Ακύλλας Καραζήσης – Νίκος Χατζόπουλος: «Το θέατρο δεν χρεοκόπησε παρότι η Ελλάδα είναι χρεοκοπημένη»
Οι δημιουργοί του «Όταν έκλαψε ο Νίτσε» επιστρέφουν με την τρίτη συνεργασία τους ως καλλιτεχνικό δίδυμο και κυνηγούν ανεμόμυλους στην σκηνή του θεάτρου «Πόρτα» ανεβάζοντας τον “Θεατροποιό” του Τόμας Μπέρνχαρντ.
Ήταν το 2002 όταν ο Νίκος Χατζόπουλος σκηνοθετούσε για πρώτη φορά στη σκηνή του «Αμόρε» την «Γυναίκα -διάβολο» του Καρλ Σένχερ. Ο Ακύλλας Καραζήσης θα κρατούσε πρωταγωνιστικό ρόλο. Σχεδόν 15 χρόνια μετά, οι δυο τους, επιδιώκουν την μεταξύ τους συνεργασία, την οργανώνουν μέσα από δικές τους προτάσεις, συνθέτοντας ατύπως μια ομάδα. «Αν μπορεί να οριστεί ως ομάδα η σύμπραξη δύο ανθρώπων» συμφωνεί ο Χατζόπουλος. «Δεν είμαστε ομάδα, είμαστε φίλοι» διορθώνει ο Καραζήσης, βάζοντας τα πράγματα σε μια λιγότερο τυπική βάση.
Σχεδόν συνομήλικοι, έχοντας και οι δυο εξωθεατρικές αφετηρίες στη ζωή τους, έχοντας – την ίδια ώρα – διαγράψει μια κοινή πορεία στο θέατρο, με συγγενικές επιλογές και με διαρκείς συναντήσεις «στα ναι και στα όχι» τους, μπορούν να συνοψίζουν αυτά που καλλιτεχνικά τους ενώνουν σε «μια κοινή γλώσσα η οποία χωράει αισθητικές επιλογές, σκέψεις, κατευθύνσεις σκέψεων». Και παρότι το ανέβασμα του «Όταν έκλαψε ο Νίτσε», πριν από πέντε χρόνια στη σκηνή του Θησείον, ήταν η αφορμή για να εγγραφούν στη συνείδηση όλων ως δίδυμο, η σχέση τους είναι, από καιρό, ώριμη. «Σε μεγάλο βαθμό μπορούμε να συνεννοηθούμε. Συνδιαλεγόμαστε αβίαστα, με τις διαφορές μας φυσικά» σημειώνει ο Ακύλλας Καραζήσης.
Αυτή τη φορά – κι ενώ μέχρι τώρα ενεργοποιούσαν και τις δύο τους ιδιότητες (ως ηθοποιοί και σκηνοθέτες) – δοκιμάζουν μια νέα φόρμα συνεργασίας αφού ο Νίκος Χατζόπουλος πρωταγωνιστεί και ο Ακύλλας Καραζήσης σκηνοθετεί. Μια συνθήκη που προέκυψε, μάλλον, από σπόντα.
Το αρχικό πλάνο να ανεβάσουν το «Νουάρ» πάνω σε κείμενα της Πατρίτσια Χάισμιθ αναχαιτίστηκε λόγω διαδικαστικών κολλημάτων κι έτσι γρήγορα πέρασαν στην εναλλακτική τους πρόταση, την παράσταση που το Σάββατο 19 Μαρτίου κάνει πρεμιέρα στο θέατρο Πόρτα, τον «Θεατροποιό» του Τόμας Μπέρνχαρντ. «Είναι ένα πολύ ωραίο έργο που όπως κάθε καλογραμμένο κείμενο, διαβάζεται πάντα. Κι ενώ μοιάζει αυτοαναφορικό για την τέχνη του θεάτρου, δεν είναι καθόλου ναρκισσευόμενο. Ο Μπέρνχαρντ παίρνει έναν ήρωα, κλασικό σχεδόν, και μέσα από αυτόν μιλάει για τον καθένα, για την σχέση της τέχνης με την κοινωνία, για τη ζωή» παρατηρεί ο Καραζήσης.
Νίκος Χατζόπουλος: Ο Θεατροποιός είναι ένας Δον Κιχώτης που εκπροσωπεί το αδιέξοδο μιας σκέψης.
Ο Νίκος Χατζόπουλος που υποδύεται τον Μπρουσκόν, τον ομώνυμο ήρωα «που ιδροκοπά πάνω στη σκηνή» σ’ ένα ρεσιτάλ λόγου, συμπληρώνει: «Τον συναντάμε σε ένα χωριό της Αυστρίας, σε μια αίθουσα ενός παρακμιακού πανδοχείου, χώρο που διατίθεται για γάμους και βαφτίσεις, εκεί όπου πρόκειται να ανεβάσει το έργο του, τον “Τροχό της Ιστορίας”. Παρότι είναι έξαλλος με τις συνθήκες είναι αποφασισμένος να ανεβάσει την παράσταση. Πρόκειται για μια εκ του μακρόθεν θεώρηση της Iστορίας του δυτικού κόσμου, μέσα από τα μάτια ανθρώπων, πνευματικών εργατών κυρίως, που παλεύουν μάταια κι εμμονικά για κάτι. Ο Θεατροποιός είναι ένα τέτοιο πρόσωπο, ένας Δον Κιχώτης που εκπροσωπεί το αδιέξοδο μιας σκέψης».
Εκεί ακριβώς, οι δυο τους συναντούν τον ήρωα του Μπέρνχαρντ. Δεν είναι μόνο θεατροποιοί, μα είναι και Δον Κιχώτες. «Ο Μπρουσκόν παίζει σε άθλιες συνθήκες, σ’ ένα αχούρι. Και παρουσιάζει την ιστορία της ανθρωπότητας. Aυτός ο ΔονΚιχωτισμός υπάρχει, κατά τη γνώμη μου, σε κάθε θεατρική προσπάθεια, ειδικά στην Ελλάδα της κρίσης» τονίζει ο Ακύλλας Καραζήσης.
Ακύλλας Καραζήσης: ο ΔονΚιχωτισμός υπάρχει σε κάθε θεατρική προσπάθεια, ειδικά στην Ελλάδα της κρίσης
Σε μόνιμη σύγκρουση και οι ίδιοι με το κοινωνικό πεπρωμένο – όπως και ο ήρωας του Θερβάντες – επιμένουν στην τέχνη τους παρά τις άγριες συνθήκες: «Την απο-επαγγελματοποίηση του θεάτρου, την ανασφάλιστη εργασία, την κατάληξη ότι δεν μπορεί κανείς να ζήσει από αυτή τη δουλειά. Την ώρα που ο σύγχρονος πολιτισμός σε όλη την Ευρώπη αντιμετωπίζεται ως πλουτοπαραγωγική πηγή. Εκεί που κανείς επενδύει για να πάρει τα λεφτά του πίσω», υπενθυμίζει ο Νίκος Χατζόπουλος.
Α.Κ: Ο Μάρτιος τελειώνει και κανείς δεν ξέρει αν θα έχει δουλειά το καλοκαίρι. Κι αυτά είναι έργα μιας αριστερής κυβέρνησης, η οποία δήθεν κόπτεται για τον πολιτισμό.
Αμφότεροι πιστεύουν πως το πολιτιστικό και ειδικά το θεατρικό τοπίο στην Ελλάδα, άρχισε να κλυδωνίζεται με την κατάργηση των επιχορηγήσεων, αφήνοντας ελάχιστους, μετρημένους στα δάχτυλα, χώρους ή οργανισμούς που πλέον προσφέρουν δουλειά υπό αξιοπρεπείς συνθήκες. «Από την στιγμή που βάλαμε κι ένα μεγάλο ερωτηματικό στο Ελληνικό Φεστιβάλ, τι μας μένει; Ο Μάρτιος τελειώνει και κανείς δεν ξέρει αν θα έχει δουλειά το καλοκαίρι. Κι αυτά είναι έργα μιας αριστερής κυβέρνησης, η οποία δήθεν κόπτεται για τον πολιτισμό. Ψέμα κι αυτό- ούτε η αριστερή ούτε καμία κυβέρνηση δεν νοιάστηκε για τον πολιτισμό. Χρησιμοποιούν μόνο πυροτεχνήματα τύπου Φαμπρ» εξεγείρεται ο Ακύλλας Καραζήσης.
Παιδιά μιας θεατρικής γενιάς που μεγαλούργησε από την δεκαετία του ’80 μέχρι σήμερα – «ήταν τεράστιος ο διασκελισμός που έκανε το ελληνικό θέατρο στο διάστημα αυτό, άλλαξε πίστα» όπως σημειώνουν – αναρωτιούνται αν τα αποτελέσματα θα ήταν τα ίδια εν τη απουσία του επιχορηγούμενου θεάτρου. Αν ο Βογιατζής, ο Μαρμαρινός ή ο Παπαβασιλείου θα είχαν δημιουργήσει εξίσου πλατιά. Αν το ελληνικό θέατρο θα είχε προχωρήσει χωρίς το «Αμόρε». «Δεν χρεοκόπησαν όλα παρότι η Ελλάδα είναι χρεοκοπημένη. Το θέατρο ήταν ανάμεσα σε αυτές τις φωτεινές εξαιρέσεις. Και είναι ορατό το αποτέλεσμα, εντός κι εκτός Ελλάδας. Όποιος θέλει να το ανατινάξει αυτό θα πρέπει να αναλάβει και την ευθύνη».
Εκείνοι πάλι, παίρνοντας την ευθύνη του εαυτού τους, είναι αμετανόητοι στο πάθος τους για το θέατρο. «Δεν είναι πάθος, είναι η ζωή μας» λένε, καθώς μεταφέρουν τα σκηνικά του «Θεατροποιού» στο πίσω μέρος της σκηνής.