Η Βασίλισσα της Ερήμου
H τελευταία ταινία του Werner Herzog που υμνεί την προσωπικότητα της Gertrude Bell, είναι μια άνιση δημιουργία που παλεύει μεταξύ του ενδιαφέροντος ιστορικού τεκμηρίου και του ξενέρωτου εξωτικού ρομάντζου…
Στις αρχές του 20ου αιώνα, η Βρετανίδα αρχαιολόγος Gertrude Bell μεταβαίνει ως διπλωματική ακόλουθος στη Μέση Ανατολή. Εκεί θα γνωρίσει από πρώτο χέρι την επικίνδυνη ζωή της ερήμου, θα ζήσει το μεγάλο έρωτα (δύο φορές μάλιστα), ενώ θα διατελέσει και πληροφοριοδότης της Μεγάλης Βρετανίας γύρω από τις αλλαγές που συντελούνται στις διάσπαρτες εθνότητες και φυλές κατά τη διάρκεια της πτώσης της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Λες και η απεραντοσύνη της ερήμου μάγεψε τον Herzog και τιθάσευσε τη μανιώδη καλλιτεχνική φύση του. Τούτο το φιλμ μοιάζει σαν να είναι βγαλμένο από τις επαγγελματικές ατζέντες κάποιων executives του Χόλιγουντ κι όχι από τις μύχιες, σκοτεινές σκέψεις του δημιουργού που μας έδωσε κάποτε ένα «Φιτζκαράλντο», ένα «Αγκίρε» ή ακόμη κι ένα «Νοσφεράτου». Τη μεγαλειώδη ιστορία της Gertrude Bell, ο γερμανός σκηνοθέτης τη διαχειρίζεται δίχως τόλμη και με σεβασμό. Υπερβολικό ίσως και μάλιστα στα όρια της αγιογραφίας που δεν χωράει γκρίζες ζώνες ενώ στα προσεγμένα, καρτποσταλικά καρέ του ο ακαδημαϊσμός κυριαρχεί. Κι όμως η αρχική σκέψη του Herzog να ταυτίσει την ιστορία της ασυμβίβαστης αρχαιολόγου που ανακαλύπτει τον εαυτό της στο αχανή ορίζοντα της ερήμου με την αφύπνιση του αραβικού κόσμου, που προετοιμάζεται για τη Νέα Εποχή είναι εύστοχη.
Η ταινία ξεκινάει από μια ιστορική βάση, με το μοίρασμα ζώνων επιρροής και συνόρων των νέων κρατών που θα διαμορφωθούν ύστερα από τη διάλυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας που μετράει περίπου 5 αιώνες κυριαρχίας. Χώρος και χρόνος δράσης είναι μια σύσκεψη στο βρετανικό στρατηγείο του Καίρου το 1914, όπου μεταξύ άλλων παρευρίσκονται ο Τσόρτσιλ και ο Λόρενς (αποτυχημένη η επιλογή να ερμηνεύσει ο άχρωμος Robert Pattinson τον εμβληματικό ήρωα που υποδύθηκε κάποτε ο Peter Ο’ Toole).
Εκεί ακούμε για πρώτη φορά το όνομα της ηρωίδας με όχι και τόσο κολακευτικά λόγια (ως «μια τρελή και αλαζονική γυναίκα που κουνά τα καπούλια της στους άραβες» την περιγράφει ένας σκληρός αξιωματικός). Ομως στην επόμενη σεκάνς ο σκηνοθέτης μας ταξιδεύει 12 χρόνια πίσω όπου παρακολουθούμε το λαμπρό μυαλό μιας ξεχωριστής προσωπικότητας που αρνήθηκε τη συνηθισμένη πορεία ζωής των γυναικών της εποχής της και πήγε κόντρα σε όλα. Η αέναη περιπλάνηση αυτού του αδάμαστου πνεύματος για χρόνια σ’ ολόκληρη τη Μέση Ανατολή, θα γίνει αποδεκτή από τις φυλές της ερήμου που θα της χαρίσουν το προσωνύμιο «βασίλισσα της ερήμου». Μιας βασίλισσας δίχως στέμμα από με απόλυτο σεβασμό κι αναγνώρισε από τους σκληροτράχηλους λαούς της ερήμου. Κι όμως αυτή την τόσο σαγηνευτική προσωπικότητα ο σκηνοθέτης την προσεγγίζει με βασικούς πυλώνες τα δύο φωτορομάντζα στην αρχή και το τέλος του φιλμ.
Ειδικά το πρώτο χρονικά με το γραμματέα της βρετανικής πρεσβείας που υποδύεται ο James Franco (δίχως χημεία οι Kidman- Franco, σαφώς πιο ταιριαστή η σχέση της με τον Damian Lewis) είναι η αποθέωση της βαρετής ροζ λογοτεχνίας, χτισμένης σε όρκους αιώνιου έρωτα που γίνονται ελάχιστα πειστικοί. Ευτυχώς δηλαδή που στο ενδιάμεσω γνωρίζουμε τους σημαντικότερους σταθμούς του υπέροχου ταξιδιού της Gertrude Bell και το ενδιαφέρον μας παραμένει αμείωτο μέχρι και το τέλος.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης