MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ
22
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης: «Είμαστε τα λάθη των μανάδων μας. Αλλά από μια εποχή και μετά είμαστε τα δικά μας λάθη»

Αμφιταλαντεύεται μεταξύ υποκριτικής και σκηνοθεσίας, αναγνωρίζει τις επάρκειες και τις ανεπάρκειες του, βαδίζει σ’ έναν κόσμο που τον τρομάζει μα παρόλα αυτά μεγαλώνει όμορφα.Φωτογραφίες: Χρήστος Σκυλλάκος

author-image Στέλλα Χαραμή

Τρέιλερ με ρούχα στην είσοδο, αφρολέξ και προστατευτικά πάνω στα καθίσματα, τεχνικοί να ελέγχουν τις λεπτομέρειες, ηθοποιοί να δοκιμάζουν σε κάθε πιθανή γωνιά – ακόμα και δίπλα σου – τα κοστούμια της παράστασης και η μυρωδιά του καινούργιου να σκορπίζει στο χώρο. Δεν είναι πολύ εύκολο να περιγράψω το χάος που επικρατεί αυτό το απόγευμα στο θέατρο «Αποθήκη». Τελευταία εβδομάδα προβών για τη «Δεύτερη φωνή» των Ρέππα – Παπαθανασίου κι όλα μοιάζουν να βρίσκονται σε μια νευρική εκκρεμότητα.

Ο Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης δουλεύει με τα καπιαμέντα της σκηνογραφίας, ήρεμος και συγκροτημένος, σε αντίστιξη των όσων συμβαίνουν ταυτόγχρονα και με θόρυβο γύρω του. Γρήγορα θα αναζητήσουμε ένα πιο ήσυχο χώρο για να μιλήσουμε παρότι ο ίδιος το παραδέχεται: Σε αυτή τη φασαρία έχει επιλέξει, εδώ και πολλά χρόνια, να ανήκει. «Σκέφτομαι πόσο ωραίο πράγμα και πόσο τυχερός είμαι να φτιάχνω παραστάσεις, από όποια θέση. Nα κλείνεις την πόρτα του θεάτρου, να έχουν μπει οι ηθοποιοί μέσα και να αρχίζουν να λένε λόγια από ένα σύμπαν που δεν είναι ακριβώς πραγματικό. Η’ μάλλον επειδή συμπυκνώνει την πραγματικότητα είναι πιο πραγματικό από οτιδήποτε άλλο» λέει παρότι τελευταία δείχνει να εστιάζει στα καθήκοντα της σκηνοθεσίας – και εξηγεί το γιατί. «Η ιδιοσυγκρασία μου είναι αυτή του ανθρώπου που συλλαμβάνει ένα πράγμα ολόκληρο. Καλό, κακό, ότι κι αν είναι αυτό. Τώρα αισθάνομαι ναι πολύ πιο ολόκληρος. Όταν είσαι σκηνοθέτης είσαι βασιλιάς» λέει αυτός ο ηθοποιός που για 25 χρόνια έχει δοκιμάζει παίζοντας περίπου τα πάντα. Ακαριαία ωστόσο – προτού καν προλάβω να κατοχυρώσω την ωραία δήλωση – αναθεωρεί. «Στην πραγματικότητα ο ηθοποιός είναι βασιλιάς γιατί πρώτα ο σκηνοθέτης σκηνοθετεί και μετά ο ηθοποιός παίζει. Το θέατρο το φτιάχνεις με τη γνώση ότι θα αλλοιωθεί μέσα από τη ζωντανή πράξη όπως την ορίζει ο ηθοποιός. Άρα, ο ηθοποιός είναι ο βασιλιάς – το παίρνω πίσω». Κάπου στη μέση στέκεται ο ίδιος.

Είσαι τόσο ψύχραιμος και συγκροτημένος όσο δείχνεις;
Το θυμικό μου είναι πολύ έντονο κι όπως κάθε επαρκής ηθοποιός έχω ένα πολύ τεντωμένο νευρικό σύστημα. Η υποκριτική είναι νευρολογική διαδικασία και, παρεμπιπτόντως κάποια στιγμή, θα ήθελα να γράψω ένα βιβλίο γι’ αυτό σε συνεργασία με ένα νευρολόγο. Μπορεί λοιπόν, να διαφωνήσω με κάποιον σε θεωρητική συζήτηση, να ανεβάσω ντεσιμπέλ ψηλά σε ελάχιστα δευτερόλεπτα, τόσο που κανείς μπορεί να τρομάξει. Από την άλλη, μαθαίνω μέσα στα χρόνια να είμαι όλο και ψυχραιμότερος και θεωρώ υποχρέωση μου να είμαι πολύ συγκροτημένος και προετοιμασμένος.

