Small Talk: Ο σκηνοθέτης Ηλίας Μαλανδρης μιλά για τον “Ντελικανή”
Βασισμένος στο γνωστό και ιδιαίτερα δημοφιλές έργο του Μανώλη Σκουλούδη, ο σκηνοθέτης Ηλίας Μαλανδρής ετοιμάζει ένα φιλόδοξο μουσικοθεατρικό θέαμα -φόρο τιμής στην κρητική μουσική παράδοση- με 26 ηθοποιούς, 30 χορευτές και 15 μουσικούς επί σκηνής που θα παρουσιαστεί στο Ηρώδειο στις 9 Οκτωβρίου.
Πώς συναντηθήκατε με τον Ντελικανή;
Η παράσταση είναι μια φυσική συνέχεια της έρευνάς μου για το αρχαίο δράμα και τις γέφυρες που υπάρχουν ακόμα ζωντανές στην λογοτεχνία μας, ανιχνεύοντας φυσικά την παράδοση. Το κείμενο του Σκουλούδη με την διονυσιακή του πνοή, δεν περιμένει βέβαια εμένα να το αναδείξω καθώς υπάρχει χρόνια τώρα σε κάθε κρητικό σπίτι. Είναι ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα μυθιστορήματα της νεώτερης κρητικής λογοτεχνίας που συγγενεύει με τον Κονδυλάκη και τον Καζαντζάκη. Εγώ συναντήθηκα με το βιβλίο, χρόνια πριν, στον τόπο μου στην Κάσο, που λίγο θυμίζει ακόμα την Ελλάδα του 50. Μερικά πράγματα εκεί έχουν παραμείνει αγνά και απλά. Το χρώμα, η ντοπιολαλιά, η αιρετική διάθεση, η αντισυμβατική συμπεριφορά μου είναι οικεία.
Παρ΄όλα αυτά δεν θα είχα καθόλου λόγο να παραστήσω το έργο θεατρικά, αν εντελώς τυχαία η αγαπημένη φίλη μου και εξαιρετική ηθοποιός η Κλεώ Σκουλούδη, κόρη του Μανώλη και η αδερφή της η Μανόλια δεν μου αποκάλυπταν πως είχαν στην διάθεσή της το αυθεντικό σενάριο της ταινίας. Ένας τόμος 160 πυκνογραμμένων σελίδων, φανέρωσαν μπροστά μου “θεό κατακαινούριο” ένα έργο, που δεν ήταν σινεμά, αλλά θέατρο. Τι έξοχος λόγος, τι σπουδαγμένη διάνοια, τι ποιητική πανδαισία κι όλα αυτά δεμένα με την μουσική. Ως μέγας μουσικός ο Σκουλούδης συνέλαβε τον Ντελικανή του μέσα από την μελωδία που κατακλύζει την ιστορία. Διαβάζοντάς το νόμιζα πως άκουγα μια συμφωνία. Και το ανέβασμα του έργου κρατάει αυτή την σταθερά. Είναι μια μουσική παράσταση, που η μελωδική της φόρμα δεν σταματά στο τραγούδι, που το αποδίδουν φωνές προσεχτικά επιλεγμένες, από διαφορετικούς βέβαια ίσως δρόμους και καριέρες, αλλά με στοιχεία που αντανακλούν αυτό που θέλαμε να δώσουμε, την ζωντανή εικόνα της παράδοσης, μέσα από ενα ευχάριστο, σε πρώτο επίπεδο, τουλάχιστον έργο.
Ως μέγας μουσικός ο Σκουλούδης συνέλαβε τον Ντελικανή του μέσα από την μελωδία που κατακλύζει την ιστορία. Διαβάζοντάς το νόμιζα πως άκουγα μια συμφωνία.
Τι σας γοήτευσε στο κείμενο του Σκουλούδη και ποια είναι η σκηνοθετική πρόκληση σ’ αυτή την παράσταση;
Ο Ντελικανής δεν σε γοητεύει απλά σαν έργο σε αρπάζει και δεν σε αφήνει σε ησυχία. Η άναρχη σκέψη του που διαπερνάει το κείμενο, οι διαφορετικές φόρμες σε κάθε σκηνή, που διαμορφώθηκαν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στους αιώνες και περνούν στην παράδοση ανάγλυφα, είναι πράγματα που με συγκινούν και με συγκλονίζουν. Για μένα η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει ένας σκηνοθέτης είναι να καταφέρει να αφήσει το κείμενο να μιλήσει. Να καταπνίξει το εγώ του στην υπηρεσία του συγγραφέα. Αυτού που είναι ο δημιουργός. Σε καμιά περίπτωση δεν νοείται συνδημιουργός ο σκηνοθέτης του θεάτρου, είναι ένα λάθος, που γίνεται συχνά τελευταία. Για μένα η διδασκαλία στο θέατρο δεν έχει διαφορά από την διεύθυνση μιας ορχήστρας, είτε αυτή ειναι ορχήστρα δωματίου, είτε είναι συμφωνική. Ο σκηνοθέτης δεν είναι τίποτα άλλο από τον μαέστρο και ο μαέστρος δεν έχει άλλο δικαιώμα και άλλη υποχρέωση, από το να διευθύνει σωστά τις δοσμένες νότες. Εκεί θα φανεί αν είναι βιρτουόζος. Φανταστείτε τι θα γινόταν αν ο μαέστρος τρελαινόταν κι έπαιζε άλλα αντί άλλων στην παράσταση; Αυτό που δεν το δεχόμαστε στον Μότσαρτ και τον Μπετόβεν το ανεχόμαστε στον Αισχύλο και τον Σοφοκλή.
