Peter Brook: Δεν σκηνοθετώ, συνεργάζομαι. Ο σκηνοθέτης είναι μια φοβερή, τρομακτική λέξη
Στα 91 του χρόνια του παραμένει ένας από τους σημαντικότερους θεατρικούς σκηνοθέτες του 20ου αιώνα και μιλάει για την Τέχνη που υπηρετεί αδιάκοπα εδώ και 70 χρόνια, την υστεροφημία, το φόβο του θανάτου και τι είδους κληρονομιά θέλει ν’ αφήσει στους νεότερους.
Ο Πίτερ Μπρουκ είναι για το ευρωπαϊκό – αν όχι για το παγκόσμιο θέατρο – ο άνθρωπος των δύο αιώνων. Γεννημένος το 1925, σπούδασε κι ανδρώθηκε σε μια Ευρώπη που αναδυόταν από τις στάχτες της, υπηρέτησε ένα θέατρο που θέλησε να ταυτιστεί με τούτη την αναγέννηση κι άφησε το στίγμα του μέλλοντος στο δικό του παρόν, πειραματιστής και τολμηρός καθώς ήταν. Μέγας ανανεωτής του σαιξπηρικού θεάτρου για περίπου 20 χρόνια στη Βρετανία, άγγιξε την κορυφή της σκηνοθετικής του καριέρας στο θέατρο όταν, σε συνεργασία με το συγγραφέα Ζαν Κλοντ Καριέρ αποφάσισαν να μεταφέρουν το «Mahabharata», ένα επικό ινδικό ποίημα που έμελλε να εξελιχθεί σε προσωπικό του θρίαμβο κι ένα από τα σημεία αναφοράς του σύγχρονου θεάτρου παγκοσμίως.
Τριάντα χρόνια μετά, ο Brook επιστρέφει σ’ αυτό όχι με την ευκολία της επανάληψης αλλά με την γνώση ότι ένα έργο του παρελθόντος εξακολουθεί να συνομιλεί με το παρόν μας. Συνθέτει λοιπόν μια συνοπτική εκδοχή του πρωτότυπου υπό τον τίτλο «Battlefield» που καταγράφει την απεγνωσμένη προσπάθεια ενός στρατηγού να κυβερνήσει τον τόπο του αμέσως μετά τη λήξη ενός θανατηφόρου εμφύλιου πολέμου.
Στα 91 του χρόνια, έχουν περάσει μπροστά στα μάτια του τόσοι κόσμοι, πραγματικοί και θεατρικοί, ανέλπιδοι κι ελπιδοφόροι και ο Peter Brook εξακολουθεί να δίνει το παρών, ακόμα πρόθυμος να αφηγηθεί τις ιστορίες τους.
Πριν από τριάντα χρόνια η παράσταση του «Mahabharata» θεωρήθηκε πως έβαλε νέες βάσεις στο θέατρο. Τώρα επιστρέφετε στο ίδιο υλικό. Τι σας ώθησε στο «Battlefield»;Το «Battlefield» βασίζει την μυστικιστική προσέγγιση του στο ερώτημα αν κάτι υπάρχει μετά από εμάς, στην επόμενη ζωή. Γιατί αυτό που με απασχολεί βαθύτατα είναι πως όλα συμβαίνουν στο παρόν μας. Έτσι το παρελθόν επιστρέφει στο παρόν μας. Αυτός είναι και ο λόγος που επιστρέφουμε στο υλικό του «Mahabharata». Ο καθένας μπορεί να δει τις αναλογίες με το τώρα: Εχουμε τη Συρία, το Ιράκ, την Μπουρκίνα Φάσο· όλα αυτά ακουμπούν το παρόν μας.
Η απλότητα δεν είναι σκηνοθετικό στιλ, είναι η κοινή λογική
Θυμάμαι πως όταν ήμουν νέος και ξεκινούσα τη σταδιοδρομία μου στο Λονδίνο, προσπαθούσα να χρησιμοποιήσω, με φοβερό ενθουσιασμό, κάθε πιθανό, από την τεχνολογία της εποχής, νέο μέσο. Τα εφέ του Techicolor, τα κινούμενα επίπεδα της σκηνής – ότι μπορεί να βάλει ο νους σας, ώστε να κάνω τις σκηνοθεσίες μου όσο το δυνατόν πιο ζωντανές και εντυπωσιακές. Προοδευτικά, στην πορεία των χρόνων, συνειδητοποίησα ότι τα έργα μου θα γίνονταν δυνατότερα αν ξεφορτωνόμουν κάποια από τα ειδικά εφέ. Ας πάρουμε ως παράδειγμα την «Τραγωδία της Κάρμεν» ή το «Μαγεμένο Αυλό»· συνειδητοποιήσαμε ότι αν αφαιρέσουμε τα ογκώδη σκηνικά και συρρικνώσουμε την πολυπληθή ορχήστρα σε μια μικρότερη θα απολαύσουμε τη μουσική στην καθαρότητα της. Αντιλαμβάνεται κανείς πως υπάρχουν πολλά περιττά στοιχεία και υλικά και ως εκ τούτου περιορίζει την δουλειά του στα πιο στοιχειώδη, στην κομψή απλότητα των σκηνικών και των φωτισμών. Η απλότητα δεν είναι σκηνοθετικό στιλ είναι η κοινή λογική η οποία λέει «ναι, αφαίρεσε τούτο εδώ και θα γίνει καλύτερο». Το σημαντικότερο είναι να χτίσει κανείς μια προσωπική σχέση μεταξύ κοινού και ηθοποιών.
Ο Πίτερ Μπρουκ, ακούραστος, διδάσκει εν ώρα πρόβας.
Το καλό θέατρο εξαρτάται από το καλό κοινό. Κάθε κοινό έχει το θέατρο που του αξίζει. Το θέατρο ήταν πάντα μια αυτοκαταστροφική τέχνη και ήταν πάντα γραμμένο στον άνεμο. Το επαγγελματικό θέατρο ενώνει διαφορετικούς ανθρώπους κάθε βράδυ και τους μιλά μέσα από τη γλώσσα των συμπεριφορών. Είναι το κοινό, που χρόνο με το χρόνο, θα πρέπει να αναδείξει απλούς ανθρώπους σε υπερτιμημένους ειδικούς, όπως ακριβώς ένας συλλέκτης επιλέγει ένα πανάκριβο έργο τέχνης αλλά δεν αντέχει να πάρει το ρίσκο της επιλογής μόνος του. Βλέπετε, η παράδοση των εκτιμητών έργων τέχνης έφτασε και στη θεατρική γραμμή παραγωγής. Επομένως, ο κύκλος έκλεισε: Όχι μόνο οι καλλιτέχνες αλλά και οι θεατές θα έχουν τους «προστάτες» τους… Ακόμα και στις μέρες μας, στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου, το θέατρο δεν έχει κατακτήσει μια ακριβή, σταθερή θέση μέσα στην κοινωνία ή έναν καθαρό στόχο. Το ένα θέατρο κυνηγά το χρήμα, το άλλο τη δόξα, το τρίτο την πολιτική ή την ψυχαγωγία. Στο μεταξύ, κάθε θεατρική φόρμα από τη στιγμή που γεννιέται είναι θνητή. Πρέπει να επανεφευρεθεί και η νέα της σύλληψη θα φέρει όλα τα σημάδια και τις επιρροές όσων ήδη την περιβάλλουν.
Στο αυθεντικό κείμενο του «Mahabharata» από τον Ζαν Κλοντ Καριέρ υπάρχει η εξής φράση που λέει ότι «ο άνθρωπος αντιμετωπίζει καθημερινά τη συνθήκη του θανάτου και παρόλα αυτά ζει σαν να ήταν αθάνατος». Παραφράζοντας αυτά τα λόγια αισθάνεστε ότι συνομιλείτε με την αθανασία μέσω της Τέχνης;Ο πολυεθνικός χαρακτήρας της δουλειάς μου αντανακλά όλες τις πολιτικές μου πεποιθήσεις
Αυτή είναι μια παλιά ιστορία. Όσο πιο σύντομα συνειδητοποιήσουμε τη θνητότητα μας, τόσο το καλύτερο για εμάς. Δεν φοβήθηκα ποτέ στη σκέψη του θανάτου αλλά δεν μπορώ να σας ορκιστώ πως στην περίπτωση που ερχόταν εδώ κάποιος, κραδαίνοντας ένα μαχαίρι, όλα τα κομμάτια της ύπαρξης μου που δεν έχουν συνδεθεί με τη συγκεκριμένη σκέψη, θα παρέλυαν από τρόμο… Ίσως μπορεί κανείς να αποδεχθεί το θάνατο πιο ομαλά, αν προσπαθήσει να μην τον αντιμετωπίζει σαν το αντίθετο του, αλλά απλώς σαν μη ζωή.
Προετοιμάζοντας το «Mahabharata», το 1985.
Δεν μου αρέσουν αυτοί οι βαρύγδουποι όροι που αποδίδονται σε μένα ή στο καλλιτεχνικό μου όραμα πολύ απλά γιατί δεν πιστεύω ότι έχω όραμα. Καταρχάς, δεν σκηνοθετώ, συνεργάζομαι. Ο σκηνοθέτης είναι μια φοβερή, τρομακτική λέξη. Η απόλυτη ανάγκη μου ήταν πάντα να δουλέψω μαζί με ηθοποιούς από διαφορετικές κουλτούρες μπροστά στα μάτια ποικίλων κοινών. Και το ότι δούλεψα με ανθρώπους διαφορετικών καταβολών δεν αλλοίωσε την προσωπική μου αίσθηση για το τι σημαίνει ταυτότητα.
Ταυτότητα προσωπική ή και πολιτική;Ο πολυεθνικός χαρακτήρας της δουλειάς μου αντανακλά όλες τις πολιτικές μου πεποιθήσεις.
Έχετε αφιερώσει 70 χρόνια από τη ζωή σας στο θέατρο. Υπήρξε κάποια στιγμή στο διάστημα αυτό που σκεφτήκατε να παραιτηθείτε;Δεν έχω αποχωρήσει ποτέ από μια παράσταση λέγοντας «αυτό είναι, τα κατάφερα!». Δεν υπάρχει ποτέ τέλος, επομένως πρέπει ν’ αρχίζω πάντοτε από την αρχή
Οχι! Καμία! Είναι εξαιρετικά πολύτιμο να έχεις βυθιστεί μέσα στα πράγματα και μάλιστα προς κάθε κατεύθυνση, μέχρι μια ηλικία. Υπάρχουν πάντοτε ιστορίες για να ειπωθούν από τον καθένα στον οποιοδήποτε και οπουδήποτε.
Κάθε στιγμή στη ζωή μου ήταν μια έκπληξη. Οι άνθρωποι και τα μέρη όπου επισκέφθηκα και εργάστηκα, οτιδήποτε έκανα με οδηγούσε σε μια επόμενη έκπληξη. Ήμουν πάντα και παραμένω περίεργος, με όρεξη να αφηγούμαι ιστορίες. Όπως συνηθίζω να λέω «το θέατρο ζει στο παρόν και το παρόν είναι πάντα εδώ». Δεν έχω αποχωρήσει ποτέ από μια παράσταση λέγοντας «αυτό είναι, τα κατάφερα!». Δεν υπάρχει ποτέ τέλος, επομένως πρέπει να αρχίζω πάντοτε από την αρχή. Κάθε εμπειρία καθιστά εφικτή την επόμενη.
Έχετε μια διδαχή για τις επόμενες γενιές των θεατροποιών και μη;Δεν έχω σκεφτεί ούτε μια φορά για την καλλιτεχνική μου κληρονομιά. Ο τρόμος κάποιου να αναπαράγει αυτό που εγώ έκανα κάποτε με απωθεί. Εκείνο που με αγγίζει είναι όταν άνθρωποι με πλησιάζουν στο δρόμο και μοιράζονται μια εμπειρία που τους έχει χαρακτηρίσει παρακολουθώντας έργα μου. Αυτή για μένα είναι η μόνη πραγματική κληρονομιά: Η σκέψη ότι κανείς αφήνει ένα βαθύ ίχνος στις αναμνήσεις των ανθρώπων. Αυτό είναι το μόνο που ένας σκηνοθέτης ελπίζει να καταφέρει. Ελπίζω ιδεωδώς ότι όταν φύγω από αυτόν τον κόσμο και όλα όσα έχω κάνει χαθούν αυτοί οι άνθρωποι θα θυμούνται πως υπήρξε κάποιος που ποτέ δεν παραιτήθηκε κι αυτό πρέπει να συνεχιστεί… Θα μου είναι αρκετό.
Σκηνή από το «Battlefield»
Το «Battlefield» παρουσιάζεται στις 17-20/10/ 2016 στο Θέατρον του Κέντρου Πολιτισμού Ελληνικός Κόσμος (Πειραιώς 254, Ταύρος, 2122540300)