Αγγελος Τριανταφύλλου: «Οι ‘Ορνιθες’ είναι η καρμανιόλα του συνθέτη»
Ο ηθοποιός, συνθέτης και ο σταθερός συνεργάτης του Νίκου Καραθάνου τολμά το, μετά Χατζιδάκι, βήμα υπογράφοντας τη μουσική στο νέο ανέβασμα της αριστοφανικής κωμωδίας και μιλάει για την ανάγκη του να ζει και να δημιουργεί χωρίς ντροπή.
Η μουσική του έχει γίνει για πολλούς η κοινή, συναισθηματική μνήμη μιας θεατρικής παράστασης∙ ο ήχος που ξυπνά την εμπειρία και τη συγκίνηση. Τώρα, ο Αγγελος Τριανταφύλλου καλείται να πράξει το εξής τολμηρό: Να προσπεράσει το «σκόπελο» της παραστασιακής μνήμης που έχει ταυτιστεί μ’ ένα ανυπέρβλητο όνομα κι έναν κλασικό τίτλο, Μάνος Χατζιδάκις και «Ορνιθες». Το ευχάριστο είναι πως πολύ νωρίτερα από αυτό το εγχείρημα ο 33χρονος συνθέτης και ηθοποιός δοκίμασε γενναία άλματα για τον εαυτό του.
Σήμερα, κάποιες μνημειώδεις παραστάσεις αργότερα – ως στενός συνεργάτης του Νίκου Καραθάνου – αλλά και με το προσωπικό του συνθετικό σήμα ν’ αρχίζει να εκπέμπει εξίσου δυναμικά, ο νέος αυτός πολυδημιουργός δηλώνει συνειδητοποιημένος πως η Τέχνη του γεννιέται για να πεθαίνει. Και καθόλου δεν θρηνεί γι’ αυτό. Αντίθετα, είναι γιορταστικός, «αντρόπιαστος» θα πει κάπου, ο τρόπος που ο Αγγελος Τριανταφύλλου κοιτάζει τη δημιουργία και τη ζωή, με το πλατύ χαμόγελο που ‘σκάει’ ολοένα καθώς μοιραζόμαστε τη μεσημεριανή δροσιά ενός αθηναϊκού κήπου.
Νιώθεις περισσότερο μουσικός ή ηθοποιός; Η’ δεν έχει σημασία;
Αισθάνομαι ότι ώρες – ώρες με επιλέγει το ένα και ώρες – ώρες το άλλο. Επ’ ουδενί δεν επιλέγω εγώ. Κάθε φορά που το κάνω βρίσκομαι μπροστά σ’ έναν τοίχο. Για παράδειγμα τώρα στους «Ορνιθες» με επέλεξε η σύνθεση.
Που καταφεύγεις πιο εύκολα για να δημιουργήσεις;
Δεν ξέρω. Τα κέρδη και οι ζημίες είναι εξίσου σημαντικά και στις δύο πλευρές. Έχω μετρήσει άπειρες ζημίες ως ηθοποιός στο απώτερο παρελθόν όπως επίσης και ως συνθέτης. Δεν μπορώ να πω ότι ο ένας χώρος με έχει προικίσει περισσότερο από τον άλλο.
Ο συνθέτης ο 13ος παίκτης μιας παράστασης, αν υποθέσουμε ότι η ομάδα αποτελείται από μια καλή δωδεκάδα. Ωστόσο, ως παίκτης της ομάδας κάθεται στον πάγκο
Εξάλλου, ο συνθέτης είναι ένας ρόλος για μια θεατρική παράσταση.
Είναι ο 13ος παίκτης μιας παράστασης, αν υποθέσουμε ότι η ομάδα αποτελείται από μια καλή δωδεκάδα. Ωστόσο, ο συνθέτης ως παίκτης της ομάδας κάθεται στον πάγκο. Κι επειδή έχω δουλέψει με ομάδες που λειτουργούν λιγότερο συνεργατικά η πίκρα είναι ακόμα μεγαλύτερη.
Σου αρέσει να λειτουργείς ομαδικά;
Δημιουργώ μοναχικά, είμαι μονήρης. Στα πλαίσια του θεάτρου όμως αγαπώ πολύ τη συνεργασία και την ομάδα. Και όταν δεν υπάρχει, μου λείπει αφόρητα.
