Αργυρώ Χιώτη: «Δεν αποτελεί δέσμευση η ομάδα μας, αποτελεί επιλογή»
Η σκηνοθέτις και επικεφαλής της ομάδας των Vasistas που επανέρχεται με την νέα της δουλειά σε κείμενο του “οσκαρικού” Ευθύμη Φιλίππου, εξηγεί πως βιώνει την ευρωπαϊκή καριέρα και συνάμα την απαξίωση του ελληνικού συστήματος προς τον Πολιτισμό.
Φτιάχνω μια πρόχειρη λίστα· με τους καλλιτέχνες που επιδιώκουν σταθερά την παρουσία τους στα θέατρα της Ευρώπης. Εδώ και καιρό. Η Αργυρώ Χιώτη είναι ένα από τα πιο εργατικά πλάσματα του ελληνικού θεάτρου σ’ αυτόν τον τομέα, γνήσιος και προπαντός αθόρυβος φορέας της πολύτιμης εξωστρέφειας – έννοια που, αίφνης τα τελευταία χρόνια, βρίσκεται στα στόματα πολλών και διαφόρων.
Εδώ πάλι, με την Αργυρώ Χιώτη, την σκηνοθέτη των Vasistas μιλάμε για πράξεις, όχι για προθέσεις. Για το τι σημαίνει να πρεσβεύεις τον εαυτό σου, την ομάδα σου, την τέχνη και τον πολιτισμό σου εκτός συνόρων, χωρίς τυμπανοκρουσίες αλλά με απτά αποτελέσματα. Η νέα τους δουλειά η οποία βαπτίζεται στην “κολυμπήθρα” του Φεστιβάλ Αθηνών – και είναι βέβαιο πως θα έχει την πορεία όλων των προηγούμενων παραγωγών τους που με (βλέπε Στέγη Ιδρύματος Ωνάση) ή χωρίς βοήθεια ταξίδεψαν σε πόλεις και φεστιβάλ της Κεντρικής Ευρώπης – είναι ένα ακόμα εγχείρημα. Να εξελίξουν την γλώσσα τους, να προετοιμάσουν την επόμενη δεκαετία της ζωής τους εντός κι εκτός Ελλάδος, να συνομιλήσουν με καλλιτέχνες που μοιράζονται την ίδια «γλώσσα» – πόσω μάλλον αν αυτός είναι ο Ευθύμης Φιλίππου –, να τροφοδοτήσουν την επόμενη γενιά της εγχώριας πειραματικής σκηνής και γιατί όχι να δώσουν μια ακόμα απάντηση στην απορία που γεννάει το όνομα τους.
Τελικά, έχετε δώσει απάντηση στο όνομα σας (Was ist das>τι είναι αυτό); Τι είναι οι Vasistas μετά από δέκα χρόνια παρουσίας στα θεατρικά πράγματα;
Πως θα όριζες την δημιουργική φάση στην οποία έχει μπει η ομάδα;
Ως προς τη σκηνική φόρμα νομίζω πως έχουμε απομακρυνθεί πια από μια γλώσσα αποκλειστικά αφηγηματική, από έναν λόγο σχεδόν επιστημονικό και από την ακραία, εξωστρεφή ενέργεια. Εξερευνούμε πια κόσμους περισσότερο εσωτερικούς και προσωπικούς, με έντονη μουσικότητα και μια απρόβλεπτη λογική στον τρόπο που συνδέονται τα πράγματα. Μια λογική που κινείται στη σφαίρα της “υπαρξιακής ευαισθησίας”, αν μπορώ να το πω έτσι… Ως προς την ομάδα και τη λειτουργία της, θα έλεγα πως είμαστε λίγο πιο συνειδητοί και ήσυχοι, ώστε να πετάμε τα ανούσια και να συγκεντρωνόμαστε με χαρά σε αυτά που μας καίνε.
