Η εκκρεμότητα του Εθνικού έκλεισε. Οι Κασσάνδρες παραμένουν;
Η εκκρεμότητα έκλεισε την Πέμπτη το μεσημέρι, παρά τις αναίτιες καθυστερήσεις αρκετών μηνών: ο υπουργός Πολιτισμού ανανέωσε, κυριολεκτικά στο παρά πέντε, για τα επόμενα τρία χρόνια, τη θητεία του Στάθη Λιβαθινού και του Θοδωρή Αμπαζή στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου.
Μ’ αυτή την απλή υπουργική πράξη, οι επικεφαλής του Εθνικού Θεάτρου θα παρουσιάσουν το πρόγραμμά τους, θα οριστικοποιήσουν και θα κλείσουν τις συνεργασίες τους, θα βαδίσουν τη διαδρομή που οι ίδιοι θα χαράξουν και θα κριθούν, φυσικά, γι’ αυτήν.
Στο χώρο του αθώου, μέχρι πρότινος, πολιτιστικού ρεπορτάζ διαμορφώνονται «μικροί στρατοί», με στρατηγούς και λοχαγούς, που ανάλογα με την περίπτωση, φροντίζουν να ξεφωνίσουν, να διαβάλουν, να σπιλώσουν.
Αυτό που παραμένει ανθρωποφαγικά παρόν, είναι η νέα «δημοσιογραφική τάση» που το τελευταίο διάστημα παρατηρείται στο χώρο του αθώου (μέχρι πρότινος) πολιτιστικού ρεπορτάζ. Γιατί είναι πια γεγονός και έχει εντοπιστεί πολλές φορές: και το πολιτιστικό ρεπορτάζ απέκτησε τα δικά του «παπαγαλάκια» κι έχει ήδη αρχίσει να σπαράσσεται από μικρούς ή μεγαλύτερους «εμφυλίους». Και στο χώρο του αθώου, μέχρι πρότινος, πολιτιστικού ρεπορτάζ διαμορφώνονται «μικροί στρατοί», με στρατηγούς και λοχαγούς, που ανάλογα με την περίπτωση, φροντίζουν να ξεφωνίσουν, να διαβάλουν, να σπιλώσουν. Λίγο πριν τις υπουργικές αποφάσεις πάντα. Ή, μάλλον, προκαλώντας και διευκολύνοντας τις υπουργικές αποφάσεις.
Υπήρχαν βέβαια και οι δημοσιογράφοι-φίλοι των συγγραφέων, των εικαστικών, των ηθοποιών. Μέχρι τώρα το «ατόπημά» τους εντοπιζόταν σε πιο γενναιόδωρα κείμενα, σε περισσότερα δημοσιεύματα από τον ίδιο δημοσιογράφο για το έργο του ίδιου καλλιτέχνη, στην υπερβολική προβολή. Αλλά αυτό ήταν τρυφερά γραφικό. Ετσι κι αλλιώς, ο τελικός κριτής ήταν και είναι πάντα το κοινό.
Τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, κάθε τόσο βλέπουμε «στρατευμένα» ρεπορτάζ, σε συγκεκριμένες χρονικές στιγμές (λίγο πριν την ανανανέωση της θητείας του επικεφαλής ενός οργανισμού συγκεκριμένα). «Η ειδικευμένη ομάδα -ορατών τε και αοράτων…- που “αποκάλυψε” τα “κακουργήματα” του Γιώργου Λούκου έχει βάλει μπρος τη μηχανή, με καύσιμο -χωρίς καταλύτη…- τα διάφορα γνωστά -πασπαρτού- ασαφή, περί οικονομικών, επιχειρήματα -όπου τους αριθμούς ο καθένας μπορεί κατά βούλησιν και διαφορετικά να τους ερμηνεύσει…-, και γκαζώνει» έγραψε ο πάντα εύστοχος και σαφής Γιώργος Σαρηγιάννης στο totetartokoudouni.
Διαβάζουμε λοιπόν, το τελευταίο διάστημα, μακροσκελή κείμενα που όλως τυχαίως αναδεικνύουν τις οικονομικές αβλεψίες, «ατασθαλίες» ή τα ελλείμματα οργανισμών όπως το Φεστιβάλ Αθηνών ή το Εθνικό Θέατρο -χθες. Και χθες δηλαδή. Γιατί είχε προϋπάρξει ένα ακόμη ρεπορτάζ στις 29 Απριλίου στην «Εφημερίδα των Συντακτών» με θέμα τα οικονομικά του Εθνικού Θεάτρου επί Στάθη Λιβαθινού (αλλά ήταν Μεγάλη Παρασκευή, πήγε άπατο, κανείς δεν ασχολήθηκε μαζί του).
Χθες όμως, στα «Νέα», και μια εβδομάδα πριν την εκπνοή της θητείας του Στάθη Λιβαθινού στο Εθνικό Θέατρο, όπου υλοποίησε το πρόγραμμα του προηγούμενου διευθυντή, Σωτήρη Χατζάκη, υπήρχε δημοσίευμα με τον πιασάρικο και εντυπωσιοθηρικό τίτλο στην πρώτη σελίδα «Επεσαν έξω και δεν πάνε Επίδαυρο»!
Εχουμε μεγαλώσει σ’ αυτή τη δουλειά, έχουμε μάθει να διαβάζουμε και πίσω από τις γραμμές (είναι μέρος της δουλειάς μας κι αυτό) και αναγνωρίζουμε απολύτως τι σημαίνει «κίτρινο» δημοσίευμα
Εχουμε μεγαλώσει σ’ αυτή τη δουλειά, έχουμε μάθει να διαβάζουμε και πίσω από τις γραμμές (είναι μέρος της δουλειάς μας κι αυτό) και αναγνωρίζουμε απολύτως τι σημαίνει «κίτρινο» δημοσίευμα, τι σημαίνει δοτό ρεπορτάζ, τι σημαίνει να έχεις στοιχεία από παραστάσεις και εισιτήρια εξαιρετικά που δύσκολα δίνει το γραφείο Τύπου του Εθνικού Θεάτρου (στην προκειμένη περίπτωση).
Πάντως, το γραφείο Τύπου του Εθνικού Θεάτρου τέτοιο επίσημο αίτημα για απολογισμό εισιτήριων δεν δέχθηκε για το πρόσφατο δημοσίευμα. Αλλά στο δημοσίευμα υπήρχαν συγκεκριμένα στοιχεία, για πολύ συγκεκριμένες παραστάσεις (δηλαδή για τις επιλογές του Στάθη Λιβαθινού στο Νέο Rex και στην Πειραματική Σκηνή). Νόμιζα ότι έχουμε λύσει, εδώ και χρόνια, πως λόγος ύπαρξης των Πειραματικών Σκηνών είναι οι νέες προτάσεις που φέρνουν κι όχι τα εισιτήρια που κόβουν. Κι ότι το ρίσκο των επιλογών της κάθε Πειραματικής Σκηνής συνοδεύει τη γένεσή της. Και ότι είναι καθήκον ενός κρατικού θεατρικού θεσμού να προτείνει νέες ματιές, νέες απόψεις και να μην έχει τα μάτια του μόνο στο ταμείο και στα λαμπερά τηλεοπτικά ονόματα. Και νόμιζα επίσης ότι είχαμε χαιρετήσει και είχαμε απολαύσει τη μετάπλαση του ισογείου του REX, ότι είχαμε απολαύσει το μαγευτικό και ζεστό φουαγιέ που έστησε η Ελένη Μανωλοπούλου, ότι είχαμε συγκινηθεί που με ελάχιστα μέσα είχε στηθεί ένα μικρό κινηματογραφικό μουσείο στο Νέο REX. Φαίνεται ότι λάθος νόμιζα…
Παρά το κλείσιμο της εκκρεμότητας της καλλιτεχνικής διεύθυνσης στο Εθνικό Θέατρο, παρά το ότι η επανάληψη αυτή της νέας (για το πολιτιστικό ρεπορτάζ) δημοσιογραφικής μεθόδου δεν βρήκε, στην προκειμένη περίπτωση τον στόχο της, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει και δεν θα την ξαναδούμε. Κι όλο αυτό το διάστημα, παρακολουθούμε την ίδια μέθοδο, τα ίδια σχεδόν πανομοιότυπα κείμενα που πλήττουν ανθρώπους της τέχνης και προέρχονται από ανθρώπους που είμαι σίγουρη πλέον ότι μόνο την τέχνη δεν αγαπούν.
Οσοι αγαπούν την τέχνη πάντως, τους καλλιτέχνες και τα εγχειρήματά τους, όσοι κατανοούν την αγωνία τους να αποτυπώσουν το σήμερα και τον ψυχισμό των ανθρώπων αυτού του τόπου στις επιλογές τους, στενοχωριούνται πάρα πολύ, που υπάρχουν δύο, τρεις το πολύ δημοσιογράφοι, που μόνοι τους επέλεξαν να γίνουν αποσυνάγωγοι και που στις συνεντεύξεις Τύπου, κάπου κρύβονται ή έρχονται με συνοδεία και κανείς δεν τους χαιρετάει. Αυτή για μένα θα ήταν η πιο μεγάλη ήττα, από οποιοδήποτε πρόχειρο, λανθασμένο, ανέμπνευστο ή ανεπαρκές κομμάτι έχω υπογράψει.