Ανάσταση
Θα την εκμυστηρευτώ την αμαρτία μου: για κάποιον (όχι αδιευκρίνιστο) λόγο κάθε φορά που έβλεπα στα καρέ του Reynolds το Χριστό και τους μαθητές του να χασκογελούν και να αλληλοπειράζονται, μου έρχονταν στο νου οι Μόντι Πάιθος…
Ο Κλάβιος, ενός πανίσχυρος Ρωμαίος στρατιωτικός (Joseph Fiennes) και ο Λούκιος (Tom Felton), ο υπασπιστής του, έχουν επιφορτιστεί από τον Πόντιο Πιλάτο με το καθήκον να ανακαλύψουν τι απέγινε το σώμα του Χριστού (Cliff Curtis) μετά τη σταύρωση και ταφή του. Η αποστολή τους πρέπει να έχει γρήγορα αποτελέσματα, ώστε να σταματήσουν οι φήμες περί Ανάστασης και ερχομού του Μεσσία που θα μπορούσαν να αποτελέσουν αιτία για εξεγέρσεις στην Ιερουσαλήμ.
Άλλη μια αποτυχημένη απόπειρα να επαναδιατυπωθεί μια διάσημη ιστορία μέσα από άλλο πρίσμα. Η ιδέα του στυλίστα σκηνοθέτη Kevin Reynolds -μας είχε δώσει πρν από αρκετά χρόνια έναν αξιοπρεπέστατο «Ρομπέν των Δασών» με τον Kevin Costner στον ομώνυμο ρόλο- να αφηγηθεί την ιστορία της Ανάστασης του Χριστού μέσα από την ατμόσφαιρα ενός φιλμ μυστηρίου και την προσέγγιση του ήρωα να θυμίζει την τεχνική ενός…detective, προσδίδει ομολογουμένως extra ενδιαφέρον στην κλασική ιστορία των Παθών του Χριστού. Όμως άλλο το να θες να πεις κάτι κι άλλο τελικά το πως το λες.
Η ταινία για έναν ανεξήγητο λόγο χάνεται στις απερίγραπτες, παιδαριώδεις συμπεριφορές ενός τσούρμου – οι μαθητές του Χριστού- που ενώ βρίσκεται διαρκώς αντιμέτωπο με το θάνατο, δεν σταματά να επιδεικνύει μια χαλαρότητα κι ένα κέφι που δεν συνάδουν με την ιστορία. Το πράγμα μάλιστα εκτροχιάζεται όταν εμφανίζεται ο Χριστός. Εκεί η ταινία ξεχνάει τις αρχικές προθέσεις της (το φιλμ μυστηρίου που λέγαμε) και κυλάει σε αφέλειες που δεν έχουν καν συγκρίσιμο μέγεθος. Ίσως μόνο τους Μόντι Πάιθονς αλλά εκείνοι ήξεραν να κάνουν σάτιρα ακόμη κι αν δεν είχαν τον…Θεό τους. Από ένα σημείο και μετά οι παιδαριώδεις ατάκες δίνουν ρεσιτάλ. Για να έχετε μια εικόνα των δρώμενων: σε μια σκηνή που τρώνε χαρούμενοι και γελαστοί ο Χριστός, οι μαθητές και ο «άπιστος» ρωμαίος, ένας λεπρός τολμάει να πλησιάσει. Ο περίγυρος τον πλακώνει στο ξύλο ενώ ο Χριστός αρχικά μένει αδιάφορος χωρίς να χάνει το χαμόγελο του αλλά κάποια στιγμή αποφασίζει να σηκωθεί. Τότε οι μαθητές του με λαχτάρα, περηφάνεια, αδημονία και το πρόσχημα της περιέργειας στοιχηματίζουν μεταξύ τους. «Τι λες; Θα το κάνει;» λέει ο ένας για να απαντήσει ο άλλος. «Ναι φυσικά». Μα τι θα κάνει, τολμάει να ρωτήσει ο ρωμαίος. «Μα να τον θεραπεύσει φυσικά. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά» απαντούν εκείνοι και το θαύμα ολοκληρώνεται μέσα στο κέφι και τη χαρά, με τον δαρμένο -αλλά θεραπευμένο πλεόν- ζητιάνο να παίρνει το δρόμο του…
Κωνσταντίνος Καϊμάκης