Φυσικά και είναι αίτημα της εποχής ένας κάποιος, όποιος, επαναπροσδιορισμός
Βρήκατε την αδελφή ψυχή σας στα κείμενα του Ευθύμη Φιλίππου;
Η γραφή του Ευθύμη δεν είναι προφανής, δεν είναι διδακτική και δεν είναι εσκεμμένα δραματική. Η απουσία και των τριών αυτών στοιχείων χαρακτηρίζει όλα του τα έργα και κινεί πάντα το ενδιαφέρον μας.΄Επειτα με τον Ευθύμη μιλάμε την ίδια γλώσσα και σε προσωπικό επίπεδο έχει μάλλον κάτι κοινό η αντίληψη μας για τον κόσμο και τον άνθρωπο. Η γραφή του είναι απενοχοποιημένα μακρυά από την ανάγκη εύρεσης ενός “νοήματος”. Μας καλεί σε ένα άνοιγμα, σαν να ακολουθεί μια πιο εσωτερική λειτουργία της γλώσσας και της σκέψης που, αν της αφεθούμε, μας αγγίζει βαθιά χωρίς να ξέρουμε ακριβώς το γιατί.
Τι κρύβεται πίσω από τις διφορούμενες συστάσεις για τις «Απολογίες» πως πρόκειται για ένα «βιογραφικό ποίημα – μια άτυπη δίκη»;
Κρύβεται η αλήθεια της παράστασης και της σκηνικής συνθήκης της! Πρόκειται για ένα βιογραφικό έργο, γιατί ο Ευθύμης βασίστηκε σε μαρτυρίες κάποιων από εμάς, τις οποίες έπειτα επεξεργάστηκε καταλήγοντας σε ένα λόγο ελλειπτικό, σχεδόν ποιητικό. Η συνθήκη που χρησιμοποιούμε στη σκηνή δανείζεται στοιχεία από τη διαδικασία μιας πραγματικής δίκης, χωρίς καθόλου όμως να μένουμε μόνο σε αυτό. Δημιουργήθηκαν άλλοι κανόνες, άλλοι όρκοι, άλλες σωματικές συμπεριφορές που δεν μοιάζουν με τίποτα, εξ ου και η «άτυπη δίκη» της περιγραφής. Παραμένουμε στη σκηνή μάρτυρες μιας μη ρεαλιστικής συνθήκης. Μας ενδιαφέρει η πολυπλοκότητα του χρόνου και του χώρου/τόπου.
Θα έβαζα στο εδώλιο τον ελληνικό συντηρητισμό. Ας μείνω σε αυτό για τώρα, δεν είναι λίγο – παντού διασκορπίζεται και τα πάντα διαβρώνει
Τα πρόσωπα του έργου εκφράζουν μιαν ανάγκη επαναπροσδιορισμού. Το διαπιστώνεις ως αίτημα της εποχής;
Μοιάζει σχεδόν αφελές, αλλά φυσικά και είναι αίτημα της εποχής ένας κάποιος, όποιος, επαναπροσδιορισμός. Τους πάντες νομίζω αφορά, απλώς κάποιοι προχωρούν πιο δυναμικά και ενεργητικά προς μια τέτοια κατεύθυνση ενώ άλλοι ίσως περιμένουν να παρασυρθούν…
Ποια χαρακτηριστικά της συλλογικής ελληνικής ταυτότητας θα έβαζες στο «εδώλιο»;
Τον συντηρητισμό σίγουρα. Ας μείνω σε αυτό για τώρα, δεν είναι λίγο – παντού διασκορπίζεται και τα πάντα διαβρώνει.
Θα έλεγες πως το θέατρο είναι ένα εργαλείο συλλογικής μνήμης;
Σε ένα υπαρξιακό επίπεδο θα έλεγα ναι, γιατί αν καταφέρει να σε μετακινήσει και να σε συγκινήσει, τότε σημαίνει πως κάτι ξεκλειδώνει, κάτι φωτίζει σε σχέση με τον άνθρωπο και τη λειτουργία του, τον εαυτό, τη σχέση με τον άλλο και το σύνολο σε σχέση με το τώρα. Όλα αυτά μέσα από μια συλλογική εμπειρία, όλα αυτά μέσα από μια διαδικασία που έχει να κάνει με τη μνήμη.
Επειδή συχνά το πειραματικό είναι συνυφασμένο με κάτι το κλειστό και το δυσπρόσιτο, χρειάζεται μια δουλειά απόκτησης εμπιστοσύνης, ώστε να συναντηθούν στον πειραματισμό τους καλλιτέχνες και κοινό
Αν φωτογράφιζες μια στιγμή από το παρελθόν σου ποια θα ήταν αυτή και γιατί;
Δεν είμαι καλή σ’ αυτά. Ξεχνάω ιστορίες, ξεχνάω ημερομηνίες, ξεχνάω ονόματα… Αισθήσεις μόνο μου μένουν, μάλλον. Δεν τραβώ ποτέ φωτογραφίες κι ούτε ανατρέχω ποτέ σε παλιότερες φωτογραφίες. Μόνο για τη δουλειά όταν χρειάζεται.
Τα τελευταία χρόνια στήνεις παραστάσεις που στηρίζονται στη λειτουργία του Χορού, χωρίς να υπάρχει ένα κείμενο αρχαίου δράματος. Πόσο συνυφασμένο είναι το τραγικό με την ανθρώπινη ύπαρξη;
Απόλυτα. Μονίμως σε μικρά ή μεγαλύτερα δίπολα και συγκρούσεις κινείται ο άνθρωπος. Δίπολα και συγκρούσεις που έχουν να κάνουν με το σωστό ή το λάθος, την ηθική, το κοινωνικώς αποδεκτό ή μια πιο αυθεντική φύση μας, τη γνώση, την ατομική και συλλογική πορεία προς δρόμους πιο φωτεινούς ή σκοτεινούς. Και εφόσον όλα έχουν να κάνουν με το πώς υπάρχει ο καθένας μέσα στον κοινωνία, όλα συνδέονται και με κάποιον άμεσο ή έμμεσο τρόπο με τη συλλογικότητα, με τη λειτουργία του Χορού. Ο Χορός είναι πάντα παρών και παρακολουθεί, μέσα από κλειστές γρίλιες και παράθυρα…
Είναι προσωπικές ή συλλογικές οι σκηνοθεσίες σου;
Και τα δύο ελπίζω και προσπαθώ.
Τι κάνει στα μάτια σου ένα θέατρο πειραματικό;
Πειραματικό ή ερευνητικό θέατρο είναι αυτό που δεν σταματάει να αναρωτιέται, που χρησιμοποιεί τα υλικά – συστατικά του θεάτρου με τρόπο μη προβλεπόμενο ή συνηθισμένο. Διαταράσσει λοιπόν δεδομένα και συνήθειες που έχουν να κάνουν με τη γλώσσα και την εκφορά της, με τη σκηνική παρουσία, τη σκηνική φόρμα, το σημαίνον και το σημαινόμενο.
Ναι, αμέ· θα σκηνοθετούσα μια παράσταση συμβατικής δραματουργίας
Υπάρχει ικανό κοινό στην Ελλάδα για τον χώρο του ερευνητικού θεάτρου;
Ναι, πιστεύω πως υπάρχει. Υπάρχει η περιέργεια, υπάρχει η διάθεση ανοίγματος, υπάρχει η τάση προς την ανατροπή της ευκολίας. Επειδή όμως συχνά το πειραματικό είναι συνυφασμένο με κάτι το κλειστό και το δυσπρόσιτο, χρειάζεται μια δουλειά απόκτησης εμπιστοσύνης, ώστε να “συναντηθούν” στον πειραματισμό τους καλλιτέχνες και κοινό.
Θα σκηνοθετούσες, με τον τωρινό δημιουργικό τρόπο σκέψης, μια παράσταση με συμβατική δραματουργία;
Ναι αμέ, φυσικά.
