Ο Θρύλος του Ταρζάν
Μοντέρνο επαναλανσάρισμα ενός κλασικού και διαχρονικού ήρωα, φτιαγμένο με φανταχτερό περιτύλιγμα αλλά και δυστοκία – μεταξύ σκηνοθεσίας και σεναρίου- να το συνοδεύουν.
Γύρω στα 1890 ο βολεμένος στις ανέσεις της πλούσιας βικτοριανής ζωής του, λόρδος Τζον Γκρέιστοουκ (γνωστός και ως Ταρζάν), δέχεται πρόταση να επιστρέψει στο Κονγκό ύστερα από απουσία 8 ετών. Σκοπός του ταξιδιού είναι να διαπιστώσει με τα ίδια του τα μάτια αν οι εταιρείες της βέλγου βασιλιά Λεοπόλδου ακολουθούν τη νόμιμη οδό στην εκτέλεση των αναπτυξιακών έργων τους ή αν κρύβεται κάποιο ύποπτο σχέδιο από πίσω.
Οπτικά θεαματική αναβίωση του μύθου του Ταρζάν με το σενάριο (που δανείζεται μόνο τα βασικά από την ιστορία που εμπνεύστηκε ο Edgar Rice Burroughs το 1912), να αφηγείται μια βίαιη ιστορία αποικιοκρατίας και εκδίκησης. Η επιστροφή του βασιλιά της ζούγκλας στα μέρη που μεγάλωσε, αρχικά είναι αμήχανη και κάπως θλιβερή. Βασική αιτία δεν είναι μόνο η στενή στρατιωτική στολή που φοράει ο λόρδος Γκρέιστοουκ. Είναι οι μνήμες της απότομης αποχώρησης του και η βαμμένη στα χρώματα της εκδίκησης ιστορία που την συνοδεύουν (ο Ταρζάν ευθύνεται για το χαμό του μονάκριβου γιου ενός φύλαρχου που υποδύεται ο Djimon Hounsou). Ταυτόχρονα όμως η απληστία και τα σημάδια ενός πρώιμου ανθρωποφάγου καπιταλισμού (η πραγματική ιστορία γύρω από τη βασιλεία του Λεοπόλδου Β που αποδεκάτισε τον πληθυσμό του Κονγκό) κάνουν την εμφάνιση τους στην ταινία, κουμπώνοντας αρχικώς ικανοποιητικά με την ιστορία του Ταρζάν.
Όμως καθώς βρισκόμαστε σε μια ιστορική εποχή κρίσιμη για το πέρασμα των αιώνων και την αλλαγή ιδεολογιών, με την βικτοριανή εποχή να ετοιμάζεται να δώσει τη σκυτάλη στη Νέα Τάξη, το όλο πρότζεκτ είναι φύσει αδύνατο να χωρέσει στο πλαίσιο μιας σχεδόν 2ωρης καθαρά ψυχαγωγικής ταινίας που όσο προχωρά βουλιάζει υπό το βάρος των φηφιακών εφέ. Πολύ γρήγορα η ταινία παύει να είναι του… Ταρζάν και μετετρέπεται σε οικολογικό θρίλερ. Καθώς όμως μιλάμε για την ιστορία του Ταρζάν, δεν γίνεται να παραλειφθούν τα βασικά γεγονότα γύρω από αυτόν. Τα φλας μπακ πηγαινοέρχονται κοφτά και απότομα: η ζούγκλα ως αιτία θανάτου (των γονιών του) αλλά και πηγή ζωής μαζί (η σωτηρία του από τους πίθηκους), ο έρωτας για την Τζέιν, η ικανότητα του να μιλάει με τα πλάσματα της ζούγκλας, η σύγκρουση (ανθρώπινης) λογικής και (ζωικού) ενστίκτου. Δυστυχώς η καταγγελτική διάθεση του σεναρίου καταπίνει στην κυριολεξία την αρχετυπική ιστορία του Ταρζάν – τον κουβαλά στα στιβαρά μπράτσα του όσο αντέχει ο Alexander Skarsgård ενώ την παράσταση κλέβει η αυστραλή Margot Robbie ως Τζέιν- και στο τέλος έχουμε τη γλυκόπικρη γεύση μιας περιπέτειας που ήθελε να κάνει τη διαφορά αλλά δεν τα κατάφερε. Ο David Yates, σκηνοθέτης τεσσάρων φιλμ του Χάρι Πότερ, θέλησε να πει πολλά και να δείξει ακόμη περισσότερα αλλά ξέχασε το σημαντικότερο, τον ήρωα του, τον οποίο άφησε μόνο και αβοήθητο να παλεύει με τα θηρία!
Κωνσταντίνος Καϊμάκης