MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
22
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Γιώργος Παπαγεωργίου: «Οι πολιτικές επαναστάσεις έστειλαν τα κοινωνικά μας όνειρα στο διάολο»

Μου έχει στείλει μια ασπρόμαυρη φωτογραφία του στο μέιλ. Στο μέτωπο του γράφει με κραγιόν σε γαλλική slang: Ouoi? Σαν να λέμε «τι;», «σοβαρά;» ή κάτι τέτοιο.

author-image Στέλλα Χαραμή

Είχαμε συναντηθεί νωρίτερα στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, όπου ανεβάζει την πρώτη, ολόδικη του παράσταση. Μεταξύ σιροπιαστών γλυκών, μελομακάρονων, σάουντρακ πολίτικης λύρας και γιουκαλίλι, δηλαδή με κάθε επισημότητα. Μετά την συζήτηση μας πάντως ένιωθα σαν να είχαν απαντηθεί πολλές απορίες για τον Γιώργο Παπαγεωργίου. Και μάλλον χωρίς μεγάλη προσπάθεια.

Είναι τόσο εξωστρεφής και ανοιχτόκαρδος, ένα αληθινά φωτεινό κι ευγενικό πλάσμα, που δεν εξαντλεί εύκολα τα ενδιαφέροντα του – παίζει, σκηνοθετεί, έχει δικιά του μπάντα, δεν πάει πουθενά χωρίς το γιουκαλίλι του, γράφει τραγούδια, γράφει κείμενα – και σε συνεπαίρνει με τον ενθουσιασμό του για τα πράγματα.

papageorgiou1

Αν κάπου τον χάνεις είναι στους έρωτες του. Το δηλώνει άλλωστε, περήφανα πως είναι ρομαντική ψυχή. Τα τελευταία χρόνια τη μοιράζεται με την (προσφάτως) γυναίκα του, τη σκηνοθέτη Θεοδώρα Καπράλου. Παντρεύτηκαν το περασμένο καλοκαίρι, κάπου σε ένα βουνό της Δυτικής Ελλάδας, σπάζοντας αποφασιστικά τον τσαμπουκά ενός θλιμμένου καλοκαιριού από δανειακές και άλλες τρικυμίες. Το δηλώνει φυσικά και αυτό το χειμώνα, πρωταγωνιστώντας σε δύο έργα της πληθωρικής ρομαντικής περιόδου: Στην «Ωραία του Πέραν» (στο Θέατρο του Νέου Κόσμου) και στις «Ιδιοτροπίες της Μαριάννας» (στο Πόρτα). Τότε που οι έρωτες εξύψωναν και κομμάτιαζαν ακόμα τους ανθρώπους.

Ερευνώντας για την «Ωραία», τρύπωσε και στο love story των παππούδων του. «Δεν ξέρω αν θα ακουστεί… συναισθηματικούρα», λέει, «αλλά κάπως ξύπνησε την οικογενειακή ιστορία, το πως η γιαγιά μου ερωτεύτηκε τον παππού μου ο οποίος ήταν χωροφύλακας και είχε τρομερούς περιορισμούς για να παντρευτεί. Ωστόσο, κατά σύμπτωση, την ίδια περίοδο ο γιος ενός υπουργού ήθελε επίσης να παντρευτεί κι έτσι δόθηκε άδεια γάμου για μια μέρα μόνο. Και τότε, ο παππούς άρπαξε τη γιαγιά από το χέρι, πήγαν στην εκκλησία κι έμειναν μαζί για πάντα. Να φανταστείς πως ακόμα η γιαγιά μου, όταν της λέω κάτι χαρούμενο μου λέει “θα το πω στον παππού σου”. Και όντως θα πάει στο νεκροταφείο για να του το εξομολογηθεί».

papageorgiou3
Με την Αντιγόνη Φρυδά στην παράσταση “Η Ωραία του Πέραν”

Στα γρήγορα, το “γυρίζουμε” στις «Ιδιοτροπίες της Μαριάννας» – όπου υποδύεται έναν έκφυλο τύπο ντυμένο και βαμμένο σε ένα αναγεννησιακό glam σαν άλλος David Bowie – για να μην βάλουμε τα κλάματα.

