Όλα όσα μάθαμε μαζί
Ένας δάσκαλος μουσικής προσπαθεί να εμπνεύσει σε μια τάξη εφήβων στις φαβέλες, το μεγαλείο του βιολιού και την αξία στο όνειρο.
Ο Λαέρτης, παιδί-θαύμα κάποτε στο βιολί, δεν έχει την ανοδική πορεία που όλοι προσδοκούσαν από αυτόν. Το άγχος στις εξετάσεις, το βάρος της ευθύνης και μια σειρά άλλων ψυχολογικών ζητημάτων, καθιστούν το μουσικό μέλλον του ήρωα αβέβαιο. Ώσπου μια μέρα ένας φίλος του προτείνει τη θέση του καθηγητή μουσικής σε ένα γυμνάσιο στις φαβέλες, απέναντι σε ιδιαίτερα σκληραγωγημένους μαθητές. Η αρχή της γνωριμίας του Λαέρτη με τους μαθητές του είναι τουλάχιστον εφιαλτική («Ομπάμα» τον αποκαλεί ο πιο μάγκας εξ αυτών) με συνεχείς εντάσεις και τσακωμούς. Ο δάσκαλος φτάνει συχνά στα όρια του και δεν είναι λίγες οι φορές που σκέφτεται να παραιτηθεί. Όμως αυτή τη φορά δεν θα το βάλει κάτω και θα επιμείνει….
Το βιολί ώς μέσο απόδρασης από τον εφιάλτη της φαβέλας και την προδιεγραμμένη πορεία μιας ζωής που δεν έχει ίχνος ομορφιάς. Η μουσική ταυτίζεται απόλυτα με την ελπίδα, το προσωπικό βίωμα του δασκάλου δένεται σφιχτά με το κίνητρο της έμπνευσης για τους μαθητές και το φιλμ, παρά τη σχεδόν προβλέψιμη σεναριακή του πορεία, καταλήγει να γίνει μια ευπρεπέστατη, απελευθερωτική και δυνατή δημιουργία γύρω από την επιβίωση.
Σε όλο αυτό το εκρηκτικό μείγμα μουσικής δράσης (εξαίσιες οι σκηνές πρόβας της τάξης σε ανοιχτό γήπεδο μπάσκετ) και κοινωνικού μελοδράματος, η τρομακτική φαβέλα του Σάο Πάολο δείχνει απειλητική τα δόντια της. Δεν είναι λίγες οι φορές που ο Λαέρτης μπαίνει στο στόχαστρο κακοποιών της γειτονιάς (σπουδαία η σκηνή που πιέζεται να παίξει βιολί σε 2 γκάγκστερ που τον σημαδεύουν με πιστολί και εκείνος εκτελεί υποδειγματικά το Caprice του Paganini χωρίς ούτε ένα τρέμουλο στα χέρια) αλλά στο τέλος όλα αυτά δείχνουν να μην τον ανησυχούν. Περισσότερο φοβάται για το πως θα τα καταφέρουν οι μαθητές του, που δεν γνωρίζουν ούτε τα βασικά στη μουσική, να βγουν πιο δυνατοί από αυτή τη δοκιμασία. Μέχρι τότε, εκείνος παραμένει μοναχικός και απόμακρος, μιλώντας που και που με τον πατέρα του στο τηλέφωνο, ή πινοντας κάνα ποτό με ένα φίλο σε κάποιο μπαράκι ή απομακρύνοντας με ευγένεια τη φίλη που τον φλερτάρει διακριτικά. Ωσπου μέσα από αυτή τη διαδικασία, βρίσκει το νόημα που έλειπε από τη ζωή του και αποφασίζει να την αντιμετωπίσει κατάμουτρα. Τολμώ να πω, ότι το φιλμ δεν θα ήταν ίδιο χωρίς την παρουσία του εξαίρετου Lázaro Ramos. Είναι αληθινή έμπνευση όχι μόνο για τους μαθητές του αλλά εντέλει, και για την ίδια την ταινία.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης