Ο Σαίξπηρ όπως σε όλες τις μεγάλες δημιουργίες του, έτσι και στη «Δωδέκατη Νύχτα», πίσω από το παιχνίδισμα της περιπέτειας, της μεταμφίεσης και της γοητευτικής ποιητικής σύλληψης, επεξεργάζεται μια κοσμοθεωρία, που επαναπροσδιορίζει τις αρχετυπικές έννοιες του έρωτα, της εξουσίας και των συμβάσεων που ορίζουν τη ζωή των ανθρώπων.
Τα δίδυμα αδέρφια Βιόλα και Σεμπαστιάν ναυαγούν στις ακτές της Ιλλυρίας, μιας χώρας σχεδόν μυθικής, που δίνει την εντύπωση πως δεν προϋπάρχει, αλλά αρχίζει να ζει εκείνη τη στιγμή. Τα αδέρφια χάνονται μεταξύ τους και η Βιόλα «παρενδύεται» και γίνεται ο Σεζάριο, έτσι ώστε να αναζητήσει ανενόχλητη τον αδερφό της στον άγνωστο τόπο. Τον τόπο αυτόν, επιχειρούν να κατακτήσουν δύο αντιθετικές και μπανάλ δυνάμεις: το Πένθος, που εκπροσωπείται από την Ολίβια που αποκρούει τον Ορσίνο, και ο Έρωτας, που εκπροσωπείται από τον Ορσίνο που κυνηγάει την Ολίβια. Αυτή τους η αναμέτρηση λαμβάνει χώρα κατά το δωδεκαήμερο της ασυδοσίας, στις πλέον ακατάλληλες συνθήκες τόσο για πένθη όσο και για έρωτες: τη νύχτα που «όλα επιτρέπονται».