Spotlight
Έξι υποψηφιότητες για Όσκαρ με κυριότερη – και ίσως πιο σίγουρη για κατάκτηση της μαζί με το πρωτότυπο σενάριο- εκείνη της καλύτερης ταινίας. Το «Spotlight» μπήκε ως αουτσάιντερ στην κούρσα για τα φετινά Όσκαρ κι εδώ και λίγες βδομάδες έχει χριστεί ως το μεγάλο φαβορί…
Το 2002 η κοινή γνώμη της Βοστώνης σοκαρίστηκε από την αποκάλυψη ενός σκάνδαλου παιδεραστίας στους κόλπους της καθολικής εκκλησίας όπου εμπλέκονταν δεκάδες ιερείς και είχαν ως θύματα αμέτρητα νεαρά αγόρια και κορίτσια. Η βραβευμένη με Pulitzer δημοσιογραφική ομάδα με το όνομα Spotlight, της εφημερίδας Boston Globe ύστερα από πολύμηνη και γεμάτη εμπόδια, έρευνα αποκάλυψε την αλήθεια, που «πολλοί ήξεραν αλλά κανείς δεν τολμούσε να ομολογήσει»…
Θα ρωτήσει εύλογα κάποιος. Μα είναι τόσο καλή ταινία το «Spotlight» που μπορεί να κλέψει από την «Επιστροφή» το Όσκαρ καλύτερης ταινίας; Ήδη στα γραφεία στοιχημάτων το φιλμ του Τom McCarthy (“Survivor”) θεωρείται το μεγάλο φαβορί για το εν λόγω βραβείο. Η απάντηση είναι πως όχι.
Το «Spotlight» είναι μια καλή ταινία, προσωπικά τη θεωρώ πολύ καλή, αλλά δεν θεωρώ ότι υπάρχει σύγκριση ανάμεσα στα δύο έργα, που κινηματογραφικά τα χωρίζει μεγάλη απόσταση υπέρ φυσικά της ταινίας του Ιναρίτου. Όμως, κι εδώ είναι το κρίσιμο στοιχείο, το «Spotlight» εκτός του θέματος του που δείχνει να αφορά περισσότερο κόσμο- διαπίστωση που εξηγεί την όλο και περισσότερη δημοφιλία του- έχει και μια επιπλέον αξία που πηγάζει από τη στάση του σκηνοθέτη της απέναντι στην αληθινή ιστορία του.
Ο McCarthy «γράφει» την ταινία του σαν να καλύπτει δημοσιογραφικό ρεπορτάζ. Αντικειμενικά, νηφάλια, προσεχτικά και χωρίς υπερβολές. Μας υπενθυμίζει έτσι τον αυθεντικό χαρακτήρα της δημοσιογραφίας και του ρόλου που οφείλει να παίζει στην κοινωνία, πριν ακόμη γίνει φερέφωνο της εξουσίας και κομμάτι της διαπλοκής. Η αποκάλυψη της αλήθειας είναι μια φράση που ακούγεται 2-3 φορές στη διάρκεια του έργου χωρίς όμως ποτέ να γίνεται πομπώδης ή ηθικοπλαστική. Απεναντίας, σε μια σκηνή βγαίνει από τα χείλη του εξαίρετου Ruffalo (υποψήφιος για Όσκαρ β ρόλου) σαν μια μελαγχολική υπενθύμιση μιας κατάστασης που έχει ξεχαστεί ή έχει καταντήσει γραφική.
Τα σκάνδαλα παιδεραστίας από δεκάδες ιερείς με την ανοχή της κεφαλής της καθολικής εκκλησίας στη Βοστώνη, αντιμετωπίζονται από τους δημιουργούς τους φιλμ όχι μόνο με τη μορφή καταγγελίας απέναντι στο σάπιο κομμάτι της οργανωμένης θρησκείας αλλά ως μια μετωπική επίθεση στα συστημικά κύτταρα της Εξουσίας.
Άλλο σημείο που το«Spotlight» κερδίζει πόντους είναι επειδή δείχνει προς τα που οδεύει το σύγχρονο σινεμά. Ταινίες καταγγελίας και μάλιστα υπέροχες γίνονταν και πριν 30 ή 40 χρόνια. Ποιος δεν θυμάται το παρόμοιας σχεδόν θεματολογίας «Όλοι οι άνθρωποι του προέδρου»; Όμως εδώ οι βασικοί χαρακτήρες δεν είναι αντικομφορμιστές ή σκληροί καριερίστες που θα κάνουν τα πάντα για να φτάσουν ως το τέρμα της αναγνώρισης – με το αντίτιμο φυσικά. Είναι συνηθισμένοι άνθρωποι με σάρκα και οστά, ευάλωτες ψυχολογικά προσωπικότητες, με τις τυπικές ή ψιλοδιαλυμένες σχέσεις τους, με τις ανασφάλειες και τις φοβίες τους. Για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο – ο οποίος επουδενί δεν έχει ηρωικό προφίλ παρότι θα διαβαστεί από αρκετούς ως τέτοιος- συνεχίζουν το ρεπορτάζ τους για να δουν ως που μπορεί να φτάσει αυτό. Για να δουν ίσως ως που μπορούν να φτάσουν οι ίδιοι.
Η ταινία είναι απλή στη σύλληψη της, ρεαλιστική σε μεγάλο βαθμό και προς τιμή της δεν γίνεται ποτέ μελό, αφελής ή πονηρά σκανδαλιστική (δεν βλέπουμε ούτε μια σκηνή σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού) όπως θα μπορούσε. Το «Spotlight» είναι κυρίως μια αριστοτεχνική σεναριακή δουλειά που ευτυχεί σε όλα της και κυρίως στις ερμηνείες. Το γεγονός ότι αποκαλύπτει ένα νοσηρό κομμάτι της παντοδύναμης καθολικής εκκλησίας, διαβάζεται επίσης κι ως μια αναγωγή για την προσωπική ευθύνη. Αυτό το μοτίβο αντανακλάται μοναδικά στην προσωπικότητα του Keaton, του αρχισυντάκτη της ομάδας και πλέον αμφιλεγόμενου – αν όχι τραγικού- χαρακτήρα του έργου που συγκεντρώνει όλες τις εναλλασσσόμενες πολιτικές, κοινωνικές και ηθικές αξίες των ημερών που ζούμε. Των ημερών που προαναγγέλουν τις αλλαγές που έρχονται…
Κωνσταντίνος Καϊμάκης