Στη ζωή του προπάτορά μας Αδάμ υπάρχουν δύο θηλυκές υπάρξεις : η Εύα και η συνείδησή του. Κι απ’ τις δύο ζει χωριστά για να μην έχει πρόβλημα. Μετά από έντονη λογομαχία με το Θεό και τον εαυτό του, ή μάλλον με το Θεό Εαυτό του, το σκάει απ’ τον Παράδεισο, ξεκινώντας το μεγάλο ταξίδι μέσα στον καθένα.
Μεταλλάσσεται σε Αδαμόπουλο, Αδάμογλου, Αδαμαντινό, Αδαμάκο, Άνταμσον κι ένα σωρό άλλα μεταπτωτικά καθαρματάκια, παίρνοντας έτσι την εκδίκησή του που του φορτώθηκαν όλες οι αμαρτίες του κόσμου, επειδή δοκίμασε απ’ τα οπωροκηπευτικά του Παραδείσου. Στο τέλος, αφού εξαντλεί τον κακό εαυτό του, ξαναγυρίζει στον Παράδεισο, δήθεν μετανιωμένος, για να χτίσει αυθαίρετο με θέα Κόλαση. Ένας διαφορετικός, ξεκαρδιστικός μονόλογος, μια ιστορία με αρχή, μέση, αλλά χωρίς τέλος, με τον Μιχαήλ Άνθη σ’ ένα ρεσιτάλ ερμηνείας, γέλιου, συγκίνησης, μεταμορφώσεων και συνεχών ανατροπών.