Ξημερώνει
Επανακυκλοφορία σε πλήρη αποκατεστημένη ψηφιακή κόπια της ταινίας του Marcel Carné που θεωρείται από τα διαμάντια του γαλλικού κινηματογράφου και εκ των πρωτοπόρων του φιλμ νουάρ.
Από ένα πενταόροφο κτίριο στη μέση του μιας εργατικής γειτονιάς του Παρισιού ακούγονται πυροβολισμοί. O Φρανσουά (Jean Gabin) δολοφονεί τον Βαλεντίν (Jules Berry) και κλειδώνεται στο δωμάτιό του, στην κορυφή του κτιρίου. Σε λίγο συγκεντρώνεται πλήθος και καταφθάνουν αστυνομικές δυνάμεις που περικυκλώνουν το κτίριο και περιμένουν να ξημερώσει για να εφορμήσουν. Κατά τη διάρκεια της νύχτας, ο Φρανσουά ανατρέχει νοερά στο παρελθόν και ξετυλίγει το κουβάρι των γεγονότων που τον οδήγησαν εκεί.
Είναι η πρώτη ομιλούσα γαλλική ταινία που χρησιμοποιεί τα flashbacks ως εργαλείο αφήγησης. Μάλιστα εκείνη την εποχή ο συγκεκριμένος τρόπος αφήγησης στις πρώτες δοκιμαστικές προβολές είχε ξενίσει τους θεατές. Γι’ αυτό το λόγο ο Carné, για να διευκρινίσει τους τρεις χρόνους της αφήγησης, πρόσθεσε επεξηγηματικά σχόλια στην αρχή του έργου που έγραφαν: “Ένας άνθρωπος γίνεται δολοφόνος. Καθώς οχυρώνεται στο δωμάτιό του, ανακαλεί στη μνήμη του τις συνθήκες που τον οδήγησαν στο έγκλημα».
Η αποκατάσταση του φιλμ ξεκίνησε το 2013. Οι αρχικές μπομπίνες της ταινίας αναλύθηκαν και μετά από συζητήσεις με ειδικούς τεχνικούς αλλά και ιστορικούς, διαπιστώθηκε ότι ορισμένες σκηνές είχαν υποστεί επεξεργασία και αλλοιωθεί από τη λογοκρισία του καθεστώτος Vichy (π.χ. μια σκηνή με την Arletty γυμνή στο ντους, καθώς και μια άλλη σκηνή με υπαινιγμούς σχετικά με την αστυνομία). Τελικά, η λογοκρισία και το καθεστώς Vichy απαγόρευσε όλες τις προβολές της ταινίας καθώς κρίθηκε ότι “προσβάλλει τα ήθη.” Στη διάρκεια του προγράμματος αποκατάστασης των κοπιών, έγινε έκκληση μέσω της FIAF (Διεθνής Ομοσπονδία Κινηματογραφικών Αρχείων) σε όλες τις ταινιοθήκες ανά τον κόσμο ώστε να εντοπιστούν οι κομμένες σκηνές. Μετά από εμπεριστατωμένες μελέτες ξεκίνησε η διαδικασία διόρθωσης εικόνας και ήχου. Πολλά σημεία της εικόνας χρειάστηκαν -εκτός από ψηφιακή- επιπλέον προσεκτική επεξεργασία με το χέρι και το τελικό αποτέλεσμα δικαιώνει απόλυτα αυτές τις προσπάθειες. Σε πολλά σημεία η ταινία αντανακλά το μύθο της. Προχωρημένοι διάλογοι, μια ηθική αμφισημία που συμπλέει απόλυτα με το ανήσυχο πνεύμα της εποχής (ο ναζισμός προελαύνει), ανασφάλεια και αίσθηση απειλής σε πολλά από τα διαδραματιζόμενα, το ερωτικό στοιχείο ως κινητήρια δύναμη μιας ιστορίας που διαθέτει τα πάντα: μυστήριο, εκδίκηση, πάθος. Όμως υπάρχουν και σημεία που ο χρόνος έχει σταθεί αμείλικτος. Πολλές καταστάσεις, συμπεριφορές ή ακόμη και σχέσεις (πχ η γνωριμία των ερωτευμένων δείχνει σήμερα απόλυτα παλιομοδίτικη και ξεπερεσμένη) μοιάζουν σχηματικά και αφελή.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης