Αμαλία Μουτούση & Γιώργος Σκεύας. Στο κυνήγι της ελευθερίας
Και οι δυο τους στενοί συνεργάτες του Λευτέρη Βογιατζή, συναντώνται για πρώτη φορά μετά το θάνατο του και ανεβάζουν το «Κουκλόσπιτο» στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων.Φωτογραφίες: Κώστας Ορδόλης
Ποτέ πριν δεν είχα μπει στο δώμα της Κυκλάδων. Ένα καμαράκι τόσο δα που έβαλε ξανά σε χρήση η Αμαλία Μουτούση. Ζεστό, οικείο, με μια ταπετσαρία που θυμίζει παριζιάνικη σοφίτα. Ο Γιώργος Σκεύας κλείνει με το σώμα του την πόρτα – τόσο μικρό είναι. Οι δυο τους, σταθεροί συνεργάτες του Λευτέρη Βογιατζή (ή κάτι σαν συγγενείς του, δεν ξέρω) επιστρέφουν στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων, μαζί, οδηγημένοι από μια, σχεδόν, μεταφυσική δύναμη, από εκατοντάδες αναμνήσεις και από αναζητήσεις που θέλουν να ορίσουν το δημιουργικό τους παρόν και μέλλον.
«Νιώθω το Λευτέρη παρόντα όπως νιώθεις έναν άνθρωπο που σου λείπει γιατί έχει υπάρξει δικός σου. Η παρουσία του όμως δεν έχει να κάνει με το χώρο, αλλά με τις σχέσεις. Γι’ αυτό και όταν συναντηθήκαμε με το Γιώργο για πρώτη φορά μετά το θάνατο του Λευτέρη νιώσαμε σαν ο ένας να γίνεται προέκταση του άλλου. Δεν το ονομάσαμε κάπως, ακριβώς γιατί αυτό που αισθανθήκαμε ανήκει σε περιοχές ανοίκειες» ομολογεί η Αμαλία Μουτούση ενώ τα λευκά της χέρια δουλεύουν σε μια ακατάπαυστη εκφραστικότητα.
Αμαλία Μουτούση: Ο Λευτέρης βρίσκεται πια στο πως συνομιλώ με τον εαυτό μου. Να ντρέπομαι και να μην το κρύβω. Να μην καταφεύγω σε μέσα που δεν με αφήνουν εκτεθειμένη, εμένα και τα προβλήματα μου
Την, μέχρι πρότινος, σχέση τους όριζε η παρουσία του Βογιατζή. Τώρα την ορίζει η απουσία του. Περιγράφουν μια πολύχρονη μα ιδιόρρυθμη επαφή που διυλιζόταν πάντα μέσα από την συνεργασία τους με τον Λευτέρη – «οι άνθρωποι γύρω του δεν ανέπτυσσαν απευθείας σχέσεις αλλά πάντα μέσω εκείνου. Σαν να μην το επέτρεπε ο ίδιος να συμβεί» λένε. Η Αμαλία θυμάται τις φωτογραφίες ή τα βίντεο που τραβούσε ο Γιώργος κατά την διάρκεια των εξαντλητικών προβών μέσα από τις οποίες ανακάλυπτε πως περνούσε η ζωή της στα παρασκήνια.
Ο Γιώργος ανακαλεί τις οδυνηρές συναντήσεις τους πριν το χαμό του. Τώρα όμως μοιάζουν να ανακαλύπτουν ο ένας τον άλλο μέσα σε μια «φοβερά απελευθερωτική κατάσταση», όπως χαρακτηριστικά σημειώνουν. Αυτή την ενέργεια αποφάσισαν να εκτονώσουν σε μια πρώτη απόπειρα συνεργασίας – μολονότι ήδη μιλούν και για τις επόμενες. «Το κουκλόσπιτο» του Ιψεν, που ανεβαίνει από την Παρασκευή 5 Φεβρουαρίου στην φορτισμένη σκηνή της Κυκλάδων, προέκυψε μετά από πολλή σκέψη.
«Στο θέατρο δουλεύω πολύ με την φαντασία. Δεν μπορώ να λειτουργήσω αν δεν περάσω μέσα από τον ηθοποιό και η Αμαλία ήταν ένα απίστευτο όχημα, εκείνη με έκανε να πάω προς τη Νόρα. Δεν θα το επιχειρούσα αλλιώς» εξηγεί ο Γιώργος Σκεύας.
Η Αμαλία με τη σειρά της, έχει βρει στο πρόσωπο του το συνεργάτη με τον οποίο μπορεί να δουλέψει πάνω στο λόγο. «Κατάλαβα πόσο πολύ είχα ανάγκη να ξαναβουτήξω στο υλικό μου, στις λέξεις ή στο πως το σώμα τις εκφράζει. Είναι μια πρωτογενής δύναμη για μένα και είχε αρχίσει να μου λείπει. Βρίσκοντας το Γιώργο σκέφτηκα “μα τι κάνω; Αυτό θέλω. Εδώ πρέπει να είμαι”».
Γιώργος Σκεύας: Δεν περνάω από το δρόμο του πως θα το έκανε ο Λευτέρης, γιατί τότε θα έκλειναν τα πάντα. Όσο πιο ελεύθεροι είμαστε τόσο πιο κοντά, σε όσα μας δίδαξε, βρισκόμαστε
Ο κοινός τους τόπος (αυτό το δώμα, η σκηνή της Κυκλάδων που τώρα στήνει η σκηνογράφος Εύα Μανιδάκη, οι εμπειρίες τους και τόσα άλλα) ορίζεται και από την δουλειά πάνω σε κλασικά, ποιητικά κείμενα μεγάλων δραματουργών. Και μάλιστα μέσα από την «κλασική» οδό, όπως την διδάχθηκαν στο πλευρό του Βογιατζή. «Ο Λευτέρης είχε την τόλμη να ακολουθεί την πεπατημένη. Αντιμετώπιζε τα κείμενα σαν κάτι το ιερό, δεν επέτρεπε στον εαυτό του να κάνει κόλπα• πήγαινε από τον ορθό δρόμο και εκεί τρύπαγε επιδιώκοντας τη ρωγμή. Κι τότε αντίκριζες κάτι ελκυστικό, παράξενο, εκκεντρικό σε μια απόλυτη κανονικότητα. Αυτή για μένα είναι η ουσία του θεάτρου και ξέρω πια ότι έχει να κάνει με τον βαθύτερο ψυχισμό μου» παρατηρεί η ηθοποιός.
Παρότι δουλεύουν σε αυτή τη βάση, χωρίς υπεκφυγές και πάνω στην ιστορία της «αιματηρά γενναίας» Νόρας, οι δυο τους ξεκαθαρίζουν πως επιδιώκουν να απεμπλακούν από τη θέση της μαθητείας. Ο Γιώργος Σκεύας απέφυγε να σκεφτεί καν τι θα έλεγε ο Λευτέρης για τις επιλογές του. «Δεν περνάω από το δρόμο του πως θα το έκανε εκείνος, γιατί τότε θα έκλειναν τα πάντα. Όσο πιο ελεύθεροι είμαστε τόσο πιο κοντά, σε όσα μας δίδαξε, βρισκόμαστε».
Η Αμαλία δεν θα ξεχάσει ποτέ το βλέμμα του Βογιατζή καθώς εκείνη, ως Αντιγόνη μέσα στην ορχήστρα της Επιδαύρου, “βγήκε” εντελώς από την παρτιτούρα του, διακόπτοντας τη ροή της παράστασης. Μιλάει για την λάμψη στο πρόσωπο του, σαν να πρόκειται για ένα περιστατικό που έγινε χθες ή νωρίτερα μέσα στη μέρα. «Ο Λευτέρης παρακάλαγε να απεμπλακούμε από εκείνον ώστε να μπορέσει να χρησιμοποιήσει την ελευθερία μας για να φανταστεί. Όσο προσπαθούσα να είμαι σωστή, τόσο τον δυσκόλευα. Μας έλεγε συνέχεια να ελευθερωθούμε από το τι πρέπει και τι δεν πρέπει. “Δεν έχετε το θάρρος να κάνετε λάθη” ήταν η σταθερή του προτροπή. Το λάθος γι’ αυτόν δεν ήταν καθόλου εύκολο. Είναι πολύ πιο απλό να μην διακινδυνεύεις. Κι εγώ αυτό αναζητώ, αυτό με ενδιαφέρει• το σωστό τι να το κάνω, δεν μου προσφέρει τίποτα».
Αμαλία Μουτούση: Κατάλαβα πόσο πολύ είχα ανάγκη να ξαναβουτήξω στο υλικό μου, στις λέξεις ή στο πως το σώμα τις εκφράζει. Είναι μια πρωτογενής δύναμη για μένα και είχε αρχίσει να μου λείπει. Βρίσκοντας το Γιώργο σκέφτηκα “μα τι κάνω; Αυτό θέλω. Εδώ πρέπει να είμαι
Το σμίξιμο τους σαν μια επικίνδυνη βουτιά στο κενό χωρίς δίχτυ ασφαλείας – «κι αν υπάρχει μια ασφάλεια είναι η σχέση μας» συμπληρώνουν – δεν μπορεί παρά να έλκει την καταγωγή της στις κοινές τους προσλαμβάνουσες. Μιλούν συνέχεια, ίσως ασυνείδητα, για τον Βογιατζή και μοιάζει πια να είμαστε τέσσερις σ’ αυτό το δωματιάκι – όπου όλους τους χωρά. Ίσως γιατί το ίχνος του πάνω τους δεν είναι μια αισθητική άποψη για το θέατρο, μια καλλιτεχνική θεώρηση για τα πράγματα αλλά μια υπαρξιακή κατάσταση.
«Ο Λευτέρης βρίσκεται πια στο πως συνομιλώ με τον εαυτό μου. Να ντρέπομαι και να μην το κρύβω. Να μην καταφεύγω σε μέσα που δεν με αφήνουν εκτεθειμένη, εμένα και τα προβλήματα μου. Εκεί βρίσκω τον Λευτέρη και νομίζω πως ούτε που θα του περνούσε από το μυαλό» ομολογεί η Αμαλία Μουτούση την ώρα που και ο Γιώργος Σκεύας, είτε δουλεύοντας είτε ζώντας καθημερινές στιγμές, σκαλίζει τη σαρωτική του παρουσία ως μια «διαλυτική και συνάμα δοσμένη φύση στην απόλυτη σύνθεση. Και φυσικά με φοβερό χιούμορ. Δεν έχω γελάσει περισσότερο με άνθρωπο όσο με τον Λευτέρη».
Γιώργος Σκυεάς: Στο θέατρο δουλεύω πολύ με την φαντασία. Δεν μπορώ να λειτουργήσω αν δεν περάσω μέσα από τον ηθοποιό και η Αμαλία ήταν ένα απίστευτο όχημα, εκείνη με έκανε να πάω προς τη Νόρα. Δεν θα το επιχειρούσα αλλιώς.
Κάνω εικόνα τον Λευτέρη Βογιατζή μέσα από την διήγηση του Γιώργου Σκεύα να τρέχει νύχτα με το μηχανάκι του στους δρόμους της Ανδρου, έχοντας αντικαταστήσει τα χαλασμένα φώτα του με έναν φακό ψαρέματος φορεμένο στο μέτωπο του. Κάνω εικόνα τον σκηνοθέτη να μιλάει στην Αμαλία Μουτούση για «τα αίσχη της», τα οποία επιζητούσε με λυσσαλέο ενθουσιασμό αφού κάθε που εντόπιζε «αίσχη» εννοούσε την ελευθέρωση της. Κάνω εικόνα τους δυο τους σ’ ένα «Κουκλόσπιτο» – προσωπικό ή ιψενικό, μικρή σημασία έχει – γιατί και οι δυο τους μια «Νόρα» κυνηγούν• να την δουν να περνάει το κατώφλι της ατομικής ελευθερίας, να πετάει, να φτερουγίζει πιο κοντά στην ψυχή της. Εξάλλου, για την Αμαλία Μουτούση και τον Γιώργο Σκεύα η τέχνη, το θέατρο είναι γεμάτη κουκλόσπιτα από τα οποία πρέπει να αποδράσεις. «Είναι η επόμενη πόρτα μπροστά σου» λένε. Κι αν την ανοίξεις ίσως τους δεις να στέκονται στο κατώφλι της.