Εξασκήθηκε αυτό το χαρακτηριστικό σου στα χρόνια που σκηνοθετείς;
Από την στιγμή που μπαίνεις στη λειτουργία του σκηνοθέτη, οι άνθρωποι περιμένουν από σένα, μια καθοδήγηση, ένα δρόμο. Σαν ηθοποιός έχω βιώσει πολλές φορές τη σκηνοθετική λογική «κάντε μου λίγο να δω». Το ερώτημα όμως είναι αγαπητέ μου σκηνοθέτη, εσύ έχεις από μόνος σου μιαν ιδέα να προτείνεις; Γιατί αυτή η σχέση κάνει τον ηθοποιό να αισθάνεται ανήλικος και βλάκας.

Σκέφτεσαι μήπως συρρικνωθεί η λειτουργία του ηθοποιού μέσα σου ή έχεις την ίδια ψυχολογία όταν σκηνοθετείς;
Η υποκριτική με έχει βοηθήσει πολύ στη σκέψη της σκηνοθεσίας. Καταρχάς δεν δέχομαι την απάντηση του «αυτό δεν γίνεται». Ξέρω πολύ καλά ως ηθοποιός τι μπορεί να γίνει και τι όχι. Επίσης, όταν υπάρχει μια δυσκολία σε πράγματα που ζητάω σαν σκηνοθέτης τα εξηγώ και παίζοντας, αυτοσχεδιάζοντας. Θεωρώ πως μέρος της σκηνοθεσίας είναι η μίμηση. Είναι ωραίο αυτό το «κάτσε να σου δείξω».

MarkoulakisK

Καλλιτεχνικά, ωριμάζεις ωραία;
Βαθαίνω σαν άνθρωπος, είμαι ευχαριστημένος με τον τρόπο που περνάει ο χρόνος πάνω από το πνεύμα και την ψυχή μου. Βλέπω τη διαφορά μέσα μου. Τα χρόνια που περνούν μας κάνουν καλό, αν είναι να μας βαθαίνουν, όμορφα να παλιώνουμε όπως λέει και ο Σαββόπουλος.

Είσαι καλύτερος ηθοποιός απ’ ότι νόμιζες ότι ήσουν στο παρελθόν;
Απ’ ότι νόμιζα πως ήμουν δεν ξέρω, γιατί όταν ξεκινάς νομίζεις ότι είσαι καταπληκτικός. Και το λέω χωρίς αιδώ· οφείλεις να αισθάνεσαι καταπληκτικός στα 20 σου χρόνια γιατί διαφορετικά δεν ανεβαίνεις στη σκηνή για να διεκδικήσεις το βλέμμα των άλλων. Το να επιζητάς την προσοχή των ανθρώπων, τα λεφτά τους και το χειροκρότημα τους στο τέλος περιέχει a priori ενός είδους υπέρβαση. Το θέμα είναι τι θα την κάνεις αυτήν: Αν θα βαθύνεις τον εαυτό σου, τους άλλους, αν θα θελήσεις να αφηγηθείς ωραίες ιστορίες. Θεωρώ λοιπόν πως είμαι όσο καλός πίστευα και πως θα γίνομαι καλύτερος.

Είμαι πολύ γενναιόδωρος με τους άλλους. Και το λέω χωρίς καμία ντροπή 

Τι ηθοποιός είσαι τώρα;
Είμαι πολύ γενναιόδωρος με τους άλλους. Και το λέω επίσης χωρίς καμία ντροπή. Παίρνω πολύ μεγάλη ηδονή επί σκηνής όταν διαπιστώνω πως ο συμπρωταγωνιστής μου είναι πολύ καλός. Σχεδόν με ενδιαφέρει περισσότερο από το πως θα είμαι εγώ ή το πως θα σκηνοθετήσω.

Μέχρι το Δεκέμβριο θα παίζονται τέσσερις δικές σου σκηνοθεσίες σε κεντρικά θέατρα της πόλης. Τελικά, πόσο σε έχει απορροφήσει η σκηνοθεσία;
Όχι περισσότερο απ’ ότι περίμενα κι όχι περισσότερο απ’ ότι επιθυμούσα. Η σκηνοθεσία με ευχαριστεί τόσο σαν πνευματική όσο και σαν χειρωνακτική διαδικασία. Όντως έχουν προκύψει πράγματα, το ένα πίσω από το άλλο. Ωστόσο, τα προηγούμενα έδωσαν τροφή στα επόμενα.

