Το Ξύπνημα της Άνοιξης
Ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης γοητεύεται από τη φρεσκάδα και την ορμή των νεαρών ηρώων του (παρότι η ιστορία του είναι μια άγρια περιπέτεια ενηλικίωσης με ωμή βία) και μας συστήνει μια νέα ηθοποιό, τη Δάφνη Πατακιά με σπουδαίο μέλλον…
Πέντε έφηβοι ανακρίνονται από αστυνομικούς για ένα έγκλημα που διέπραξαν. Παρότι αφηγούνται την ίδια ιστορία με τα γεγονότα που προηγήθηκαν του στυγερού εγκλήματος, οι εκδοχές τους είναι διαφορετικές και ενίοτε αντικρουόμενες. Την ίδια ώρα οι γονείς τους στέκονται αποσβολωμένοι και αμήχανοι στο διάδρομο του ανακριτικού κέντρου, αδυνατώντας να φανταστούν τις αιτίες που έκαναν τα παιδιά τους να διαπράξουν ένα τόσο βίαιο έγκλημα…
Μπορεί να παρακολουθούμε το χρονικό της «μύησης» κάποιων άσπιλων, εφηβικών ψυχών στην αιματοβαμμένη και νοσηρή βία αλλά όλο το εγχείρημα φωνάζει από μακριά πως ότι βλέπουμε είναι ο καθρέφτης της εποχής μας. Ο καθρέφτης των ίδιων μας των εαυτών. Όπως μονολογεί σε κάποια σκηνή ένας εκ των γονιών, έτσι κι ο θεατής μπορεί να αναλογιστεί «πόσο κακό έχουν πάθει αυτά τα παιδιά». Τούτη η άμοιρη νέα γενιά κεντρίζει την προσοχή του Γιάνναρη κι ο σκηνοθέτης την «αγκαλιάζει» χωρίς όμως να γίνεται ποτέ προστατευτικός, διδακτικός ή έστω συμβιβαστικός μαζί της.
Με κοφτό μοντάζ, ευρηματική αφήγηση (η φιλμογράφηση της δράσης διακόπτεται αρκετές φορές από stills, φωτογραφικά στιγμιότυπα που «σχολιάζουν» την εκάστοτε σκηνή) και κάμερα στο χέρι, παρουσιάζει την κτηνώδη αφασία και το χάσιμο των εφήβων ηρώων του, σε κόσμους λαμπερούς και ματαιόδοξους όπου το σεξ είναι πηγή ζωής αλλά και φορέας κινδύνου. Όλα τα συνοδευτικά γύρω από τη λίμπιντο- η απόκτηση εύκολο χρήματος, η πρόσκαιρη «ευτυχία» των ουσιών, η ηδονή να ζεις στα άκρα- αφορούν στις αξίες μιας κοινωνίας αποχαυνωμένης και εγκλωβισμένης σε ξεπερασμένα στερεότυπα και εθνικιστικές κορώνες.
Η ξενοφοβία, η «κρίση» (οικονομικοκοινωνική αλλά και ηθική), η προδοσία και οι διαρκείς εναλλαγές θύτη- θύματος είναι συνιστώσες που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε ένα ισοπεδωτικό μηδενισμό αλλά στην ταινία του Γιάνναρη χρησιμοποιούνται πρωτίστως για να καλύψουν τις προσωπικές αποτυχίες (των παλιών) και τα φαντάσματα της «ονειρεμένης» ζωής που δεν θα έρθει ποτέ για τους νέους. Παρά το ενδιαφέρον του εγχειρήματος και την άνετη παρακολούθηση του χρονικού σύστασης αυτής της ιδιότυπης συμμορίας (ξεχωρίζει με άνεση η εκπληκτική Δάφνη Πατακιά , το «Ξύπνημα της άνοιξης» – μια έμμεση αναφορά στο έργο του Φρανκ Βέντεκιντ- δεν γίνεται ποτέ συναρπαστικό ή έστω αιχμηρό. Είναι στιγμές που ο φρενήρης ρυθμός της ταινίας, γίνεται μονότονος και δεν οδηγεί πουθενά, με τις αλλεπάλληλες εκρήξεις της δράσης να θυμίζουν απλά πυροτεχνήματα. Μια ιστορία που θα μπορούσε να ξετυλίξει αμέτρητα «μυστικά» γύρω από το μωσαϊκό του εφηβικού έρωτα και της παρόρμησης σε επικίνδυνα ιδεολογικά και πολιτικά μονοπάτια, καταλήγει να είναι μια σκηνοθετική βιρτουοζιτέ που αδιαφορεί για την πορεία των ηρώων – αλλά και της ιστορίας- της, δείχνοντας γοητευμένη μόνο από την άγρια πλευρά της Αθήνας και της «ανικανότητας» συνύπαρξης των διαφορετικών φυλών της.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης