Τσεκούρι Από Κόκκαλο
Θαυμάσιο σκηνοθετικό ντεμπούτο από τον αμερικανό S. Craig Zahler με ένα υπερβίαιο και ωμού ρεαλισμού γουέστερν που κάνει το σινεμά του Tarantino να μοιάζει με παιδική χαρά!
1850. Στη φιλήσυχη πόλη Bright Hope, στα σύνορα ΗΠΑ- Μεξικού, μια φυλή κανίβαλων ινδιάνων απάγει τη σύζυγο (Lili Simmons) ενός τοπικού κτηματία (Patrick Wilson). Αν και πληγωμένος ο ράντσερ σχηματίζει μια ομάδα διάσωσης μαζί με τον σερίφη (Kurt Russell), τον αλκοολικό βοηθό του (Richard Jenkins) και έναν αλαζόνα τζογαδόρο (Matthew Fox). Το οδοιπορικό της ομάδας αυτής θα έχει τραγική κατάληξη αφού όσα συναντήσουν οι 4 άντρες ξεπερνούν και την πιο ακραία φαντασία!
Οι πραγματικά πρωτότυπες ταινίες ή τέλος πάντων εκείνες που έχουν κάτι διαφορετικό να αφηγηθούν, είναι όλο και πιο σπάνιες τα τελευταία χρόνια. Πολλοί ισχυρίζονται ότι «τα πάντα έχουν πλέον ειπωθεί». Όμως να, που μερικές φορές σκάει μύτη κάποιος από το πουθενά και διατυπώνει με επιχειρήματα τις αντιρρήσεις του. Ο συγγραφέας και διευθυντής φωτογραφίας S. Craig Zahler είναι μια τέτοια περίπτωση, επαναδιατυπώνοντας κάποιες ενδιαφέρουσες θέσεις γύρω από το παρωχημένο (;) είδος του γουέστερν. Με το καλημέρα κιόλας, μας συστήνει ένα κόσμο απύθμενης βίας που δεν παρουσιάζει τίποτα ηρωικό. Η εναρκτήρια σεκάνς απεικονίζει δύο ληστές-δολοφόνους που σφάζουν αμείλικτα κάποιους άντρες που κοιμούνται.
Λίγο μετά οι φονιάδες αυτοί βρίσκουν εξίσου φριχτό θάνατο. Όσα ακολουθούν είναι δύσκολο να περιγραφούν καθώς αποτελούν αιματοβαμμένα κομμάτια μιας επίγειας κόλασης, στην οποία δεν χωράει όχι μόνο τίποτε ηρωικό αλλά και καμιά απολύτως λογική. Η ταινία κλικακώνει έντεχνα τις ιδέες της με ένα ευφάνταστο όσο και σοκαριστικό συνδυασμό θρίλερ, δράσης και μακάβριου χιούμορ. Η πορεία των ηρώων προς την τελική λύση είναι φτιαγμένη σαν μια οδύσσεια που αποδομεί τα κλισέ του γουέστερν (διόλου τυχαία το μικρό απόσπασμα απαρτίζεται από αναγνωρίσιμους χαρακτήρες του είδους) ενώ η αποκατάσταση της ιστορίας υπάρχει διακριτικά στο φόντο. Οι «άγριοι» αυτόχθονες της Αμερικής που σφαγιάστηκαν από τους λευκούς αποίκους για να τους αρπάξουν τα εδάφη τους, «δικαιολογούν» το προσωνύμιο τους στην ταινία μέσα από μια ιεροτελεστία κάθαρσης και εκδίκησης μαζί, που θα σας αφήσει άφωνους με τον ωμό ρεαλισμό της (τι σκηνή αυτή του τεμαχισμού του λευκού γυμνού άντρα από τους κανίβαλους ενώ έχει τις αισθήσεις του!). Ένα ιδιομορφο, μεταμοντέρνο και σοκαριστικό γουέστερν που πίσω από την τραχιά, γκροτέσκα εικόνα του κρύβει μια διακριτική, σαρδόνια ειρωνεία που «χαράζει» όλη τη φιλοσοφία του έργου.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης