Ο Νονός
Εμβληματικό έπος-τοιχογραφία της αμερικανικής κοινωνίας και μια από τις κορυφαίες δημιουργίες όλων των εποχών δια χειρός Francis Ford Coppola με βάση το βιβλίο του Mario Puzo.
1945, Νέα Υόρκη. Ο Δον Βίτο Κορλεόνε, αρχηγός της ομώνυμης οικογένειας μαφιόζων, παντρεύει την κόρη του Κόνι. Όπως θέλει η παράδοση -«Κανένας Σικελός δε μπορεί να αρνηθεί ένα αίτημα την ημέρα του γάμου της κόρης του»- ο Δον Βίτο δέχεται αιτήματα για χάρες. Ταυτόχρονα, αναζητεί το διάδοχο του. Μία σειρά από βίαια γεγονότα θα οδηγήσουν σε πόλεμο μεταξύ των οικογενειών, έως ότου βρεθεί ο διάδοχος αυτής της πολυπόθητης θέσης.
Μια μυθική πλέον ταινία που διατηρεί αμείωτη τη γοητεία της στο πέρασμα του χρόνου ακόμη κι αν πλησιάζει το μισό αιώνα ζωής. Η γκαγκστερική ταυτότητα του φιλμ είναι μόνο το πρόσχημα ώστε να ξεδιπλώσει ο Coppola – παράλληλα με τη μοναδική δεξιότητα του ως σκηνοθέτης- τον προβληματισμό του για το χτίσιμο της αμερικανικής αυτοκρατορίας του 20ου αιώνα. Μιας αυτοκρατορίας με ισχυρά θεμέλια της τον καπιταλισμό, το οργανωμένο έγκλημα και την αποθέωση του χρήματος ως την υπέρτατη αρετή. Δεν είναι τυχαία πως η δομή της οικογένειας των Κορλεόνε είναι ταυτόσημη με τη δομή λειτουργίας της Μαφίας, ενώ όλη η προβληματική της διέπεται από τους κανόνες του καπιταλισμού. Από μια άποψη η ταινία είναι άκρως παρεξηγημένη καθώς πολλοί επικριτές της θεωρούν ότι αποθεώνει το πρότυπο του ήρωα- γκάνγκστερ. Αν θεωρήσουμε όμως τους δύο «Νονούς» ως ενιαίο έργο αυτή η άποψη δεν στέκει. Ο Μάικλ Κορλεόνε σαφώς και γνωρίζει την απότομη και ολοκληρωτική μεταμόρφωση του σε μια περσόνα με χαρακτηριστικά ενός «θεού» που έχει χιλιάδες πιστούς αλλά το τέλος της διαδρομής τον βρίσκει μόνο του και συντριπτικά χαμένο να παλεύει με τους δαίμονες της προσωπικής του ήττας σε κάθε επίπεδο. Η ταινία είναι ένα ατόφιο αριστούργημα χωρίς κανένα ψεγάδι όπου τα πάντα – ερμηνείες, σκηνοθεσία, μουσική, σενάριο, φωτογραφία, καλλιτεχνική διεύθυνση κ.α- πρέπει να διδάσκονται στους υποψήφιους κινηματογραφιστές. Τρία βραβεία Όσκαρ: ταινίας, σεναρίου και Α ρόλου για τον Brando.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης