Πέτρος Φιλιππίδης: “Αν ξαναγεννιόμουν, θα ήθελα να γίνω χορευτής”
Ανέβηκα και κατέβηκα τις σκάλες του θεάτρου Μουσούρη μέχρι να φτάσω στα παρασκήνια. Που είναι οκτώ, παρακαλώ, αφού το ιστορικό αυτό θέατρο έχει φιλοξενήσει μεγάλους θιάσους στη διαδρομή του. Σε ένα από αυτά, είχα ραντεβού με τον Πέτρο Φιλιππίδη, που στεγάζει στο θέατρο της πλατείας Αγ. Γεωργίου Καρύτση, εδώ και κάμποσα χρόνια, τις θεατρικές του επιλογές. Και φέτος στεγάζει τη συνεργασία του, για πρώτη φορά μετά τα χρόνια της σχολής του Θεάτρου Τέχνης, με τη Λυδία Κονιόρδου, και την παράσταση “Και τώρα οι δυο μας”, σε σκηνοθεσία Γιώργου Κιμούλη.
“Θάνατος του εμποράκου” πέρυσι στο Εθνικό Θέατρο, “Δάφνες και πικροδάφνες” και φέτος η παράσταση “Και τώρα οι δυο μας” στο Μουσούρη. Διακρίνω μια αλλαγή των επιλογών σας. Διακρίνω μια στροφή. Ρεπερτορίου; Ρόλων δικών σας; Θεατρικών κειμένων που επιλέγετε; Είναι έτσι;
Και είναι και δεν είναι. Προσωπικά δεν αισθάνομαι ότι κάνω κάποια στροφή. Αισθάνομαι ότι το θέατρο πρέπει να είναι ανοιχτό στους επαγγελματίες του, όπως κι αυτοί πρέπει να είναι ανοιχτοί με τις επιλογές τους και προς το κοινό, αλλά και το κοινό πρέπει να είναι ανοιχτό. Εάν κάποιος μπορεί να δοκιμαστεί σε κάποια πράγματα, θα κριθεί για ό,τι κάνει. Καταλαβαίνω την ερώτηση, και όντως δεν είναι ο “Μπακαλόγατος” ίδιος με τον “Θείο Βάνια”, αλλά εκεί που συναντιούνται όλα είναι ο τρόπος που τα κάνεις. Ναι, ας την πούμε στροφή για να συνεννοηθούμε, γιατί εγώ δεν την θεωρώ στροφή. Είναι όμως μια ανάγκη, μια διάθεση του καλλιτέχνη, του ερμηνευτή, του δημιουργού, να αγγίξει μεγάλα πράγματα. Μα τα προηγούμενα ήταν μικρά; -θα μου πείτε. Μα έχουμε δει παραστάσεις σπουδαίων έργων που ήταν άθλιες. Ναι, βεβαίως υπάρχουν μεγάλες διαφορές στα έργα. Αλλά προτιμώ να κάνω έναν καλό “Μπακαλόγατο”, από έναν κακό “Θείο Βάνια”.
Το κοινό σας, που σας ακολουθεί και σας παρακολουθεί τόσα χρόνια, σας έχει μάθει σε κωμικούς ρόλους. Σας παρακολουθούσε και για τα έργα που επιλέγατε, για τον τρόπο που παίζατε…
H ανάγκη του καλλιτέχνη, τουλάχιστον η δική μου, είναι να έχω και κόσμο. Δεν διανοούμαι να κάνω κάτι που δεν έχει ανταπόκριση, και δεν είναι μόνο οικονομικοί οι λόγοι. Και δεν είναι εύκολη χρονιά, φοβάμαι, φέτος για το θέατρο.
Συμφωνήσαμε ότι κάνετε μια στροφή. Θεωρείτε ότι είναι ένα ρίσκο για σας αυτή η αλλαγή; Ή ενστερνίζεστε τη άλλη οπτική που λέει ότι ακριβώς επειδή υπάρχει μια δεξαμενή πιστών θαυμαστών, μπορείτε να εξοικειώσετε αυτή τη δεξαμενή και με άλλο είδος θεάτρου. Τι από τα δύο ισχύει; Τι φοβάστε;
Φοβάμαι την περίπτωση που δεν ακολουθήσει ή δεν θα δημιουργηθεί ένα καινούργιο. Για να είμαι ειλικρινής -γιατί δεν θέλω να κάνω ούτε τον μάγκα, ούτε τον καμπόσο, ούτε τον υπεράνω, γιατί πέρα από οτιδήποτε άλλο εγώ κάνω κι ένα επάγγελμα περιμένω να ζήσω από αυτή τη δουλειά. Δεν έχω κάτι άλλο για να βγάζω χρήματα. Η αλήθεια είναι ότι φοβάμαι μήπως δεν ακολουθήσει το κοινό, γιατί όντως το να κάνεις σήμερα το “Και τώρα οι δυο μας” και να έχεις δει τον “Μπακαλόγατο”, πράγματι η έκπληξη είναι τεράστια. Όμως, έχω κι εγώ τις δικές μου ανάγκες και χρειάζομαι να αντιμετωπίσω τα δικά μου “θέλω” σαν καλλιτέχνης. Βέβαια, ναι, κάνω και επάγγελμα. Γι’ αυτό και φοβάμαι, αλλά αποφασίζει κανείς κάποια στιγμή στη ζωή του το τι είναι πιο ισχυρό. Βέβαια αυτό το θέατρο δεν έχει πίσω του κάποιον φορέα ή οργανισμό που να το ενισχύει. Έχει έναν επιχειρηματία, που βάζει τα λεφτά του, κάποιοι άνθρωποι δουλεύουν εδώ, και μ’ έναν τρόπο έχεις και μία ευθύνη γι’ αυτό που κάνεις. Δεν είναι και πολύ καλλιτεχνικό αυτό που λέω. Αλλά από την άλλη, ισχύει. Εκτός από αυτό, η ανάγκη του καλλιτέχνη, τουλάχιστον η δική μου, είναι να έχω και κόσμο. Δεν διανοούμαι να κάνω κάτι που δεν έχει ανταπόκριση, και δεν είναι μόνο οικονομικοί οι λόγοι. Και δεν είναι εύκολη χρονιά, φοβάμαι, φέτος για το θέατρο.
Για ποιον λόγο; Έχει να κάνει με την υπερπροσφορά τη θεατρική, με το ολοένα μεγαλύτερο στρίμωγμα των ανθρώπων;
Γιατί διαλέξατε αυτό το έργο; Ακουμπάει σε κάποια δική σας αναζήτηση; Ή μήπως το διάλεξε ο Γιώργος Κιμούλης;
Εγώ το διάλεξα. Αλλά αυτό που διάλεξα πρώτα ήταν η συνεργασία. Μετά σκέφτηκα τι θα ήθελε η Λυδία να κάνουμε μαζί, της πρότεινα και έτσι έγινε. Το πιο σημαντικό για μένα, πριν από το έργο, ήταν η συνάντησή μου με τη Λυδία.
Πάντως υπάρχει καταπληκτική χημεία μεταξύ σας στη σκηνή. Έχετε ξαναπαίξει μαζί;
Πολύ παλιά όταν ήμασταν κι οι δυο πολλοί νέοι. Έτυχε σε μια παράσταση του Θεάτρου Τέχνης να είναι κορυφαία στο χορό κι εγώ να παίζω ως μαθητής. Αλλά πάντα κάναμε παρέα, την αγαπούσα και την εκτιμούσα, την αγαπώ και την εκτιμώ. Είχαμε από τότε μια ιδιαίτερη σχέση. Τώρα γιατί διαλέξαμε αυτό το έργο κι όχι κάποιο άλλο; Θέλαμε να κάνουμε ένα έργο με δύο πολύ δυνατούς ρόλους, είπαμε να μην κάνουμε κωμωδία, αν και το συζητάμε για κωμωδία, κάνουμε όνειρα. Για να μην πω σχέδια.
Κοίταξα το βιογραφικό σας στη Βικιπαίδεια. Ομολογώ ότι ξαφνιάστηκα γιατί δεν υπάρχει ούτε μία αναφορά στη θεατρική σας διαδρομή. Υπάρχει φιλμογραφία, τηλεόραση, τηλεταινίες, ακόμα και βιβλία, αλλά όχι θέατρο. Το ξέρετε αυτό;
Είναι εντυπωσιακό, τι να πω. Δεν το ήξερα, γιατί δεν με αναζητώ. Αυτό ποιος το φτιάχνει; Θα το κοιτάξω πραγματικά, καλά κάνετε και μου το λέτε.
Σε σχέση μ’ αυτό το στοιχείο, το θέατρο στην καριέρα σας, τι θέση έχει;
Την ακριβώς αντίθετη με την Βικιπαίδεια.
Παρ’ ότι αξιοποιήσατε τη χρυσή εποχή της τηλεόρασης…
Σας λείπει;
Βγάλατε χρήματα από την τηλεόραση;
Για ποια πράγματα που δεν κάνατε έχετε μετανιώσει;
Υπηρετείτε εδώ και χρόνια το λεγόμενο εμπορικό θέατρο, όχι με αρνητική χροιά, αλλά με την έννοια ότι απευθύνεται σε πιο ευρύ κοινό. Τελευταία παρατηρούμε μια στροφή πολλών συναδέλφων σας, και δική σας, σ’ αυτό που θα λέγαμε ποιοτικό εμπορικό θέατρο. Πιστεύετε ότι αυτό συμβαδίζει με κάποιες ανάγκες της εποχής; Είναι τάση; Είναι μόδα;
Καλό δεν είναι αυτό για το θέατρο; Κοιτάξτε, αν κρίνω από τον εαυτό μου που είναι αυτή η ανάγκη να εξελιχθείς, να συναγωνιστείς το ρόλο και το έργο, ακόμα και να συνομιλήσεις επί ίσοις όροις με τους συμπρωταγωνιστές σου, αυτό που λέμε να γεμίσει η σκηνή ταλέντο, είναι εξαιρετικό. Νομίζω ότι μάλλον αυτή η ανάγκη είναι. Κι νομίζω ότι έτσι το θέατρο μπορεί να πάει πολύ μπροστά. Και με αποτυχίες ακόμα, είτε εμπορικές είτε καλλιτεχνικές. Το κοινό πρέπει να ξέρει ότι καλό θέατρο μπορεί να δει οπουδήποτε. Εμένα μ’ ενδιαφέρει αυτό που θα δω είναι να με σηκώσει από τη θέση μου, να πάρει την ψυχή μου. Δεν με νοιάζει πώς τον λένε αυτόν που το κάνει. Αν είναι εμπορικός, μη εμπορικός, αν είναι Εθνικό Θέατρο, αν είναι “Μουσούρη”…
Για να κάνει κάποιος πρωτοπορία, πρέπει να έχει κλασική παιδεία. Αυτό που έχει σημασία στην πρωτοπορία είναι η πορεία. Άλλο ελευθερία, άλλο ελευθεριότητα. Η ελευθερία εμπεριέχει τη γνώση, το μεράκι, το ταλέντο. Η ελευθεριότητα δεν έχει τίποτα από όλα αυτά.
Αναφέρομαι σε θέατρα που θεωρούνται τα main stream του κέντρου…
Μ’ έναν τρόπο περιγράφετε αρκετές από τις παραστάσεις που βλέπουμε τα τελευταία χρόνια;
Ξέρετε ποιο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα στο χώρο μας; Να έχεις άποψη γι’ αυτό που δεν γνωρίζεις. Ξέρετε πόσοι έχουν άποψη για μένα που δεν με έχουν δει ποτέ στο θέατρο;
Δεν μου αρέσει αυτό το “εμείς” κι “αυτοί”. Νομίζω σας αδικεί…
Ούτε εμένα μου αρέσει. Έτσι είναι, όπως το λέτε. Απλώς για να μπορέσουμε να συνεννοηθούμε. Είμαι ο πρώτος που είμαι εναντίον της ταμπέλας….
Άλλο πράγμα είναι να λέμε αυτός είναι κωμικός ηθοποιός…
Με κουρδίζετε τώρα και δεν μπορώ να μην το ρωτήσω, και αυτό συνομιλεί κάπως με την αρχική ερώτηση: έχω την αίσθηση ότι μέσα στα θέλω σας είναι και μια προσπάθεια αποχαρακτηρισμού από μια ταμπέλα, πάλι σε εισαγωγικά, που σας συνοδεύει. Και σαν κάποια στιγμή να θελήσατε να πείτε: Βρε σεις, εγώ μπορώ να κάνω και το άλλο…
Δεν θα σας πω ότι έχω μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου. Δεν έχω μικρή όμως. Μπορώ να κάνω πολλά και σημαντικά πράγματα. Και ξέρετε, όταν κάποιος ξέρει ότι δεν μπορεί, δεν το επιχειρεί.
Σας αρέσει ο χορός έτσι; Είναι η δεύτερη φορά που αναφέρεστε σε χορευτή.
Τρελαίνομαι. Θα ήθελα να είμαι χορευτής. Αν ξαναγεννιόμουν, θα ήθελα να είμαι πολύ σπουδαίος χορευτής. Άλλωστε έχω παντρευτεί χορεύτρια και χορογράφο. Τρελαίνομαι για το χορό, πιο πολύ από οτιδήποτε και για τους ανθρώπους του χορού. Μια χορευτική παράσταση μπορεί να με συγκινήσει πολύ περισσότερο από μια θεατρική. Αυτό που κάνει λοιπόν ο Παπαϊωάννου εγώ δεν θα μπορούσα να το κάνω, αυτό δεν σημαίνει πως δεν αναγνωρίζω ότι αυτό είναι πολύ σημαντικό. Αυτό εννοώ με τις ταμπέλες.
Α, σ’ αυτή την αφίσα είναι ο Σωτήρης Τζεβελέκος;
Ναι. Είναι από τους “Όρνιθες” το 1999, με τον Κώστα Τσιάνο. Ήταν η πρώτη χρονιά που έπαιζε μετά από πολλά χρόνια, γιατί δούλευε ταξί. Και τώρα, νομίζω, ΤΑΧΙ δουλεύει. Είναι ένα εξαιρετικό παιδί και εξαιρετικός ηθοποιός. Δεν μπορείτε να φανταστείτε πόσο καλός ήταν σ’ εκείνη την παράσταση. Ήταν πολύ καλός στο ρόλο του, πολύ καλός συνάδελφος, δοτικός, ευγενέστατος. Δεν τον έχω δει από τότε, αλλά έχω αυτή την αφίσα πάντα στο καμαρίνι μου.
Ποιος σας λείπει από τους παλιούς σας συναδέλφους που δεν υπάρχουν πια στη ζωή;
Ε, ο Σάκης και ο Βλάσης. Αυτοί οι δυο, μου λείπουν πάρα πολύ. Δεν ξέρω αν θα παίζαμε μαζί, αλλά δεν έχει σημασία. Μου λείπουν σαν άνθρωποι.