Συν + Πλην: “Τα Ωραία Χέρια μας” στο θέατρο Ροές
Θετικές και αρνητικές σκέψεις για το έργο του Ευθύμη Φιλίππου που σκηνοθετεί η Εφη Μπίρμπα στο θέατρο Ροές.
Το έργο
Πώς να περιγράψεις ένα μη έργο; Η ένα έργο για μια μη κατάσταση; Γιατί αν δεχθούμε ότι η ανθρώπινη ύπαρξη παύει με τον ερχομό του θανάτου μιλάμε για το ιερό τέλος, για το απόλυτο τίποτα. Ας δοκιμάσουμε όμως.
Η σκηνοθέτις και εικαστικός Εφη Μπίρμπα, επιχειρεί να μεταφέρει την προσωπική εμπειρία πένθους στο πλαίσιο μιας μεταφυσικής ανάγνωσης. Αναθέτει στον ιδιοσυγκρασιακό σεναριογράφο και συγγραφέα Ευθύμη Φιλίππου να ανιχνεύσει με λόγια το πρώτο λάκτισμα της νεκρής φύσης. Τι συμβαίνει όταν τα μάτια του ανθρώπου σφαλίζουν αμετάκλητα; Υπάρχει ψυχή που διαδέχεται το σώμα του στην αιωνιότητα; Και τι είναι ψυχή; Και πως ορίζεται αυτό το απροσδιόριστο «μετά θάνατον»;
Το κείμενο του Φιλίππου προκύπτει σαν υπαινιγμός. Ούτε λύσεις, δίνει ούτε απαντήσεις. Εμπνέεται από θρύλους, μοιρολόγια, από λογοτεχνικές αναρωτήσεις και φόβους και πέφτει στο κενό του θανάτου – ακολουθώντας την πτώση του σώματος. Γι’ αυτό και όταν το κείμενο του λειτουργεί σχεδόν σαν ποιητικός υπερτιτλισμός, είναι τα σώματα των έξι περφόρμερ που αναλαμβάνουν να αφηγηθούν την έξοδο τους από τον κόσμο των θνητών και το πέρασμα τους στην επόμενη κατάσταση. Αν υπάρχει. Σώματα που γκρεμίζονται, έρπουν, συγκρούονται με τα λευκά μάρμαρα, με τα ξύλινα φέρετρα, ψηλαφούν το χώμα, πετούν τις πεθαμένες τούφες από τα μαλλιά τους στο πάτωμα.
Είναι σκληρό κι ερμητικό το έργο – δρώμενο που προτείνει η Εφη Μπίρμπα. Είναι μια ματιά σε νεκρική κρύπτη. Ένας τελετουργικός χορός με το μέγιστο φόβο του ανθρώπου. Ένα ίχνος ανάμεσα σε ζωή και θάνατο. Και γι’ αυτό (καλώς ή κακώς) δεν απευθύνεται σε όλους.
Τα Συν (+)
- Η επιλογή του θέματος. Χρειάζεται θάρρος για ένα δημιουργό – πόσω μάλλον του ελεύθερου θεάτρου – να δουλέψει πάνω σε ένα θέμα το οποίο θα κλονίσει την πλειονότητα των θεατών και μόνο στο άκουσμα του. Η επιλογή του ωστόσο δηλώνει πως έρχεται να ικανοποιήσει μια υπαρξιακή ανάγκη και ένα ακόμα μεγαλύτερο υπαρξιακό ερώτημα που αφορά όλους και τον καθένα ξεχωριστά.
- Η εικαστική αρτιότητα. Οι καταβολές της Εφης Μπίρμπα είναι ολοφάνερες και σε αυτή την παράσταση, έχοντας φροντίσει να δημιουργήσει μια πραγματικά έξοχη ατμόσφαιρα σε μια αλληλουχία ταμπλό βιβάν. Καθοριστική η συμβολή του φωτιστή Θύμιου Μπακατάκη και του ηχητικού σχεδιασμού από τον Coti K.
- Η απόδοση των περφόμερ. Με κορυφαίο τον Αρη Σερβετάλη, έξι στο σύνολο τους περφόρμερ (Ιπποκράτης Δελβερούδης, Νίκος Καμόντος, Ελένη Μολέσκη, Ευαγγελία Ράντου και Αχιλλέας Χαρίσκος) υπηρετούν με απόλυτη πειθαρχία και θαυμαστή συνέπεια το επιθανάτιο τελετουργικό.
- Η κινησιολογία. Παρότι υπάρχουν σημεία που ο σχεδιασμός της κίνησης βασίζεται σε ένα γνώριμο λεξιλόγιο, η παράσταση επιφυλάσσει χορογραφημένες σκηνές έντονων συναισθημάτων που κερδίζουν τη μάχη με τη μνήμη.
Τα Πλην (-)
- Ο ρυθμός. Η υιοθέτηση ενός αργού ρυθμού σε συνδυασμό με επαναλαμβανόμενα κινησιολογικά μοτίβα ανταποκρίνονται μεν στην εικασία της μεταφυσικής συνθήκης αλλά δυσκολεύουν δραματικά τη θέαση.
- Η δραματουργία. Ένα απαιτητικό και δύσκολο θέαμα όπως αυτό χρειαζόταν περισσότερα «κλειδιά» ερμηνείας του, ευθύνη που βαραίνει το επιτηδευμένα ελλειπτικό κείμενο του Ευθύμη Φιλίππου ή τη δυστοκία αλληλεπίδρασης του με την ομάδα.
Το Άθροισμα (=)
- Μυσταγωγία υψηλής αισθητικής και μεγάλου συναισθηματικού άχθους.