Δεν ανησυχείς μην ξοδευτείς ξαφνικά σκηνοθετώντας;
Όχι, δεν νομίζω. Οι δύο στις τέσσερις σκηνοθεσίες είναι περσινές· επομένως δεν βρίσκω υπερβολικό να κάνεις δύο καινούργια έργα μέσα σ’ ένα χρόνο. Ιδίως αν σκέφτεσαι, προσέχεις και έχεις κάποιο λόγο που τα κάνεις. Χρειάζεται να υπάρχει μια εσωτερική σύνδεση με αυτό που κάνεις. Ο «Αύγουστος» – το είχα συζητήσει με την Κάτια Δανδουλάκη κάποια στιγμή – ήταν πάντα ένα έργο που ήθελα πολύ να κάνω. Οσο για τη «Δεύτερη φωνή» προέκυψε αργότερα, ύστερα από πρόταση του Μιχάλη Ρέππα και του Θανάση Παπαθανασίου που είχαν δει τις προηγούμενες δουλειές μου και τους άρεσαν. Προβληματίστηκα με τους χρόνους και ότι θα συμπέσουν όλα αυτά μαζί αλλά μόλις διάβασα το έργο το βρήκα πολύ ενδιαφέρον κι αυτό κάμφθηκε.

MarkoulakisK8

Μέχρι στιγμής, συνδέει κάτι τα έργα που έχεις αναλάβει να δουλέψεις;
Βρίσκομαι στην αρχή της σκηνοθετικής μου πορείας και δεν νομίζω ότι μπορώ να πω ότι έχω μια σταθερή εικαστική ματιά. Πρέπει να περάσουν πολλά χρόνια για να φανεί ένας συνεκτικός ιστός, ένας τύπος γραφής που τα συνδέει. Μια πρώτη ματιά για τα έργα που δουλεύω αυτήν την εποχή, το «Θεό της σφαγής», τον «Αύγουστο», τη «Δεύτερη φωνή» μας λέει ότι είναι πολύ διαφορετικά μεταξύ τους. Κι αυτό δεν είναι κακό· με την έννοια ότι αν παρατηρούσες την πορεία μεγάλων σκηνοθετών, του Πολάνσκι για παράδειγμα ή του Βολανάκη στο θέατρο δεν μπορούσες να διακρίνεις πάντα ότι η σκηνοθεσία ήταν δική τους. Είχαν μια συγκεκριμένη ποιότητα αλλά όχι μια καθαρή υπογραφή. Παρόλα αυτά, επειδή όπως λέει ένας φίλος μου «είμαστε καταδικασμένοι να πούμε τις ιστορίες που μας αφορούν» ακόμα κι αν χρησιμοποιήσουμε ως οχήματα τελείως διαφορετικά πράγματα, πάλι για εμάς θα μιλήσουμε.

Συνεπώς υπάρχει μια, μεταξύ τους, επικοινωνία.
Ίσως υπάρχει κάτι κοινό στο πως αντιμετωπίζω τα ανθρώπινα. Υπάρχει κάτι που με έλκει σε έργα που έχουν γωνίες και ταυτοχρόνως έχουν την ειρωνεία της απελπισίας που εκφράζεται με ευφυή τρόπο. Επιπλέον, συνηθίζω να αντιμετωπίζω τους ενηλίκους ως ανηλίκους. Αυτό δεν είναι ένα σχήμα που έχει επιβληθεί, είναι κάτι που διαπιστώνω κατόπιν εορτής. Αντιμετωπίζω τα ανθρώπινα με μια κατανόηση, με μιαν αίσθηση πως ότι κι αν συμβαίνει κανείς δεν φταίει ακριβώς. «Ουδείς εκών κακός», όπως έχουμε ξαναπεί.

Ξανακοιτάζω προσεκτικά αυτό που λέγεται εμπορικό θέατρο. Κάνω παραστάσεις που απευθύνονται σε μεγάλο κοινό και θέλω να πιστεύω πως δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν στον προβληματισμό, την αγωνία, την κατασκευή και στο τελικό τους αποτέλεσμα από άλλης “γειτονιάς” παραστάσεις

Είχες δεύτερες σκέψεις να αναλάβεις να σκηνοθετήσεις Ρέππα – Παπαθανασίου; Δημιουργούς ταυτισμένους με το εμπορικό θέατρο;
Δεν με αφορά αυτός ο διαχωρισμός μεταξύ εμπορικού κι εναλλακτικού. Έχω δει πάρα πολύ ωραία πράγματα βατά και λιγότερο βατά. Το ένα τρέφεται από το άλλο. Ο Φελίνι έλεγε πολύ σωστά ότι για να κάνει τις ταινίες του βασιζόταν πάνω στην κινηματογραφική παραγωγή της Τσινετσιτά. Τα είδη λοιπόν δεν διαχωρίζονται παρά μόνο με τον πολύ αυστηρό κανόνα κακό και βαρετό θέατρο από τη μια, καλό και ενδιαφέρον θέατρο από την άλλη.

Που σου αρέσει να στοχεύεις λοιπόν στο θέατρο;
Τώρα που φτιάχνω ένα συνολικό καλλιτεχνικό αποτύπωμα θα έλεγα πως εγώ – που έχω παίξει όλων των ειδών τα πράγματα στο θέατρο, έχω παρακολουθήσει όλων των ειδών τα πράγματα στο θέατρο κι έχω φίλους απ’ όλες τις θεατρικές “γειτονιές” – αισθάνομαι ότι ο χώρος μου είναι οι παραστάσεις που απευθύνονται σ’ ένα ευρύτερο κοινό. Το προσωπικό μου γούστο δεν αφορά σε έργα δύσβατα για θεατροφίλ, τα οποία προτιμώ να αντιμετωπίζω με μια αναθεωρητική ματιά. Ξανακοιτάζω προσεκτικά αυτό που λέγεται εμπορικό θέατρο. Αυτό είναι το στίγμα: Κάνω παραστάσεις που απευθύνονται σε μεγάλο κοινό και θέλω να πιστεύω πως δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν στον προβληματισμό, την αγωνία, την κατασκευή και στο τελικό τους αποτέλεσμα από άλλης “γειτονιάς” παραστάσεις. Συνεπώς, καθόλου δεν δίστασα να δουλέψω ένα έργο των Ρέππα – Παπαθανασίου.

Τι εντόπισες στη «Δεύτερη φωνή»;
Ξεκίνησα κάνοντας το εξής πολύ απλό: Έκατσα να διαβάσω το έργο – είναι πολύ καλό κριτήριο. Κι αυτό το έργο έχει πολύ ζουμί. Πραγματεύεται τη Μεταπολίτευση και τα παράγωγα της, όχι την οικονομική κρίση αλλά αυτή τη διάλυση που βιώνουμε. Είναι ένα έργο για το ελληνικό όνειρο που ξεκίνησε «στο Αλφα της Αξίας/ της Αρχής της Μίας/ λουτροκαμπινές» που λέει και ο Σαββόπουλος εξελίχθηκε στο glam και στην υπερβολή του πούρου και του εξωφύλλου και μας έφερε σ’ αυτό το πανωσήκωμα, σε κάτι αναμονές που δεν πάνε πουθενά.

Έχεις μια εικόνα για τη Μεταπολίτευση;
Νομίζω πως το πιο χαρακτηριστικό δείγμα της Μεταπολίτευσης είναι τα κτήρια που θεμελιώθηκαν, έβαλαν κολώνες, περιμένοντας να πέσει ο επόμενος όροφος – κάτι που ωστόσο ποτέ δεν θα συμβεί.

Κεντρικό πρόσωπο του έργου είναι μια ματαιωμένη τραγουδίστρια και δεσποτική μάνα.
Η οποία τώρα προσπαθεί να σπρώξει όλη την οικογένεια προς τα μπρος, πατώντας πάνω της κιόλας.

MarkoulakisK2

Είμαστε τα λάθη των μανάδων μας;
Ναι, είμαστε. Αλλά από μια εποχή και μετά είμαστε τα δικά μας λάθη.

Ποια φάση διανύεις;
Ευτυχώς, έχω μια μητέρα που είναι πολύ συγκροτημένο πρόσωπο και της οφείλω πολλά – ακόμα και πολλές λεπτομέρειες. Η μητέρα μου, έχοντας κάνει σπουδές ψυχολογίας, μου εξηγούσε ό,τι έκανα – σωστό ή λάθος. Γι’ αυτό και είμαι τόσο αναλυτικός. Νομίζω πως οι γονείς μας μαθαίνουν πολλά από αυτά που θεωρούν ότι πρέπει να γίνουμε όχι δια του λόγου αλλά δια του παραδείγματος. Και είτε το πλησιάζεις γιατί το παράδειγμα είναι καλό είναι το αποστρέφεσαι γιατί είναι κακό. Ένα ασήμαντο παράδειγμα: Όταν μπαίνω σε ανδρικές τουαλέτες εστιατορίων και βλέπω το καπάκι κατεβασμένο και λερωμένο από τους προηγούμενους σκέφτομαι πάντα: «Μα καλά αυτοί μια μάνα δεν είχαν να τους πει να σηκώνουν το καπάκι;». Μέσα από αυτές τις απορίες διαπιστώνεις μια σειρά από πράγματα που τα οφείλεις στη μάνα σου.

Αυτή η χώρα θα ήταν καλύτερη αν οι μανάδες μας ήταν πιο νορμάλ;
Μα και οι μανάδες μας τόσα ήξεραν. Οι περισσότεροι άνθρωποι κάνουν αυτό που ξέρουν. Δεν τις κατηγορείς όπως δεν μπορείς να κατηγορήσεις κι αυτούς που μετά τη Μεταπολίτευση είδαν την ευκαιρία μιας χώρας η οποία άρχισε να ανεβαίνει οικονομικά προς τα πάνω, να συντονίζεται με τον πυρήνα της Ευρώπης, είδαν τη δυνατότητα να πάρουν ένα αυτοκίνητο κι ένα εξοχικό και θεώρησαν ένα κράτος λάφυρο γιατί τους προσφέρθηκε και αυτή η δυνατότητα. Τους έλειπαν ή ακόμα τους λείπουν τα εργαλεία να κατανοήσουν τον κόσμο διαφορετικά. Κι ένα από τα κοινά λάθη που κάνουν οι ψυχραιμότεροι και πιο καλλιεργημένοι είναι να υποτιμούν τη δύναμη και το συναισθηματισμό των συνανθρώπων μας που δεν έχουν αυτά τα εργαλεία. Φτάνουμε λοιπόν, σ’ ένα πολύ επικίνδυνο σημείο να λέμε «έλα τώρα, τι να μας πουν οι ειδικοί για τα διάφορα φλέγοντα; Ο λαός ξέρει».

Ανατρέπεται αυτή η κατάσταση;
Δεν ξέρω. Και παρότι είμαι από κατασκευής ένας αθεράπευτα αισιόδοξος άνθρωπος, έχω αρχίσει να τρομάζω. Γιατί δεν είναι μια κατάσταση που διαπιστώνω μόνο στην Ελλάδα. Αν ήμουν Αμερικανός θα είχα τρελαθεί με την προοπτική ότι συζητάμε την εκλογή του Τραμπ. Το καλοκαίρι είχα βρεθεί σε μια συζήτηση όπου συμμετείχε κι ένας Ελληνας, μόνιμος κάτοικος Γερμανίας, ο οποίος επιχειρηματολογούσε κατά της Χίλαρι γιατί έχει λερωμένη τη φωλιά της και πρέπει να δούμε μια αλλαγή στο πρόσωπο του Τραμπ. Οι υπόλοιποι φυσικά προσπαθούσαμε να τον πείσουμε ότι δεν είναι συγκρίσιμα αυτά τα μεγέθη. Από τη μια, ο Τραμπ είναι ένα επικίνδυνο καρτούν κι από την άλλη η Κλίντον με τις αποσκευές των λαθών της αλλά πάντως εντός πλαισίου. Αναπτύσσεται αυτή η λογική στη Γαλλία, στις πρώην Ανατολικές Δημοκρατίες, μια στροφή στον αντιδιαφωτισμό, προς οποιοδήποτε κατακτημένο επιχείρημα, προς οποιαδήποτε επιστήμη.

Δεν τσιμπάω με το επιχείρημα πως «και οι άλλοι τα ίδια έκαναν». Οι νέοι εξελέγησαν ακριβώς για να μην κάνουν τα ίδια. Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από αυτόν που υποσχέθηκε ότι θα είναι άλλος και τελικά είναι ίδιος με τον προηγούμενο

Εχοντας δηλώσει οπαδός των θεσμών, σε μια χώρα που οι θεσμοί τελούν σε πλήρη παρακμή, τι προτείνεις να κάνουμε;
Καταρχάς, έχω δηλώσει πως θα έπρεπε να υπάρχει εμπιστοσύνη στους θεσμούς. Δεν έχω αυτόκλητη εμπιστοσύνη σε αυτούς.

Αυτή είναι η απορία μου: Είναι άξιοι εμπιστοσύνης;
Όχι, δεν είναι. Και δεν τσιμπάω με το επιχείρημα πως «και οι άλλοι τα ίδια έκαναν». Οι νέοι εξελέγησαν ακριβώς για να μην κάνουν τα ίδια. Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από αυτόν που υποσχέθηκε ότι θα είναι άλλος και τελικά είναι ίδιος. Ο ψηφοφόρος αν θέλει το ίδιο ας πάει στον ίδιο. Αλλά ακόμα και αν δεχθώ το παραπάνω επιχείρημα, «οι άλλοι τα έκαναν» μέσα σε 30 χρόνια κι όχι σε τέτοια χρονική συμπύκνωση. Αυτή η κυβέρνηση μας σερβίρει την αηδία σε Pummaro.

MarkoulakisK7

Ο συγχρωτισμός της κυβέρνησης με τους δικαστές αφήνει περιθώρια για να δηλώσουμε πίστη στην ελληνική δικαιοσύνη;
Αυτό είναι το εξωφρενικότερο όλων. Όσα συντελούνται στο χώρο της δικαιοσύνης δεν έχουν συμβεί ποτέ στο παρελθόν. Ομολογώ πως ποτέ μέχρι τώρα δεν θα έφευγα από ένα ελληνικό δικαστήριο λέγοντας a priori τη φράση «έχω πίστη στην ελληνική δικαιοσύνη». Όμως θα έπρεπε να έχω πίστη στην ελληνική δικαιοσύνη. Και τίποτα δεν συνηγορεί πλέον σε αυτό.

Ναι, να προχωρήσουμε στον διαχωρισμό Εκκλησίας – Κράτους ωστόσο ο τρόπος για να το συμβεί σε μια χώρα που οι περισσότεροι δηλώνουν πιστοί, πρέπει να είναι εξαιρετικά προσεκτικός. Δεν είμαι υπέρ μιας ρήξης, υπέρ της προσβολής των πιστών της Εκκλησίας

Ποια είναι η θέση σου στην άλλη παρωδία γύρω από το διαχωρισμό Κράτους – Εκκλησίας;
Συντάσσομαι με τη γνώμη που εξέφρασε και ο Χρήστος Χωμενίδης ότι ναι, να προχωρήσουμε στον διαχωρισμό Εκκλησίας – Κράτους ωστόσο ο τρόπος για να το συμβεί σε μια χώρα που οι περισσότεροι δηλώνουν πιστοί, πρέπει να είναι εξαιρετικά προσεκτικός. Δεν είμαι υπέρ μιας ρήξης, υπέρ της προσβολής των πιστών της Εκκλησίας. Θέλει έναν πολύ μαλακό χειρισμό.

Είσαι πιστός;
Αυτοπροσδιορίζομαι ως άθεος Χριστιανός Ορθόδοξος. Είμαι άθεος ως προς την πίστη σ’ ένα θεό παρεμβατικό στον οποίο μπορείς να προσευχηθείς και να σου λύσει το πρόβλημα αλλά αναγνωρίζω τις προσωπικές μου μνήμες και το συνεκτικό ιστό που έχουν παίξει αυτές οι μνήμες για χιλιάδες ανθρώπους. Ακόμα κι εμείς που δεν δηλώνουμε ένθεοι – γιατί πολλές φορές κι αυτό κρύβει ένα συνδικαλισμό που δεν μου αρέσει – αντιλαμβανόμαστε τη σημασία των τελετών, της κηδείας, της Μεγάλης Παρασκευής. Είναι συμβάντα που έχουν μια βαθιά συμβολική σημασία την οποία δεν αρνούμαι. Αρνούμαι την εμπλοκή της Εκκλησίας στα του κράτους.

Πως διαχειρίζεσαι ως μονάδα αυτό το κοινωνικο-πολιτικό χάος;
Αισθάνομαι ότι ζω σ’ ένα κουκούλι. Γενικά, δεν τοποθετούμαι ιδιαίτερα και ιδιωτεύω. Από την άλλη σκέφτομαι πως ούτε αυτό είναι επαρκές. Πρέπει να μπορούμε να μετρηθούμε και για να μετρηθούμε οι ψυχραιμότεροι από εμάς οφείλουν να αποτυπώνουν τα πράγματα, όπως είναι, να βγαίνουν και να λένε πως έξω είναι ακόμα μέρα.

Περισσότερα από Πρόσωπα