Γιατί δεν σκηνοθετείς συχνά εκτός της ομάδας;
Καταρχάς, οι συνθήκες δουλειάς εντός της ομάδας είναι ιδανικές (από άποψη ανθρώπινου δυναμικού, συνεργασίας, ελευθερίας). Πού θα βρω καλύτερα; Έπειτα, η πρακτική δουλειά και η ενέργεια που χρειάζεται για να γίνει μια παραγωγή της ομάδας σωστά –όσο αυτό είναι κάθε φορά εφικτό- είναι πολύ μεγάλη. Δεν έχω πολλά αποθέματα για περισσότερα ή άλλα πράγματα. Παρόλα αυτά, όλο και κάποιες συνεργασίες προκύπτουν, ωραίες, που καταφέρνω και τις κάνω. Είτε ως σκηνοθέτης, είτε ως συν-δημιουργός, είτε μόνο ως ηθοποιός. Το θεωρώ σημαντικό να συνεργαζόμαστε όλοι και με άλλους ανθρώπους, να φεύγουμε για λίγο, να δοκιμάζουμε και να επανερχόμαστε. Δεν αποτελεί δέσμευση η ομάδα μας, αποτελεί επιλογή.
Πόσο δύσκολο είναι για μια ομάδα να δρομολογεί την παρουσία της σε σκηνές της Ευρώπης όπως κάνετε συστηματικά εσείς;
Στην ευρωπαϊκή σκηνή ο χώρος του πολιτισμού λειτουργεί με δίκτυα, μικρότερα ή μεγαλύτερα, φτωχότερα ή με περισσότερα χρήματα. Πιο ερευνητικά και πρωτοποριακά ή και λιγότερο. Ευρωπαϊκή καριέρα μάλλον σημαίνει πως κάποιος μπαίνει σε ένα ή πολλά τέτοια δίκτυα και κινείται.
Το ελληνικό σύστημα, το γνωρίζουμε όλοι, είναι φοβερά εχθρικό – και – για τον πολιτισμό. Με θλίβει η σκέψη πως η δουλειά μου και η επιβίωση της μπορεί να εξαρτάται από ένα σύστημα που την αγνοεί ή την απαξιώνει
Οι Vasistas ανταποκρίνονται σε αυτό που λέμε «ευρωπαϊκή καριέρα»;
Εργαζόμαστε συστηματικά και οργανωμένα και με βοήθεια ώστε να μπορούμε να ταξιδεύουμε τις παραστάσεις μας εκτός. Και γιατί έτσι – προσωπικά αλλά και σαν ομάδα νομίζω – μπορούμε να αναπνέουμε, και γιατί μόνο έτσι μπορούμε να επιβιώνουμε μέσα από τη δουλειά μας. Το ελληνικό σύστημα, το γνωρίζουμε όλοι, είναι φοβερά εχθρικό (και) για τον πολιτισμό. Δεν ξέρουμε ακόμα τι είδους σύγχρονο πολιτισμό θέλουμε και πώς μπορούμε να τον στηρίξουμε. Οι καλλιτέχνες, θεωρούνται συχνά – ακόμα – εκκεντρικοί ή αργόσχολοι. Με θλίβει η σκέψη πως η δουλειά μου και η επιβίωση της μπορεί να εξαρτάται από ένα σύστημα που την αγνοεί ή την απαξιώνει.
Είσαι, παρόλα αυτά, ευχαριστημένη από την πορεία και την υποδοχή των Vasistas στο εξωτερικό;
Θεωρώ τρομερά σημαντική την σχέση μας με το εξωτερικό. Είμαι καταρχάς ευχαριστημένη που υπάρχει και εύχομαι να υπάρχει όλο και περισσότερο στο μέλλον.Γι’ αυτό και εκτιμώ τρομερά την προσπάθεια της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση να στηρίζει και να αναπτύσσει επαφές καλλιτεχνών και ομάδων με το εξωτερικό. Και πιστεύω πως σ’ αυτήν την κατεύθυνση θα έπρεπε να κινηθούν και το Εθνικό θέατρο και το Φεστιβάλ Αθηνών και άλλοι… Μόνο έτσι θα διατηρήσουμε την – ψευδαίσθηση ίσως- μιας κάποιας ακεραιότητας καλλιτεχνικής και οικονομικής, ώστε να μπορούμε να προχωράμε…