Hands of Stone
Ένας σταρ, ένας εξαίρετος πρωταγωνιστής και μια συναρπαστική αληθινή ιστορία δεν συνθέτουν πάντα το παζλ μιας πραγματικά μεγάλης ταινίας.
Ο Ρομπέρτο Ντουράν, γνωστός και ως «Χέρια από Πέτρα» για την δριμύτητα των χτυπημάτων του και για την αντιπαλότητά του με τον επίσης θρυλικό Σούγκαρ Ρέι Λέοναρντ, απέδρασε από την φτωχική του ζωή και έγινε παγκόσμιος πρωταθλητής 4 φορές, κερδίζοντας 103 από τους 119 αγώνες του. Η ταινία παρακολουθεί την κόντρα του Ντουράν με τον Λέοναρντ αλλά και τη μακρόχρονη σχέση του πυγμάχου από τον Παναμά με τον προπονητή του Ρέι Αρσέλ.
Το μποξ ως το πλέον «κινηματογραφόφιλο» άθλημα (μερικά αριστουργήματα του σινεμά είναι βαμμένα στο κόκκινο από το αίμα των μποξέρ) διαθέτει τα στοιχεία εκείνα που κάνουν την κάμερα να το απογειώνει ως θέαμα. Σε ένα από τα κορυφαία φιλμ του είδους («Οργισμένο είδωλο») ο Robert De Niro υποδύθηκε τον αυτοκαταστροφικό Τζέικ Λα Μότα, υπό τη σκηνοθετική διεύθυνση του Martin Scorsese. O βετεράνος πλέον De Niro επιστρέφει στα ρινγκ, χάρη στο «Hands of Stone» και μαζί επιστρέφει στις θετικές ερμηνείες, δίνοντας και μερικές καλοβαλμένες ατάκες («το μποξ είναι η επικράτηση του μυαλού απέναντι στη δύναμη») που συνεισφέρουν στην εξέλιξη της ιστορίας.
Υποδύεται τον θρυλικό Ρέι Αρσέλ, που απογείωσε την καριέρα του Ρομπέρτο Ντουράν (δυνατή η ερμηνεία του Édgar Ramírez), του πυγμάχου από τον Παναμά που κέρδισε τέσσερα παγκόσμια πρωταθλήματα και θεωρείται ένας από τους καλύτερους – ίσως ο κορυφαίος στα μεσαία βάρη- όλων των εποχών. Σε ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα σημεία του φιλμ καταγράφεται η θεαματική (προσωρινή όπως αποδείχτηκε αργότερα) αποχώρηση του Ντουράν από το άθλημα, με ένα απρόσμενο στην εξέλιξη του αγώνα που έμεινε στην ιστορία για τον σοκαριστικό τρόπο με τον οποίο έληξε. Δεν είναι μια τυπική αθλητική βιογραφία το «Hands of stone». Παράλληλα με το αμιγώς αθλητικό κομμάτι, την κόντρα των δύο φιναλίστ, τον πόλεμο νεύρων, τους μηχανισμούς δημοσιότητας ή τα βρώμικα παιχνίδια που παίζονται στο παρασκήνιο, παρακολουθούμε κάτι εξίσου ενδιαφέρον. Την εποχή που μεσουρανούσε ο Ντουράν, η χώρα καταγωγής του, ο Παναμάς, δεχόταν εισβολή από τον αμερικανικό στρατό για τον έλεγχο της περίφημης διώρυγας. Τα επίκαιρα της εποχής, στέκονται διακριτικά στο φόντο, αλλά η ειρωνεία που τα χρησιμοποιεί ο σκηνοθέτης και το εύστοχο τάιμινγκ δηλώσεων όπως αυτή του Ρήγκαν που με «τσαμπουκά» δηλώνει ότι «εμείς χτίσαμε τη διώρυγα, άρα μας ανήκει», κουμπώνουν τέλεια με την πλοκή, δίνοντας ένα απρόσμενα, δηκτικό και σαρδόνιο πολιτικό χαρακτήρα στον αγώνα του Ντουράν για τη νίκη.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης