Ο Βέρθερος είναι ένας νέος με ειλικρινή ευαισθησία, ονειροπόλος και αβέβαιος, ο οποίος αντιμετωπίζει τη ζωή σαν όνειρο, εξωθώντας τον εαυτό του στα άκρα. Πρόκειται για μια σειρά επεισοδίων που δοκιμάζουν την βαθιά του πίστη στους ανθρώπους και προπάντων ένας άτυχος έρωτας, τον οδηγούν στην ελεύθερη επιλογή ενός λυτρωτικού θανάτου, ο οποίος εντούτοις δεν είναι ούτε η απότομη διακοπή, ούτε η θλιβερή λύση στα πάθη και στους πόνους της καρδιάς του. Αντίθετα, είναι μια συγκλονιστική απόδειξη της αγαθής προσήλωσής του στις ιδέες και στην πίστη του. Με τον θάνατό του, δοκιμάζει την κοινωνία και θυσιάζεται με θετική τόλμη, θέλοντας να δείξει στους ανθρώπους τον δρόμο προς την ελευθερία, ο οποίος περνά μέσα από την κατανόηση ημών και των γύρω μας.
Η παράσταση είναι μια απόδοση τιμής σ’αυτό το αρχετυπικό έπος της νεότητας, από ανθρώπους εξίσου νέους όπως ο δημιουργός του και τα άτομα που τον ενέπνευσαν, πίσω στη Γερμανία του 1774. Με τη μεγαλύτερη δυνατή απλότητα και με ουσιαστική ειλικρίνεια, αναπαρίσταται η παλιά -αλλά ζωντανή- ιστορία του Γκαίτε σ’ένα ονειρικό εικαστικό περιβάλλον στο χώρο της πραγματικότητας όπου ζει η Ποίηση. Η παράσταση δεν επιθυμεί να μιμηθεί την εποχή ή τα ήθη του Βέρθερου, ούτε να τον χρησιμοποιήσει ως αφορμή για οτιδήποτε άλλο άσχετο με αυτόν. Το παίξιμο είναι σύγχρονο και καθημερινό, του 21ου αιώνα. Σε κάποιες συμπεριφορές, κινήσεις και στάσεις επιχειρείται η σύνδεση με την εποχή του Ρομαντισμού, αλλά το γενικό αισθητικό περιβάλλον είναι άχρονο και βασικό του στοιχείο είναι η γρήγορη κίνηση του αέρα και το παιχνίδι των υλικών (μέταλλο, τσιμέντο, ύφασμα και ξύλο) με το φως.
Σύμφωνα με το σκηνοθέτη, “η αισθητική ιδέα πίσω από την παράσταση, ξεκίνησε από την ‘Πορεία του Ακόλαστου’ (A Rake’s Progress-1735) του William Hogarth και από τη θέλησή του να διερευνήσει τις επιδράσεις της μπαροκικής αισθητικής (μέσω των σκοτωμένων χρωμάτων, του chiarroscuro και της περίπλοκης μουσικής) σ’ένα σύγχρονο θεατρικό περιβάλλον (όπου οι άνθρωποι κινούνται και μιλούν με καθημερινό και σύγχρονο τρόπο και όπου στη σκηνογραφία έχει κρατηθεί μόνον ό,τι είναι απολύτως απαραίτητο). Προϊόν αυτής της αλληλεπίδρασης, υπήρξε το στοιχείο του αέρα και η εξ αντιθέτου ενσωμάτωση στατικών κινήσεων και ακίνητων στάσεων στη χορογραφία”.