O Brian Eno στη Στέγη: «Πρέπει να μάθουμε να ζούμε σε περιβάλλον ανασφάλειας κι όχι απλοϊκότητας»
Ο ζωντανός μύθος της διεθνούς μουσικής βιομηχανίας παρουσιάζει στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση την ηχητική εγκατάσταση «The ship» και μιλάει στο αθηναϊκό κοινό για το φίλο του David Bowie, την Τέχνη ως παιχνίδι των ενηλίκων και την αδιέξοδη πολιτική της Δύσης. Φωτογραφίες (εντός Στέγης): Σταύρος Πετρόπουλος
Μετρίου αναστήματος, με μπλε κοστούμι, κόκκινα γυαλιά οράσεως και ήρεμο, ευγενικό βλέμμα. Έτσι μοιάζει σήμερα, στα 68 του χρόνια, ένας ζωντανός μύθος της παγκόσμιας μουσικής σκηνής. Ο Brian Eno, ο σημαντικότερος μουσικός παραγωγός της σύγχρονης ιστορίας βολεύεται σε μια πολυθρόνα στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης και μαζί του θρονιάζονται ένα σωρό θρύλοι των τελευταίων πέντε δεκαετιών. Ταυτισμένος με τη έκρυθμη ιδιοφυΐα του David Bowie – έναν από τους «εξυπνότερους ανθρώπους που γνώρισε στη ζωή του και προσωπικό του φίλο» όπως δηλώνει – έχοντας ηχογραφήσει μαζί του την επική τριλογία του Βερολίνου και με τον οποίο ετοίμαζε νέα δουλειά, τους Roxy Music των οποίων υπήρξε ιδρυτικό μέλος, τους Talking Heads των 80s, τη Laurie Anderson και τους U2 στα χρόνια της ακμή τους. «Είμαι ένας σπεσιαλίστας» παραδέχεται. «Δουλειά μου είναι να κάνω μουσική».
Ο Brian Eno συνομιλεί με τον γενικό διευθυντή της Στέγης Ιδρύματος Ωνάση, Χρήστο Καρρά
Με αυτό το ιερό πρόσχημα βρίσκεται από την περασμένη Παρασκευή στην Αθήνα παρουσιάζοντας, ως προσκεκλημένος της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση, την υπνωτιστικής δύναμης ηχητική εγκατάσταση του με τίτλο «The Ship». Μια λιτή κατασκευή που προσομοιάζει με καράβι, ηθελημένα μισοφωτισμένη ώστε η προσοχή των επισκεπτών να αφοσιώνεται στο ακρόαμα.
Πρόκειται για μια ηχογράφηση διάρκειας 54 λεπτών που εκπέμπει ταυτόγχρονα από διαφορετικά ηχητικά κανάλια (χάρη στα παλαιού τύπου ηχεία που έχει τοποθετήσει ολόγυρα) δίνοντας την εντύπωση πως ο ήχος σε περικυκλώνει και σχολιάζει την περιπέτεια του 21ου αιώνα, αντλώντας από τα γεγονότα που σήμαναν τον ερχομό της: Το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου και το ναυάγιο του Τιτανικού. «Αυτά τα δύο γεγονότα καθρεφτίζουν το ένα το άλλο και σηματοδοτούν μια προφητεία για τον 21ο αιώνα. Περιγράφουν το ιστορικό σημείο όπου όλα μοιάζουν να είναι συνδεδεμένα με την επιτυχία και παρόλα αυτά τα διαδέχεται η αναπόφευκτη πτώση. Οι στρατοί ήταν ανίκητοι, ο Τιτανικός ήταν αβύθιστος. Μήπως όλα αυτά σας θυμίζουν την ιστορία με τις τράπεζες που μας υποσχέθηκαν πως δεν θα αποτύχουν;».
Αποψη του «The Ship» όπως παρουσιάζεται στο «-1» της Στέγης
Η αφετηρία για το «Ship» ήταν λιγότερο περίπλοκη. Πριν από τρία χρόνια ένα γνωστό στούντιο ηλεκτρονικής μουσικής στη Στοκχόλμη παρήγγειλε στον Eno μια ηχητική εγκατάσταση. Δουλεύοντας την για κάποιες εβδομάδες, συνειδητοποίησε ότι επαναλαμβάνει τον εαυτό του κι έτσι προχώρησε σε ανατροπές. Συνέθεσε μια μουσική που παραπέμπει σε ήχο κυμάτων, «σ’ έναν ασταθή ωκεανό» όπως ο ίδιος λέει και τραγούδησε πάνω σε αυτή – για πρώτη φορά μετά από μια δεκαετία – και μάλιστα σε μια τόσο χαμηλή νότα που ποτέ πριν δεν είχε δοκιμάσει.
Για τον Brian Eno αυτή είναι η «ορθή» διαδικασία δημιουργίας ενός έργου, η απρόβλεπτη. «Ελάχιστοι καλλιτέχνες δουλεύουν ξέροντας από την αρχή πως θα προκύψει το έργο τους στο τέλος. Στην πραγματικότητα είναι μια ενστικτώδης διαδικασία, όπου δεν χωράει η λογική σειρά. Ίσως ο τίτλος είναι ότι πιο κοντινό σε “ιδέα” έχω για τα έργα μου» εξηγεί· αποκαλύπτοντας συνάμα κωμικά και παιγνιώδη τεχνάσματα που εφάρμοζαν κατά τη διάρκεια των περίφημων ηχογραφήσεων του Βερολίνου με τον David Bowie.
Με τον David Bowie στο Hansa Tonstudio στο Βερολίνο
Από τις αρχές της δεκαετίας του ’70 οπότε και ενσωματωνόταν απόλυτα στο glam rock της εποχής του μέχρι και σήμερα, όπου εκτός από συνθέτης και παραγωγός έχει παρουσιάσει πλούσια δείγματα δουλειάς σαν συγγραφέας και visual artist, ο Brian Eno έχει γίνει μάρτυρας δεκάδων αλλαγών και μουσικών ρευμάτων. «Όλες οι καλλιτεχνικές φόρμες έχουν μια πορεία ζωής. Για να κρατηθούν ζωντανές μιμούνται προηγούμενες φόρμες και την ίδια ώρα πειραματίζονται ακραία. Δείτε την ποπ που έδειξε τα πρώτα της δείγματα στα 50s και μόλις 7 χρόνια αργότερα δεχόταν τον ανταγωνισμό της ψυχεδέλειας. Από την στιγμή που ένα μουσικό ύφος καθιερωθεί, αυτομάτως γίνεται σώμα μιας φόρμας. Γενικότερα, η Τέχνη έχει συνείδηση του εαυτού της τη στιγμή που κοιτάζει πίσω, στην ιστορία της» διαπιστώνει.
Η θεωρία του 68χρονου Βρετανού για την Τέχνη ανταποκρίνεται στην ανάγκη των ενηλίκων να «παίξουν». «Adults play through art» λέει χαρακτηριστικά και ορίζει την Τέχνη ως «κάθε ευκαιρία που έχουμε για να κάνουμε κάτι παραπάνω από τα στοιχειώδη. Μέσα από αυτές τις διαδικασίες χωνεύουμε τον κόσμο. Είναι αυτές οι διαφορετικές εμπειρίες που μας δημιουργούν μια καινούργια οπτική για το σύμπαν που μας περιβάλλει. Η Τέχνη είναι μια φόρμα βιώματος της ζωής».
Με λίγα λόγια, ο Eno μιλάει για την καλλιτεχνική δημιουργία ως πολιτική χειρονομία. Πολιτικοποιημένος και διαχρονικά ευφραδής για τις απόψεις του, κοιτάζει με τη δέουσα απογοήτευση την κοινωνική κατάσταση στη Δύση. Προβλέπει την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ αφού «επιμένει να στηρίζει τη ρητορική του στην απλοϊκότητα και τη συνθηματολογία. Κι εκεί προκαλείται σύγχυση που οδηγεί σε ερμηνείες τύπου “για όλα φταίνε οι πρόσφυγες”. Όμως, ο κόσμος μας είναι πιο περίπλοκος από αυτό, πρέπει να μάθουμε να ζούμε σε περιβάλλον ανασφάλειας κι όχι απλοϊκότητας».
Ανήκοντας στην πτέρυγα των Βρετανών που υποστήριξε σθεναρά την παραμονή της χώρας του στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αποτιμά το δημοψήφισμα ως ένα ακόμα περιστατικό που προδίδει πως «οι πολίτες έχουν χάσει την πίστη τους στο πολιτικό σύστημα. Έτσι εξηγείται και η άνοδος των ακροδεξιών σχημάτων. Εκμηδενίστηκε η αξιοπιστία των συμβατικών πολιτικών που τα τελευταία 40 χρόνια ανακυκλώνουν τις ίδιες, απλοϊκές ιδέες. Για παράδειγμα, ο Μπλερ· δεν απείχε ως προς την εφαρμοσμένη πολιτική από τη Θάτσερ. Σ’ αυτό το σημείο ανδρώθηκε ο σημαντικός μηχανισμός των Αγορών στον οποίο πλέον υπακούμε με θρησκευτική ευλάβεια. Κι αναγνωρίζουμε το τίμημα του να πεθαίνουν άνθρωποι από πείνα στο δρόμο».
Παρά τις δυσοίωνες εξελίξεις, το φως δεν λείπει από την οπτική του Brian Eno. Η πεποίθηση του υπαγορεύει πως οι σύγχρονες κοινωνίες, παρά τα μισαλλόδοξα ξεσπάσματα, απομακρύνονται από την ανάγκη του έχειν και μετακυλούν προς το μοίρασμα. «Διαπιστώνω πως ολόκληρη η Ευρώπη κινείται στο ρυθμό των φεστιβάλ. Διοργανώνονται πλέον χιλιάδες από αυτά και νομίζω πως υποδηλώνουν την ανάγκη της κοινότητας· η μουσική είναι το άλλοθι για τους ανθρώπους να έρθουν κοντά και να επικοινωνήσουν». Μόνιμος κάτοικος του πολιπολιτισμικού Λονδίνου που συμπυκνώνει σε μια γειτονιά 15 εθνότητες παραμένει ακούραστος εκφραστής μιας γενιάς που στήριξε την προσδοκία της σ’ έναν κόσμο ειρηνικής συνύπαρξης.