Παράφορα
Η Adèle Exarchopoulos υποδύεται ξανά την ωραία και σέξι -ως φυλακισμένη αυτή τη φορά που «τρελαίνει» το διευθυντή των φυλακών- με το πνεύμα της «Αντέλ» να εξακολουθεί να την… κυριεύει!
Ο Ζαν είναι υποδειγματικός διευθυντής σε φυλακές γυναικών. Μια νέα κρατούμενη, η Άννα, φτάνει στη φυλακή του και εκείνος προσπαθεί να τη βοηθήσει να προσαρμοστεί όσο πιο ανώδυνα γίνεται. Γρήγορα όμως σαγηνεύεται από το ατίθασο πνεύμα και τον πηγαίο αισθησιασμό της και την ερωτεύεται. Όταν συνειδητοποιεί ότι τα συναισθήματα που έχει για εκείνη είναι αμοιβαία, αρχίζει μια παθιασμένη ερωτική ιστορία.
Είναι ολοφάνερο: αν η ελληνογαλλίδα Adèle Exarchopoulos, δεν αφήσει οριστικά πίσω της την ταινία στην οποία χρωστάει τη σημερινή φήμη της, θα οδηγηθεί με μαθηματική ακρίβεια στην τυποποίηση και την απαξίωση. Όπως και στην «Αντέλ», έτσι κι εδώ υποδύεται ένα πλάσμα παραδωμένο στον απόλυτο έρωτα. Στο «Παράφορα» το θέμα δεν είναι ένα ερωτικό δράμα κλεισμένο στους τοίχους μιας φυλακής αλλά η φύση, – τα χαρακτηριστικά καλύτερα – του παράφορου έρωτα, το πως τον αντιλαμβανόμαστε και τα ερωτηματικά που τον συνοδεύουν.
Σε μια από τις καλύτερες σκηνές του φιλμ κάποιες φυλακισμένες προσπαθούν να απαντήσουν στο ερώτημα «πότε και γιατί ερωτευόμαστε» με αφορμή την «Φαίδρα» του Ρακίνα. Οι αρχικές απαντήσεις διαθέτουν προσωπικά πειράγματα και αστειάκια αλλά γρήγορα το πράγμα σοβαρεύει. Οι απαντήσεις που δίνονται στη συνέχεια, εμπεριέχουν εμπειρία, πόνο, ένστικτα, αλήθειες.
Η ιστορία προέρχεται από αυθεντικά γεγονότα που τους έδωσε τη μορφή μυθιστορήματος ο πραγματικός διευθυντής φυλακών Florent Goncalves στο βιβλίο του “Défense d’aimer”. Το σενάριο όμως δεν πρωτοτυπεί, ούτε πείθει απόλυτα για τα όσα παρακολουθούμε, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των δύο πρωταγωνιστών και τη λειτουργική χημεία τους. Στην απαγορευμένη σχέση τους οι δύο εραστές δεν κρατούν καν τα προσχήματα ενώ στις 4-5 φορές που τους βλέπουμε να κάνουν έρωτα είναι τόσο απρόσεχτοι που αφήνουν μέχρι και τις πόρτες ξεκλείδωτες με συνέπεια σύντομα να γίνουν βούκινο στη φυλακή. Φυσικά το θέαμα είναι εξασφαλισμένο αλλά όχι και η δραματουργία που εξελίσσεται σε μια σχηματική ερωτική περιπέτεια γεμάτη αντιφάσεις, κλισέ ευρήματα (η ρουτίνα του γάμου, η κρίση μέσης ηλικίας, τα κοινωνικά στερεότυπα) και υποσχέσεις – σαφώς καλύτερο το πρώτο μέρος- που μένουν ανεκπλήρωτες.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης