι μόνο όταν πρόκειται για παραστατική ζωγραφική, αλλά ίσως ακόμη περισσότερο στις αφηρημένες του συνθέσεις, δημιουργείται μια εντύπωση τοπίων. Ίσως αυτό να οφείλεται στο ότι ο καλλιτέχνης προβάλλει τα δικά του εσωτερικά ζωγραφικά τοπία. Ίσως πάλι να οφείλεται στη σχέση που διατηρεί με τη φύση και στην ανάγκη του να τη μιμηθεί, επεμβαίνοντας στα έργα με μεγαλύτερη ταχύτητα απ’ ό,τι εκείνη, αλλά κατά τον ίδιο τρόπο που αυτή θα τα αλλοίωνε σε μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Έτσι, η διαδικασία της ζωγραφικής στο έργο του Γιάννη Μιχαηλίδη συνδυάζεται με τις παραξενιές της φύσης και του καιρού, με το στέγνωμα στον ήλιο, με το ξέσχισμα του αέρα, με την υγρασία της βροχής, με τις οξειδώσεις που δημιουργεί το αλάτι της θάλασσας. Ακόμη και στα μονόχρωμα έργα που την πρωτοκαθεδρία δεν έχει το τοπίο, αλλά εμφανώς τα ίδια τα υλικά του ζωγράφου, αναγνωρίζει κανείς στοιχεία τόπων. Αυτό είναι συνεπές με την άποψη του Γιάννη Μιχαηλίδη για τη ζωγραφική, την οποία σαφώς ο ίδιος “κατοικεί”, ως τόπο».
Το ίδιο εκφράζει και ο Γιάννης Μιχαηλίδης σε συνέντευξή του στον Αυγουστίνο Ζενάκο (Το Βήμα, 10 Μαρτίου2002): «…όλοι το χώρο μας ζωγραφίζουμε. Τον τόπο μας. Τα δικά μας πράγματα. Για μένα αυτό ξεκίνησε από τη στιγμή που συνειδητοποίησα ότι δεν θα μπορούσα να κάνω τίποτε άλλο στη ζωή μου εκτός από ζωγραφική. Ο δικός μου χώρος λοιπόν είναι η Σκιάθος όπου γεννήθηκα, ο Βόλος όπου μεγάλωσα και τελικά η Αθήνα όπου ήρθα στο τέλος του ’50. Η Σκιάθος είναι φυσικά η θάλασσα, το Αιγαίο, αλλά και τα πλοία τα οποία ταξιδεύουν και μετά αποσύρονται και πεθαίνουν, σκουριασμένα πια, στον ταρσανά. Στον Βόλο μετά, βρήκα μια βιομηχανική πόλη η οποία παρήκμαζε. Και τέλος στην Αθήνα, όλες αυτές οι αφίσες στο δρόμο, κολλημένες η μία πάνω στην άλλη και σκισμένες, πάλι μου έδωσαν αυτή την αίσθηση της φθοράς. Εγώ τα σκέφτομαι όλα αυτά σαν μια μεταλλαγμένη νεκρή φύση. Από τα παλιότερά μου έργα διαγράφεται η πρόθεσή μου, στην καινούρια μου δουλειά όμως, μολονότι επανέρχονται οι ίδιες χρωματικές κλίμακες, αισθάνομαι ότι παραπέμπω, ότι αποκαλύπτω τις πηγές μου».
Και προσθέτει: «Κοιτάξτε, η ζωγραφική είναι μια μποτίλια στη θάλασσα. Την πετάμε και σίγουρα ελπίζουμε ότι κάποιος θα βρεθεί να τη μαζέψει».
Η έκθεση συνοδεύεται από κατάλογο με έργα του καλλιτέχνη και κείμενα των: Ελισάβετ Πλέσσα, Κατερίνας Κοσκινά, Νίκου Χουλιαρά, Ντόρας Ηλιοπούλου-Ρογκάν και Κύριλλου Σαρρή.
Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Μέγαρο Εϋνάρδου, Αγ. Κωνσταντίνου 20 & Μενάνδρου)
Εγκαίνια έκθεσης : Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου, 20.00
Διάρκεια έκθεσης : 18 Δεκεμβρίου -13 Φεβρουαρίου2016