Τι σε έφερε, ξαφνικά, στην παραγωγή μιας παράστασης και στην συν-σκηνοθεσία;
Είχα μια ανάγκη να ψαχτώ γύρω από αυτά που έχω μάθει να κάνω – πόσω μάλλον με ένα δικό μου project. Ηθελα να δημιουργήσω κάτι πιο προσωπικό κι όχι να είμαι απλώς σωστός εκτελεστής. Ένιωθα ότι τώρα έχω το κουράγιο, τις αντοχές και την όρεξη να ζήσω αυτή τη λειτουργία, να τρέξω για τα πάντα, για την κάθε τεχνική λεπτομέρεια της παράστασης. Και συνειδητοποίησα ότι είναι διπλή η χαρά όταν ανταμείβεται κάτι στο οποίο έχεις εμπλακεί με κάθε τρόπο.

Ομολογώ, είναι λίγο περίεργο να δουλεύεις με τη γυναίκα σου, οπότε έπρεπε να κρατήσουμε μια ισορροπία. Δεν μπορείς να αφήσεις την οικειότητα και την αγάπη να μπλοκάρει τη δουλειά, την πρόβα – χάνεις το στόχο σου

Ωστόσο, η προσωπική ανάγκη δεν συναντιέται ακριβώς και με την τρέχουσα κατάσταση…
Πράγματι, γι’ αυτό και το καλοκαίρι υπήρξε η σκέψη να μην το κάνουμε. Είμαι υπέρ της απλότητας στο θέατρο αλλά και το απλό κοστίζει κάτι. Έπρεπε να φροντίσουμε λοιπόν ότι ακόμα και με τα λίγα που μπορούσαμε να διαθέσουμε θα υπηρετούμε την παράσταση. Βέβαια, παρότι η εποχή μας έριχνε χαστούκια και κλωτσιές εμείς αποφασίσαμε ότι θα το προχωρήσουμε.

Μιλάς εδώ και ώρα στον πρώτο πληθυντικό εννοώντας προφανώς τη Θεοδώρα (Καπράλου), την γυναίκα σου… Πως αποφασίσατε να δουλέψετε μαζί;
Ομολογώ, είναι λίγο περίεργο να δουλεύεις με τη γυναίκα σου, οπότε έπρεπε να κρατήσουμε μια ισορροπία. Δεν μπορείς να αφήσεις την οικειότητα και την αγάπη να μπλοκάρει τη δουλειά, την πρόβα – χάνεις το στόχο σου. Νομίζω ότι, τελικά, το χειριστήκαμε καλά. Άλλωστε η μεγαλύτερη σκηνοθετική ευθύνη είναι της Θεοδώρας. Μαζί θέσαμε τις βάσεις της παράστασης αλλά η επεξεργασία της διασκευής, η δουλειά πάνω στο λόγο έγινε προσωπική της υπόθεση αφού κι εγώ χρειαζόμουν να εστιάσω στο ρόλο. Δεν θα μπορούσα να κάνω και τα δύο, είμαι εξαιρετικά άπειρος στη σκηνοθεσία.

papageorgiou4
Οι Ιδιοτροπίες της Μαριάννας


Γενικά, όμως, ακούγεσαι πιο έτοιμος για τα δικά σου πράγματα.
Είμαι πιο έτοιμος να αναλάβω πρωτοβουλίες, να υλοποιήσω ιδέες – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι και του χρόνου θα κάνω πάλι κάτι δικό μου. Με ωρίμασε αυτό το πράγμα• έμεινα ψύχραιμος παρά τις μεγάλες δυσκολίες που συναντήσαμε. Τώρα νιώθω πως ακόμα και σαν ηθοποιός θα δω με μεγαλύτερη ευθύνη το κομμάτι της επεξεργασίας του ρόλου.

Ήσουν πάντα έτσι, πρόθυμος να αναλάβεις ευθύνες;
Καθόλου. Τις προάλλες ήρθε να με δει ο γιος μιας φίλης, ένα πολύ συγκροτημένο παιδί, που σπουδάζει μουσική και σκεφτόμουν ότι εγώ δεν είχα καμία σχέση με αυτό το προφίλ. Εμένα με έπαιρναν οι έρωτες, έγραφα στιχάκια στα τετράδια μου – τα οποία ο πατέρας μου είχε κρατήσει και πριν από λίγο καιρό μου τα έφερε σε ένα πάκο.

