Στην Αγκαλιά του Φιδιού
Μια ονειρική περιπλάνηση στα έσχατα του «παλιού» κόσμου και η οδυνηρή συνάντηση ενός «ξεχασμένου» σαμάνου του Αμαζονίου με το λευκό άνθρωπο του σύγχρονου πολιτισμού.
Με απόσταση δεκαετιών, δύο επιστήμονες αναζητούν στον Αμαζόνιο ένα ιερό φυτό με θαυματουργές θεραπευτικές ιδιότητες. Η περιπλάνηση θα οδηγήσει και τους δύο στον ίδιο σαμάνο, τελευταίο επιζώντα της φυλής του. Η σχέση και των δύο μαζί του αφού περάσει από τα στάδια της γνωριμίας και της φιλίας, θα πάρει μία απρόβλεπτη εξέλιξη.
Επιβλητικό, παραισθησιογόνο, με οικουμενική απήχηση και οικολογική συνείδηση φιλμ που μιλάει για τις θανάσιμες πληγές της αποικιοκρατίας και του εκχριστιανισμού (απόλυτη παράνοια συνοδεύει τις 2 σεκάνς με τον καπουτσίνο καλόγερο και τον «μεσσία» που κάνει θαύματα) ως βασικές αιτίες του αφανισμού των ιθαγενών φυλών του Αμαζονίου.
Γυρισμένο σχεδόν σε ασπρόμαυρο – μόλις σε μια σεκάνς διάρκειας ενός λεπτού, λίγο πριν από το φινάλε, ένα εκθαμβωτικό χρώμα «σπάει» τη μονοτονία- και με την κατανυκτική υποβολή μιας αδιόρατης δύναμης, η «Αγκαλιά του φιδιού» διηγείται την ιστορία μιας αναζήτησης.
Οι δύο ανθρωπολόγοι, ταξιδεύουν – με διαφορά αρκετών δεκαετιών- στην καρδιά του Αμαζονίου για να βρουν το θαυματουργό φυτό yakruma. Ο πρώτος, που τον συναντάμε στην Κολομβία του 1910, είναι ο ολλανδός εξερευνητής Θίοντορ Κοχ Γκράμπεργκ ενώ ο δεύτερος, ο Αμερικανός Ρίτσαρντ Έβανς, κινείται στο σήμερα με οδηγό το βιβλίο που έγραψε ο πρώτος για τις εμπειρίες του στη Λατινική Αμερική.
Ο σαμάνος, νέος στην πρώτη ιστορία και γέρος στη δεύτερη, είναι το πνεύμα της φύσης που λεηλατείται από την «άπληστη» φύση του λευκού κατακτητή.
Πάντως δεν είναι κι αυτός άμοιρος των ευθυνών ή απλό θύμα των λευκών κατακτητών. Σε μια σκηνή τον κατηγορεί ο λευκός ότι προτίμησε να γίνει αναχωρητής και να κλειστεί στον εαυτό του αντί να αντισταθεί. Είναι ένα επιχείρημα που δεν έχει απάντηση ενώ σε αρκετές σκηνές διαπιστώνουμε την πονηριά ή την αδυναμία του ιθαγενή στα «δώρα» που του προσφέρει ο εισβολέας ακόμη κι όταν γνωρίζει καλά τη διαβρωτική χρήση τους. Η παράξενα γοητευτική, σχεδόν μεθυστική (θα νιώθετε ότι βρίσκεστε μέσα σε ένα όνειρο) φυσιολατρική ταινία του Ciro Guerra, αντλεί την έμπνευση της από τα πραγματικά ημερολόγια των Γκράμπεργκ και Έβανς.
Ο 35χρονος Κολομβιανός σκηνοθέτης δεν κρύβει την οργή του για την καταστροφική μανία του πολιτισμένου λευκού αλλά ευτυχώς δεν γίνεται γραφικός ούτε προβλέψιμος. Απεναντίας θολώνει πολλές φορές τα όρια μεταξύ καλού και κακού (κι ας γνωρίζουμε ποιος εκπροσωπεί τι), δίνει χιουμοριστικές νότες εκεί που δεν το περιμένεις – όταν ο Γκράμπεργκ διαβάζει συγκινημένος το γράμμα στη γυναίκα του ο σαμάνος τον ειρωνεύεται πως «σε λίγο θα βάλεις τα κλάματα»- και επιχειρεί να εικονογραφήσει το μαγικό πέπλο γύρω από τον Αμαζόνιο της Κολομβίας σαν ένα θαύμα της φύσης που δεν έχει ούτε αρχή ούτε τέλος.