Οξύμωρο για έναν καλλιτέχνη που νομοτελειακά υπάρχει μέσα από τον άλλο και την ίδια ώρα δουλεύει σε καθεστώς ιδιώτευσης.
Η μοναχικότητα σε ότι με αφορά είναι νομίζω πατρική κληρονομιά. Κληρονόμησα αυτή την τάση από τον πατέρα μου∙ δεν πιστεύω πολύ εύκολα στις φιλίες, στη διάρκεια των σχέσεων. Προκύπτει λοιπόν από προσωπική θέση παρά από καλλιτεχνική άποψη.
Δημιουργώ μοναχικά, είμαι μονήρης. Στα πλαίσια του θεάτρου όμως αγαπώ πολύ τη συνεργασία και την ομάδα. Κι όταν δεν υπάρχει, μου λείπει αφόρητα
Είσαι πολύ νέος κι όμως έχεις κάνει πολλά και σημαντικά πράγματα. Φοβήθηκες να μην καείς;
Στις μέρες μας κανείς δεν μπορεί να μιλήσει για μιαν υπερέκθεση εφόσον όλοι κάνουμε ότι μπορούμε για να επιβιώσουμε. Εσωτερικά ωστόσο, αυτό το ‘κάψιμο’ με τροφοδοτεί με έναν τρόπο. Ακόμα κι όταν ήμουν νεότερος ήθελα να φοιτώ στο Πολυτεχνείο, ήθελα ταυτόχρονα να σπουδάσω μουσική, θέατρο αλλά και να μην χάσω τη ζωή μου. Ένιωθα ότι αν δεν λειτουργώ παράλληλα σε πολλά πράγματα, δεν έχει νόημα. Τρέφομαι από να είμαι πολυδημιουργικός. Την ίδια ώρα, έχω μια μικρή νησίδα χρόνου κι όταν κινούμαι πάνω της παίρνω ενέργεια για να ‘καώ’ πάλι. Είναι οι στιγμές που φτιάχνω τα δικά μου έργα. Η μουσική για το θέατρο είναι το ένα σκέλος της ασχολίας μου αλλά όταν μπαίνω στην περιοχή της δημιουργίας ολοκληρωμένων, δικών μου έργων, νιώθω ότι μπορώ να ανταπεξέλθω σε δέκα παραστάσεις.
Ορνίθων πρόβες, ο Αγγελος Τριανταφύλλου με το Νίκο Καραθάνο/credit Κική Παπαδοπούλου
Σε ποιες περιοχές εντάσσεις τα προσωπικά σου έργα;
Η τελευταία προσωπική μου δουλειά ήταν η όπερα που έγραψα πάνω στη «Μήδεια». Ο δρόμος μου με ενδιαφέρει να πάρω είναι η επαφή της ποίησης με την ανθρώπινη φωνή: Πως αρθρώνεται ο λόγος με μουσικό τρόπο. Και πως αυτό το πράγμα μπορεί να ακουμπήσει το συναίσθημα μας. Αυτό με συγκινούσε από μικρό παιδί – πάντα διάβαζα ποίηση, πάντα με δονούσε η σχέση με το πιάνο μου. Από μικρός έγραφα μουσική, προτιμούσα ν’ αναζητήσω κάτι δικό μου, παρά να μελετήσω ένα κλασικό έργο.
Θα ήθελα να είναι αντρόπιαστα τα πράγματα στη ζωή. Να είμαστε όσο πιο αντρόπιαστοι γίνεται. Να μπορούμε να πανηγυρίζουμε, να κλαίμε, να μπορούμε να ηττηθούμε
Όμως, δεν μπορεί, θα είχες και κάποια σημεία αναφοράς στη μουσική…
Οι γονείς μου άκουγαν μουσική και μεγάλωσα σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον. Η μάνα μου άκουγε πολύ Χατζιδάκι, ο πατέρας μου είναι φανατικός της κλασικής μουσικής, ειδικά της γερμανικής, ρομαντικής μουσικής – οπαδός του Μάλερ, του Στράους, του Βάγκνερ. Αυτός ο κόσμος της ρομαντικής μουσικής με καθόρισε πολύ αλλά την ίδια ώρα με συγκίνησε πολύ ο Χατζιδάκις. Όταν πια άρχισα να ωριμάζω και ν’ ακούω κι άλλους ήχους που δεν υπήρχαν στο σπίτι άνοιξαν περισσότερο οι ορίζοντες μου. Ανακάλυψα όψιμα το ρεμπέτικο και το λαϊκό∙ συνέχισα στην ηλεκτρονική μουσική παρότι παλαιότερα είχα την αναπηρία να μην μπορώ ν’ ακούσω ούτε μισό κομμάτι του είδους. Κάποτε επίσης, δεν μπορούσα να διανοηθώ τη σχέση με την dance. Τώρα όμως μπορώ να την καταλάβω πολύ, να εκτιμήσω κάποιες ποιότητες της. Μπορεί να μην μιλήσει στην καρδιά μου αλλά ο ρυθμός της είναι ένα όπλο που χρησιμοποιώ και στους «Ορνιθες».
Ως Χατζιδακικός από κούνια λοιπόν, φαντάζομαι πως δυσκολεύτηκες να κάνεις το, μετά Χατζιδάκι, βήμα για τη μουσική των «Ορνίθων».
Στην αρχή κοκάλωσα. Το συγκεκριμένο έργο του Χατζιδάκι το αγαπώ πάρα πολύ, το έχω μελετήσει. Κι όταν ο Νίκος (Καραθάνος) μου πρότεινε να συνεργαστούμε στους «Ορνιθες» αντέδρασα με το επιχείρημα ότι «τόσα έργα έχει ο Αριστοφάνης, είναι ανάγκη να κάνουμε αυτό»; Οι «Ορνιθες» είναι η καρμανιόλα του συνθέτη∙ δεν ξέρω αν είναι η καρμανιόλα του σκηνοθέτη αλλά σίγουρα είναι του συνθέτη. Ομολογώ πως αυτό τον καιρό περπατάω στο δρόμο και έχω την αίσθηση ότι γύρω μου έχουν στηθεί πολλές κρεμάλες για χάρη μου. Ήδη έχω ακούσει διάφορους «καλοπροαίρετους» να με περιμένουν στη γωνία.
Ορνίθων πρόβες, ο Αγγελος Τριανταφύλλου με τον Αγγελο Παπαδημητρίου/credit Κική Παπαδοπούλου
Πάντως στο πλαίσιο της παράστασης ο Νίκος Καραθάνος σας έχει δώσει την οδηγία να λειτουργείτε «αντρόπιαστα».
Ναι, το λέει για την προσέγγιση μας στον Αριστοφάνη. Εγώ θα ήθελα να είναι αντρόπιαστα τα πράγματα στη ζωή. Να είμαστε όσο πιο αντρόπιαστοι γίνεται. Να μπορούμε να πανηγυρίζουμε, να κλαίμε, να μπορούμε να ηττηθούμε.
Νιώθεις κάπως έτσι;
Ναι, σε πολύ μεγάλο βαθμό. Εκείνο που δεν πετυχαίνω πάντα είναι να είμαι ήρεμος. Θα ήθελα αυτή έλλειψη ντροπής να μου γεννάει μια εσωτερική γαλήνη, μεγαλύτερη από αυτήν που ζω μέχρι τώρα.
Τελικά, πως μοιάζει το μουσικό σύμπαν που έχεις φτιάξει για τους «Ορνιθες»;
Θεωρώ πως το ανέβασμα είναι της εποχής του. Κι αυτό μας δίνει την ελευθερία και το πάτημα να μην κινούμαστε στα ίδια μονοπάτια. Ακόμα και να ζούσε ο Χατζιδάκις και ο Κουν αποκλείεται να έκαναν την παράσταση του ’60 – θα έκαναν μια εντελώς διαφορετική παράσταση. Θα ήταν άνθρωποι της εποχής τους. Ο Χατζιδάκις δε προέτρεπε τους νέους ανθρώπους να κάνουν αυτό που είχαν στην ψυχή τους, δεν είπε ποτέ «αντιγράψτε με, εμένα το μεγάλο δάσκαλο». Ηταν πολύ πιο πρωτοποριακός από πολλά σημερινά μυαλά βυθισμένα στη βαθιά συντήρηση, μυαλά – ψυγεία. Όλα αυτά γυρνούσαν σαν δίνη στο μυαλό μου πριν ξεκινήσουμε να δουλεύουμε πάνω στο έργο. Όταν έγινε αυτό, μπήκα στον κόσμο που θέλει ο Νίκος να φτιάξει και σταμάτησα να σκέφτομαι τα περί παραστασιακής μνήμης.
Ο Καραθάνος ήταν μια κυρίαρχη δύναμη στην εξέλιξη μου και παραμένει κυρίαρχη γιατί πάντα εκεί γυρίζουμε
Πόσο καθοριστική έχει σταθεί η συνεργασία σου με το Νίκο Καραθάνο για τη μέχρι στιγμής πορεία σου;
Ήταν κεντρική πυξίδα που ακτινωτά παρέσυρε και τις υπόλοιπες δράσεις μου. Η παρουσία του Νίκου Καραθάνου έφεξε και φώτισε και τις άλλες δουλειές μου σε σημείο που νομίζω ότι αν δεν είχαμε συναντηθεί καλλιτεχνικά, δεν ξέρω αν θα είχα προχωρήσει τόσο γρήγορα. Από το «Συρανό» και μετά όλοι ανακαλύψαμε ένα νόημα στη συνεργασία και άτυπα δημιουργήθηκε αυτή η ομάδα. Αργότερα, η «Γκόλφω» ήταν η πρώτη μου μεγάλη μουσική δουλειά και το χρονικό σημείο που άρχισα να καταλαβαίνω πως μπορώ να υπάρχω μουσικά. Μέχρι τότε είχα θέληση, είχα επιθυμία αλλά δεν είναι τρόπο. Οπότε ο Καραθάνος ήταν μια κυρίαρχη δύναμη στην εξέλιξη μου και παραμένει κυρίαρχη γιατί πάντα εκεί γυρίζουμε. Κάνουμε άλλες δουλειές, αλλά πάντα επιδιώκουμε να σκεφτούμε με τον ίδιο τρόπο και να δούμε τι έχουμε στα χέρια μας∙ να πούμε «έλα πάμε να το φτιάξουμε» – με την σαρωτική πάντα ενέργεια του Νίκου σε αποφάσεις.
Σε ησυχάζει ότι υπάρχει αυτή η σταθερά;
Πολύ αλλά από την άλλη όσο δουλεύω σ’ αυτή τη σταθερά είμαι πιο ανήσυχος από ποτέ. Οι δουλειές που κάνουμε μ’ αυτή την ομάδα μου γεννούν το μεγαλύτερο άγχος.
Θα ήθελες τα έργα σου για το θέατρο να λειτουργήσουν κάποτε αυθύπαρκτα; Αποσπασμένα από το θέατρο;
Δεν είμαι σίγουρος ότι μπορούν. Πιστεύω ότι τα έργα μου δεν είναι καθόλου αυθύπαρκτα, ίσως λίγο ο «Βυσσινόκηπος». Κι επίσης δεν θα ήθελα να έχουν τέτοια αυτονομία. Θέλω οι συνθέσεις μου να πεθαίνουν την ώρα που πεθαίνει η παράσταση για την οποία έχουν γραφτεί και να γεννιούνται μαζί της. Γι’ αυτό και δεν γράφω ποτέ πριν ξεκινήσουν οι πρόβες μιας παράστασης – θέλω να είναι απόλυτα συνδεδεμένες από την αρχή μέχρι το τέλος με τη ραχοκοκαλιά της παράστασης. Διαφορετικά νιώθω ότι το παίζω έξυπνος στον εκάστοτε σκηνοθέτη ή αντίστοιχα το παίζει εκείνος έξυπνος. Μπορεί να γράψω την πιο ευτελή μουσική του κόσμου αλλά να νιώθω καλά γιατί ξέρω ότι έχω πάει αγκαζέ με το σκηνοθέτη.
Νομίζεις ότι ως συνθέτης έχεις διαμορφώσει ένα προσωπικό ύφος;
Στο θέατρο ξεχνάς το προσωπικό σου ύφος. Αν επιχειρήσεις να το κάνεις διακριτό σημαίνει ότι προσπαθείς να είσαι πιο έξυπνος από αυτό που κάνεις. Πρέπει να οραματίζεσαι ποιο είναι το ύφος που ο σκηνοθέτης θέλει να δώσει στην παράσταση∙ να γίνεσαι η μουσική του γλώσσα, να είσαι σε όλα του τα αισθητήρια νεύρα. Στις υπόλοιπες μουσικές που φτιάχνω, εκτός θεάτρου, ίσως αρχίζει να συγκροτείται ένα μουσικό ύφος.
Θέλω οι συνθέσεις μου να πεθαίνουν την ώρα που πεθαίνει η παράσταση για την οποία έχουν γραφτεί και να γεννιούνται μαζί της
Η μουσική είναι ο χώρος της ουτοπίας σου;
Είναι αλλά υπάρχουν κι άλλοι. Δεν καταλαβαίνω τον καλλιτέχνη που είναι τόσο αφοσιωμένος και ξεχνάει ότι έχει προσωπική ζωή. Θέλω να σπαταλώ τις στιγμές μου σε δεκάδες πράγματα. Ναι, ουτοπία είναι η μουσική και το θέατρο, χώροι δουλειάς για μένα, αλλά ουτοπία είναι κι ο έρωτας, η σεξουαλική συνεύρεση, ουτοπία είναι οι μαγευτικές διακοπές και μια αγκαλιά της μάνας σου.
Μιλάς για καταστάσεις κι όχι για τόπους.
Ναι για μένα ουτοπία είναι μια κατάσταση.
credit Βασίλης Μακρής
Έχεις πια λόγους για να πιστεύεις στο ακατόρθωτο;
Μέσα σε αυτή την κοινωνική πραγματικότητα, έχω πάψει παντελώς να πιστεύω σε ακατόρθωτα πράγματα. Έχω πάψει γιατί καταλαβαίνω ότι οι ουτοπικές θεωρίες απαιτούν πάντα ένα μεγάλο κορόϊδο, αυτού ή αυτών που τις πιστεύει. Παρόλα αυτά, οι υπόλοιπες ουτοπίες μου ασκούν ακόμα γοητεία και ακόμα πηγαίνω κοντά τους. Τις έχω και τις έχουμε ανάγκη. Απλώς δεν πρέπει να είμαστε εύκολη λεία στα χέρια ανθρώπων που μόνο την ουτοπία δεν υπερασπίζονται.
Με τρόπο ανήθικο.
Βαθιά ανήθικο. Γιατί αν δεν ήταν, αν επρόκειτο για ατύχημα θα μπορούσες και να το συγχωρήσεις. Όμως τώρα πια η εξαπάτηση σου ξυπνάει όλη την οργή του κόσμου μέσα σου. Και η οργή είναι η μόνη επαφή μπορώ να έχω με τη μεγαλύτερη γενιά. Κατανοώ ότι ο θυμός αυτός, αν μη τι άλλο, οφείλει να υπάρχει.
Το να ζεις είναι πιο εύκολο, το να συμφιλιώνεσαι με αυτά που έχεις ζήσει πάντα για μένα ήταν ένα ανοιχτό ερώτημα
Ουτοπικά πως μπορεί να διοχετευθεί αυτός ο θυμός απέναντι σε αυτά τα κοινωνικο-πολιτικά δεδομένα;
Ο μοναδικός τρόπος για να βρει πατρίδα η οργή είναι η δημιουργία. Ακόμα και στην ηλικία των 60 χρόνων. Αν ο άνθρωπος πάψει να είναι δημιουργικός, σχεδόν σταματάει να ζει, μόνο πενθεί για τα χρόνια που του έχουν μείνει. Κάνω ευχή να μην πενθήσω τα χρόνια που θα έρθουν.
Πλέον, τι σου προκαλεί πέταγμα στην ψυχή;
Πολλές αναμνήσεις. Πιο εύκολα μπορώ να αναφερθώ στο παρελθόν, παρά στο παρόν. Η ψυχή μου έχει πετάξει σίγουρα μέσα στην τέχνη, μέσα στην συντροφικότητα την οποία τη θεωρώ πολύ αναγκαία, με τον έρωτα όσο παροδικός κι αν είναι αλλά και σε στιγμές πολύ προσωπικές όπου έχω περάσει μόνος σε μια εξοχή. Εκεί που γυρνάει όλη η φύση και γίνεται καθρέφτης μου. Στα δέντρα, στις θάλασσες, στα ποτάμια που αγαπώ πολύ μπορείς να αναγνωρίσεις μικρά, δικά σου κομμάτια και να συμφιλιωθείς με αυτά. Το να ζεις είναι πιο εύκολο, το να συμφιλιώνεσαι με αυτά που έχεις ζήσει πάντα για μένα ήταν ένα ανοιχτό ερώτημα.