Εννοείται πως έχω τραγουδήσει με σαμπουάν στο μπάνιο – αντί για μικρόφωνο! Εννοείται πως το κάνω ακόμα όταν γυρίζω σπίτι μετά από παράσταση

Για πες ένα στιχάκι που θυμάσαι.
Είχα μια πανκ ροκ μπάντα στο λύκειο και για ένα τραγούδι είχα σκαρώσει το εξής – καθόλου ερωτικό όμως: «Υλισμός και καπιταλισμός/ είναι αυτά που θέλεις να διαλύσεις/ Μέσα σου τώρα ζει ο κυνισμός/ και η μανία που εσύ θέλεις να σβήσεις». Κάτι τέτοιο…

Γράφεις ακόμα;
Ναι και στίχους και αφηγήματα.

Γράφεις και μουσική μην το ξεχνάς. Έχεις και δική σου μπάντα, τους Polkar.
Οι Polkar φτιάχτηκαν σε μια φάση που ήθελα να λειτουργήσω έξω από το θέατρο. Βρισκόμουν στη Θεσσαλονίκη με ένα φίλο μου μουσικό, του είπα ότι είχα γράψει κομμάτια σε ένα γιουκαλίλι (που πρόσφατα είχα μάθει να παίζω) τα άκουσε, μου πρότεινε να κάνουμε κάτι με αυτά και… τσούκου – τσούκου έγινε το συγκρότημα. Τώρα πια, οι Polkar είναι η αποφόρτιση μου.

Θα άφηνες ποτέ το θέατρο για το συγκρότημα;
Όχι, δεν νομίζω. Μπορεί να το έκανα για ένα καλοκαίρι. Κατά τα άλλα, είμαι ένας ηθοποιός που του αρέσει να παίζει μουσική με τους φίλους του. Η μουσική μου δίνει μια ευκαιρία να λειτουργήσω περισσότερο σαν ψυχαγωγός ενώ στο θέατρο αισθάνομαι ότι με κάποιο τρόπο έχει ευθύνη αυτό που κάνω. Στο θέατρο, δεν στοχεύεις αποκλειστικά στην ευχαρίστηση αλλά σε μια πιο βαθιά επικοινωνία. Το θέατρο σου δίνει βάθος επικοινωνίας ενώ η μουσική μέγεθος.

papageorgiou c

Μου λες δηλαδή πως δεν έχεις σκεφτεί τον εαυτό σου σε «μέγεθος» ροκ σταρ;
Εννοείται πως έχω τραγουδήσει με σαμπουάν στο μπάνιο – αντί για μικρόφωνο! Εννοείται πως το κάνω ακόμα όταν γυρίζω σπίτι μετά από παράσταση. Επίσης, έχω παίξει όλο το παιχνίδι του σκοτεινού κιθαρωδού στην παραλία για να μ’ ακούσει το κορίτσι στη διπλανή παρέα ενώ οι φίλοι μου, μου ψιθυρίζουν «Παίξε το ‘Πόσο σε θέλω’».

Θεατρικό έργο θα έγραφες;
Δεν ξέρω… Θα ήθελα να γράψω κάτι αλλά να μην ασχοληθώ με το ανέβασμα του, να το παραδώσω σε όποιον ενδιαφέρεται. Έχω μεγαλώσει μέσα στο χώρο του βιβλίου λόγω του πατέρα μου αλλά συνήθως γράφω σε περιόδους όπου είμαι πολύ στριμωγμένος συναισθηματικά. Επηρεασμένος από μια πολλή μεγάλη συναισθηματική απογοήτευση έγραψα και το πρώτο μου κείμενο.

Δεν υπάρχει και μεγάλος κόπος για την απόκτηση του άλλου. Ένα application μακριά είμαστε, μωρέ. Ξέρεις πολλούς νέους που να αυτοκτονούν σήμερα για τον έρωτα τους;

Είσαι ρομαντικός τύπος λοιπόν.
Νομίζω ναι. Πλέον, το λέω με ψυχραιμία γιατί το έχω εντοπίσει, το αναγνωρίζω σε μένα. Πάντα, κάθε φορά που χώριζα μου έπαιρνε πολύ καιρό για να το ξεπεράσω. Έχω περάσει άπειρα βράδια να θρηνώ για έρωτες, να σέρνομαι στο πάτωμα. Πάντως, είμαι ρομαντικός, ότι κι αν σημαίνει αυτό. Ονειρεύομαι συνέχεια. Να είμαι, ας πούμε, με τη Θεοδώρα και να περπατάμε στην παραλία της Θεσσαλονίκης.

Επομένως, δεν είναι τυχαίο που παίζεις σε δυο παραστάσεις ρομαντικού θεάτρου σε μια σεζόν.
Ναι, αλλά με δύο ρόλους που διαφέρουν πολύ μεταξύ τους. Στην «Ωραία του Πέραν» ο Αιμίλιος είναι ένας είναι ένας φτωχός, λαϊκός νέος, στις «Ιδιοτροπίες της Μαριάννας» ο Οκτάβιος είναι ένας αστός, λίγο έκφυλος, λίγο πεσιμιστής αλλά, κατά βάση, τσαρλατάνος.

Από τη μια ρομαντικό δράμα, από την άλλη ρομαντική κωμωδία.
Ναι και όχι. Γιατί δεν είναι ακριβώς κωμωδία η «Μαριάννα». Είναι ένα κείμενο επίσης της ρομαντικής περιόδου, αρχικά πιο ελαφρύ μα σταδιακά αλλάζει ύφος, περνάει στο μαύρο ρομαντισμό. Ο Ντε Μυσσέ έχει έναν υπέροχο λόγο, σε συνεπαίρνει με την λεξιλαγνεία του. Γενικά, ο Ρομαντισμός είναι ένα πολύ γοητευτικό είδος γραφής – εξ ου και σαν ρεύμα ήταν ένα από τα πιο επιδραστικά της Τέχνης. Τα ρομαντικά έργα μιλούν στην ψυχή σου, σε καταστάσεις που σχεδόν δεν ανιχνεύονται. Αυτό το κατάλαβα δουλεύοντας και την «Ωραία του Πέραν» γιατί παρότι το ύφος του κειμένου μοιάζει παρωχημένο τελικά σε αγγίζει με ένα τρόπο που έχεις ξεχάσει να σου συμβαίνει στη σχέση με τα έργα.

Κρίνοντας από τα δυο έργα, πως ζουν οι άνθρωποι τα ρομάντζα από εποχή σε εποχή; Αλλά την ίδια ώρα τι παραμένει ίδιο;
Νομίζω ότι παλιότερα (πριν από 100 χρόνια ας πούμε) τα πάθη ήταν ισχυρότερα. Τα εμπόδια ανάμεσα σε δύο ερωτευμένους ήταν σοβαρά: Μιλάμε για πολέμους, για σοβαρές αρρώστιες, για αυστηρούς κοινωνικούς περιορισμούς. Όλα αυτά σου έδιναν μια αίσθηση ότι όλα είναι τώρα και για τώρα. Η ζωή, η ευτυχία, τα κοινά όνειρα ήταν κάτι που είχε πρακτική εφαρμογή εδώ και τώρα. Σήμερα γενικά ελλείψει αυτών των εμποδίων (ναι πεινάμε, αλλά δεν είμαστε και στα χαρακώματα – ακόμα) έχουμε την πολυτέλεια της διαστολής του χρόνου και ταυτόχρονα την καταδίκη των πολλαπλών επιλογών. Δεν υπάρχει και μεγάλος κόπος για την απόκτηση του άλλου. Ένα application μακρυά είμαστε, μωρέ. Ξέρεις πολλούς νέους που να αυτοκτονούν σήμερα για τον έρωτα τους; Αυτό βέβαια που υπάρχει ακόμα και τώρα είναι η ανάγκη να πιστέψουμε ότι είμαστε αθάνατοι. Ή ότι έστω ο έρωτας μας θα παραμείνει αθάνατος.

Giorgos_Papageorgiou

Είμαι ένας ηθοποιός που του αρέσει να παίζει μουσική με τους φίλους του. Η μουσική μου δίνει μια ευκαιρία να λειτουργήσω περισσότερο σαν ψυχαγωγός ενώ στο θέατρο αισθάνομαι ότι με κάποιο τρόπο έχει ευθύνη αυτό που κάνω

