Ο Ιδιωτικός Βίος του Μάξουελ Σιμ
Το ομότιτλο best seller του βρετανού Jonathan Coe «μεταφράζεται» άψογα στα γαλλικά από το σκηνοθέτη της κωμωδίας «Πες μου το όνομα σου».
Ο 50χρονος Μάξουελ Σιμ περνάει κρίση. Με τη γυναίκα του έχει χωρίσει, ο πατέρας του δεν αντέχει να τον βλέπει και με με την κόρη του δεν μπορεί να συννενοηθεί. Το γεγονός ότι έχει 47 φίλους στο Facebook δεν τον βοηθάει ιδιαίτερα καθώς συνειδητοποιεί πως δεν έχει κανέναν που να μπορεί να μοιραστεί τα προβλήματα του. Χωρίς να το πολυσκεφτεί λέει «ναι» σε μια επαγγελματική πρόταση να γίνει πωλητής και να πλασάρει στην αγορά της νότιας Γαλλίας νέες οικολογικές οδοντόβουρτσες φτιαγμένες από τρίχες αγριόχειρου. Το ταξίδι που ξεκινάει με το εταιρικό αυτοκίνητο θα έχει πολλές στάσεις και αμέτρητες εκπλήξεις…
Σπάνια μια ταινία δρόμου μπορεί να πετύχει τις κατάλληλες, ισόποσες δόσεις χιούμορ και δράματος. Η ταινία του Michel Leclerc «Ιδιωτική ζωή του Μάξουελ Σιμ» τα καταφέρνει πάντως περίφημα. Ο σκηνοθέτης του «Πες μου το όνομα σου» βασίζεται στο διάσημο βιβλίο του Jonathan Coe, μεταφέροντας υποδειγματικά τη δράση από τη βρετανική ενδοχώρα στο γαλλικό Νότο.
Ήρωας του έργου είναι ένας συγκινητικός, παρεξηγημένος άντρας. Ο μοναχικός Μάξουελ Σιμ, πασχίζει για μια ανθρώπινη, ουσιαστική επαφή. Δεν τα καταφέρνει πάντα. Άλλοτε φταίει ο ίδιος (απίστευτα κωμική η σκηνή της αρχής με τον συνεπιβάτη του στο αεροπλάνο που πεθαίνει «από πλήξη για αυτά που του έλεγα» σύμφωνα με τον Μάξουελ) κι άλλες φορές οι γύρω του δεν διαθέτουν την όρεξη ή την υπομονή για να κουβεντιάσουν μαζί του. Η πιο φιλική φωνή που ακούει στη μεγαλύτερη διάρκεια του ταξιδιού προέρχεται από το GPS του αυτοκινήτου. Όμως ο Μάξουελ είναι αποφασισμένος να μην αφήσει να πάει χαμένη η ευκαιρία. Είναι βέβαιος ότι θα βρει τελικά το δρόμο του ακόμη κι αν πάρει τη λάθος στροφή. Στο τέλος μπορεί και να τα καταφέρει ακόμη κι αν η πορεία του πάρει μεταφυσικές διαστάσεις. Εν κατακλείδι μια χαμηλότονη ταινία, φτιαγμένη με σπάνια ευαισθησία αλλά και χιούμορ, που έχει ως θέμα τον επαναπροσδιορισμό της ζωής όταν όλα δείχνουν χαμένα. Ταυτόχρονα ένα τρυφερό road movie για την κατάθλιψη (αν και καταθλιπτικός ο ήρωας δεν κλείνεται ποτέ στον εαυτό του αλλά στρέφεται προς τους άλλους), τη δυσκολία επικοινωνίας σήμερα παρότι υπάρχουν αμέτρητοι τεχνολογικοί και άλλοι δίαυλοι, την επιθυμία της ζωής, τη φυγή σαν μια γενναία πράξη ενδοσκόπησης, την ανάγκη κλεισίματος των «λογαριασμών» από το παρελθόν. Η ερμηνεία του Jean-Pierre Bacri δεν είναι απλώς σημαντική. Είναι ένας υποκριτικός άθλος γεμάτος κομψότητα, λιτή χάρη και συναίσθημα.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης