H ηθοποιός Νάντια Περιστεροπούλου μάς μιλά για… Σκιαμαχίες
Πρωταγωνιστεί στην παράσταση «Περί όνου Σκιάς» – Σκιαμαχίες που παρουσιάζεται έως τις 23 Απριλίου στο Θέατρο Faust. Η Νάντια Περιστεροπούλου μιλά για την επιλογή του έργου και την ιδέα να ανέβει σε παράσταση το ραδιοφωνικό έργο του Φρήντριχ Ντύρενματ.
Το θέατρο του παραλόγου καθιερώθηκε λίγο μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο από συγγραφείς που ήθελαν να μιλήσουν για τη βία, την αβεβαιότητα για την ανθρώπινη ζωή, την καταπίεση, τη ματαιότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και τη σκληρότητα του πολέμου. Θεώρησα ότι είναι το πιο επίκαιρο είδος θεάτρου στην Ελλάδα της κρίσης, της χρεωκοπίας, των αυτοκτονιών.
Διαβάζοντας σ’ αυτά τα έργα τις απεγνωσμένες προσπάθειες των ηρώων να βρουν νόημα σε συνθήκες παραλογισμού, όπου κυριαρχούν η υπαρξιακή αγωνία, η κατάργηση των ιδεολογιών και η απουσία ελπίδας, έβλεπα σαφείς συνδέσεις με τη σημερινή κοινωνία και την παράλογη καθημερινότητά μας.
Στο «Περί όνου Σκιάς» βρήκα εξαιρετικά ενδιαφέρον το κεντρικό θέμα που πραγματεύεται: τον διχασμό μιας κοινωνίας για μια ασήμαντη αφορμή, για τη σκιά ενός γαϊδάρου
Ξεκίνησα το εγχείρημα στο θέατρο του παραλόγου με τον Στρατίεβ Στανισλάβ και το έργο του «Το Ρωμαϊκό Λουτρό», και στη συνέχεια με το ραδιοφωνικό έργο «Περί Όνου Σκιάς» του Φρίντριχ Ντύρενματ, βρίσκοντας συνοδοιπόρους καλλιτέχνες με κοινές αγωνίες, με διαφορετικές προσωπικότητες, αλλά με κριτική ματιά και πολιτική θέση απέναντι στο θέατρο. Και ήταν η δουλειά σε συλλογικό επίπεδο, η αλληλεπίδραση πάνω και κάτω από τη σκηνή που έκανε πραγματικότητα αυτές τις παραστάσεις, γιατί μια ιδέα γίνεται πραγματικότητα όταν υπάρχουν άνθρωποι να την πιστέψουν και να την υποστηρίξουν.
Στο «Περί όνου Σκιάς» βρήκα εξαιρετικά ενδιαφέρον το κεντρικό θέμα που πραγματεύεται: τον διχασμό μιας κοινωνίας για μια ασήμαντη αφορμή, για τη σκιά ενός γαϊδάρου. Όλα ξεκινούν από δύο ανθρώπους, στα αρχαία Άβδηρα, που δεν μπορούν να συμφωνήσουν σε κάτι τόσο ασήμαντο… σε ποιον ανήκει η σκιά ενός γαϊδάρου! Από τη στιγμή που δεν μπορούν να τα βρουν μεταξύ τους, συμπαρασύρουν ολόκληρη την πόλη στη διαμάχη τους. Οι μηχανορραφίες δίνουν και παίρνουν, σατιρίζονται οι θεσμοί της δικαιοσύνης, της θρησκείας, μέχρι και νέες παρατάξεις εμφανίζονται στο πολιτικό σκηνικό. Οι Αβδηρίτες διχάζονται και κάθε προσπάθεια για διάλογο και συλλογική αντιμετώπιση της κατάστασης πέφτει στο κενό. Το αποτέλεσμα, φυσικά, ήταν καταστροφικό.
Ο αβδηριτισμός είναι όρος συνώνυμος της ακρισίας, της επιπολαιότητας, της ανόητης συμπεριφοράς, της ανικανότητας στη διαχείριση των δημοσίων πραγμάτων.
Τα αρχαία Άβδηρα, όμως, δεν καταστράφηκαν ξαφνικά σε μια πυρκαγιά στο τέλος του έργου. Η καταστροφή ερχόταν βήμα βήμα, από τις επιλογές των Αβδηριτών, την υποκρισία τους, την ανοχή στη διαπλοκή, την απληστία, την αδιαφορία για τη διαφθορά και την έλλειψη κοινωνικής δικαιοσύνης που οδηγεί στην κατάλυση της δημοκρατίας.
Η εύκολη εμφάνιση ενός «γαϊδάρου» ως αποδιοπομπαίου τράγου, στοιχείο αδιάσπαστο του στρουθοκαμηλισμού των κοινωνιών, παραμένει διαχρονικά ένα εργαλείο χειραγώγησης από τους εκάστοτε πολιτικούς, θρησκευτικούς ηγέτες, ΜΜΕ, αυτόκλητους σωτήρες και λοιπούς «ευαίσθητους κοινωνικούς φορείς».
Το καλοκαίρι του 2015 η πολιτική εξουσία σε μια μέθη «Αβδηριτισμού», εκμεταλλεύτηκε το διχασμό του ναι και του όχι και μετέτρεψε μια λαϊκή ετυμηγορία, ετσιθελικά, σε «αναγκαίο κακό».
Η πρώτη ανάγνωση του έργου συνέπεσε με το δημοψήφισμα του καλοκαιριού του 2015, κάνοντας αυτό το έργο πιο επίκαιρο από ποτέ. Μία ολόκληρη κοινωνία που, σε μόλις μία εβδομάδα, έσπευσε να διχαστεί σε ναι και όχι, ανέτοιμη για αυτοκριτική. Ενώ, μια πολιτική εξουσία σε μια μέθη «Αβδηριτισμού», εκμεταλλεύτηκε κι έπειτα μετέτρεψε μια λαϊκή ετυμηγορία, ετσιθελικά, σε «αναγκαίο κακό».
Θεωρώ ότι στην Ελλάδα της κρίσης οι αυτοχρηματοδοτούμενες θεατρικές ομάδες οφείλουν να στηλιτεύουν τις παραπάνω παθογένειες με τέτοιου είδους έργα.