Σκέφτομαι αυτό που λες περί εμποδίων, τον έρωτα που σκοντάφτει και συναντά ταξικά εμπόδια – κάτι που βλέπουμε και στα δύο έργα. Νομίζεις ότι έπαψε ως σύμπτωμα;
Αν, όπως πάμε, εξαλειφθεί η μεσαία τάξη, τότε σίγουρα θα το ξαναδούμε… Παλιά μου φαινότανε αδύνατο, τώρα όχι τόσο. Ίσως γι’ αυτό ο κόσμος έχει αρχίσει να ξαναγαπά τα ρομάντζα. Γιατί όταν δύο άνθρωποι από διαφορετικές κοινωνικές τάξεις αγαπηθούν, αυτό είναι πράξη επαναστατική. Και έχουμε ανάγκη να πιστέψουμε σε μία επανάσταση. Ακόμα και προσωπική. Γιατί οι πολιτικές επαναστάσεις έστειλαν τα κοινωνικά μας όνειρα στο διάολο.

Μέσα σε όλα αυτά τα κείμενα και τις εναλλαγές, που κατατάσσεις τον ευατό σου; Τι είδους ηθοποιός είσαι;
Στη δραματική σχολή με έλεγαν “ζεν κομίκ”. Όμως την ίδια ώρα – ειδικά μετά και την «Ωραία του Πέραν» – δούλεψα μια δραματική περιοχή που δεν είχε τύχει να μελετήσω, η οποία διαπίστωσα πως με συγκινεί πολύ και λειτουργεί σαν ισχυρό κίνητρο σε αυτή τη φάση της ζωής μου. Το ζητούμενο είναι αφενός να εξελίσσεσαι και αφετέρου να αντιμετωπίζεις τον κάθε ρόλο με το φως και το σκοτάδι που έχει. Και ποτέ μα ποτέ να μην θεωρείς τον εαυτό σου πιο έξυπνο από αυτόν που παίζεις.

Εκπληρώνονται τα όνειρα που αντιμετωπίζω με προσωπικό πείσμα και μια φλόγα. Τα πιο ματαιόδοξα όχι.

Αλήθεια, το θέατρο πως το ανακάλυψες για τον εαυτό σου;
Ήμουν 20 χρονών, είχα περάσει σε μια σχολή μάρκετινγκ, η οποία σύντομα διαπίστωσα ότι δεν με ενδιέφερε καθόλου και τότε ένας φίλος μου πρότεινε να κάνω κάτι πιο καλλιτεχνικό. Όσο κι αν ακούγεται περίεργο, δηλαδή, δεν κατέληξα στο θέατρο λόγω της μητέρας μου. Σαφώς και είχα επιρροές από εκείνη αλλά το πήρα απόφαση αφού άρχισα να το σκέφτομαι μόνος μου. Ξεκίνησα να προσανατολίζομαι στη σκηνοθεσία κινηματογράφου, έκανα τον κομπάρσο στο «Λιβάδι που δακρύζει» του Θόδωρου Αγγελόπουλο μέχρι που είδα την Αλεξάνδρα Αϊδίνη να παίζει. Με τι λαχτάρα την παρατηρούσα! Θυμάμαι πολύ καθαρά να σκέφτομαι ότι ένα κορίτσι στην ηλικία μου, είναι πρωταγωνίστρια του Αγγελόπουλου την ώρα που εγώ ήμουν φοιτητής σε σχολή που δεν μου άρεσε, κατά τύχη κομπάρσος με τόσα όνειρα χωρίς πράξεις.

Τώρα πια, εκπληρώνονται τα όνειρα σου;
Τα περισσότερα ναι• αυτά που αντιμετωπίζω με προσωπικό πείσμα και μια φλόγα. Τα πιο ματαιόδοξα όχι. Συνήθως μου προκύπτουν συνεργασίες που έχω επιθυμήσει. Ή έρχονται ωραίες προτάσεις σε φάσεις που κάνω λίγα πράγματα. Το «I will survive», ας πούμε, μου έτυχε ένα χειμώνα όπου θα έμενα άνεργος. Κι όχι μόνο βρήκα δουλειά αλλά πέρασα και τέλεια.

Μέχρι που φτάνουν τα ματαιόδοξα όνειρα σου;
Θα ήθελα πολύ να κάνω σινεμά. Να πω ότι μια σεζόν κάνω μια ταινία και βιοπορίζομαι από αυτό. Το βρίσκω βέβαια, πολύ δύσκολο γιατί πρέπει να έρθει το σινεμά σε μένα, μόνος μου δεν μπορώ το δουλέψω.

Περισσότερα από Πρόσωπα