Παρ΄ολα αυτά συμφωνώ πως τα έργα δεν παθαίνουν τίποτα, ούτε από τις σκηνοθεσίες, επιτυχημένες ή όχι, ούτε από τις διαφορετικές “οπτικές”. Παραμένουν σε πείσμα όλων, αλώβητα και μεγαλοπρεπή. Το πράγμα για μένα είναι πολύ απλό. Επιλέγω τι θα δω σαν θεατής και σαν σκηνοθέτης φροντίζω να είμαι αθέατος.
Η ταινία “Ντελικανής” με την πορεία της, τις βραβεύσεις στα διεθνή φεστιβάλ έχει δημιουργήσει ένα μύθο, που σκοπός μας είναι να παραμείνει στο βάθρο του.
Έχετε κρατήσει στοιχεία της ομώνυμης ταινίας στην παράσταση που θα δούμε στο Ηρώδειο;
Δουλειά του κινηματογράφου είναι να σε ταξιδεύει. Δουλειά του θεάτρου είναι να σε διδάσκει και νομίζω πως η αποσύνδεση του πολιτισμού από την παιδεία είναι ολέθριο λάθος. Φυσικά όπως είναι η παιδεία σήμερα, είναι αναγκαίο λάθος, αλλά όταν ο πολιτισμός ταυτιστεί με την εκπαίδευση θα έχουμε επιτύχει τουλάχιστον να γυρίσουμε στην αφετηρία. Κι από κει εύχομαι ότι δεν θα ξαναγίνουν τα ίδια λάθη. Η ταινία με την πορεία της, τις βραβεύσεις στα διεθνή φεστιβάλ και όλα αυτά έχουν δημιουργήσει ένα μύθο, που σκοπός μας είναι να παραμείνει στο βάθρο του. Εδώ έχουμε ένα έργο, που δεν έχει μεγάλη σχέση με την ταινία. Είναι άλλος ο τρόπος αφήγησης, άλλοι οι κώδικες κι άλλα τα μεγέθη.
Ποια είναι η σχέση σας με την κρητική μουσική και την κρητική παράδοση γενικότερα;
Η σχέση μου εν γένει με την παράδοση, όχι μόνο την Κρητική, δηλαδή είναι η σχέση ερευνητού με το αντικείμενό του. Δεν μπορείς να διαβάσεις τους αρχαίους ποιητές, αν αγνοείς τις άμεσες γέφυρες. Όλα τα κείμενα κι όλοι οι ρόλοι παγκόσμια μπορούν να συμπτυχθούν σε ένα και μόνο δημοτικό τραγούδι. Θυμάμαι την δασκάλα μου την Κατσέλη, την Αλέκα, που για ένα χρόνο στη σχολή της μας δίδασκε μόνο ένα δημοτικό τραγούδι και μας έλεγε πως αν μπορείς να το πεις σωστά έγινες ηθοποιός. Ένα μόνο!
Όλα τα κείμενα κι όλοι οι ρόλοι παγκόσμια μπορούν να συμπτυχθούν σε ένα και μόνο δημοτικό τραγούδι.
Στην πορεία σας μέχρι έχετε ασχοληθεί με ποικίλους τρόπους με αρχαιοελληνικά κείμενα αλλά και με έργα της ελληνικής παράδοσης. Τί σας οδήγησε σ’ αυτή τη διαδρομή;
Η εργασία μου όλα αυτά τα χρόνια με εμμονή και πάθος, αφορά την ανασυνθετική προσπάθεια, των χαμένων έργων των αρχαίων τραγικών μας. Η προσπάθεια αυτή καρποφόρησε πολλές φορές, και ως παραστατική έρευνα και ως βιβλία. Με μια συγκομιδή οκτώ έργων, από τα οποία πέντε ευτύχησαν να διαβούν το κατώφλι της σκηνικής οντώτητας και να κριθούν ως τέτοια καλώς ή κακώς, σήμερα θα ζητούσα από τους συλλέκτες και τους αρχαιοκάπηλους να βγάλουν στην επιφάνεια τους κρυμμένους θησαυρούς τους και θα ζήταγα από την πολιτεία να ζητήσει επισήμως από το Βατικανό να ανοιχτούν οι πολύτιμες βιβλιοθήκες του για να αποκαλυφθούν έργα πιθανόν που κοιμούνται αιώνες τώρα εκεί μέσα και ας φανεί η δική μου ασημαντότητα στην αυθαίρετη προσπάθειά μου να αναδείξω κάποια από αυτά.
Έχετε καταλήξει στο είδος θεάτρου που σας αφορά, με το οποίο θα θέλατε να σας ταυτίσουν;
Είναι μεγάλος λόγος να επιζητάς την ταύτιση ενός ονόματος που είναι μοιραίο να αποτελέσει μια ψηφίδα μόνο στον τεράστιο χάρτη της έρευνας. Δεν με ενδιαφέρει καθόλου μια στείρα υστεροφημία αν δεν αξίζει κάτι. Αν οι έρευνές μου έχουν αποτέλεσμα κι αυτό θα γίνει μόνο αν εμπνεύσουν, άλλους, να συνεχίσουν, τότε και μόνο τότε θα έχει αξία η οποιαδήποτε αναφορά στο όνομα. Όμως τι είναι ένα όνομα; Τίποτα. Αν δεν συνοδεύεται από την πράξη.