Το Φως Ανάμεσα στους Ωκεανούς
Ζευγάρι εντός και εκτός οθόνης, οι Michael Fassbender και Alicia Vikander γνωρίζουν τον τρόπο για να δώσουν στους χαρακτήρες τους το κάτι παραπάνω και να προκαλέσουν ρίγη συγκίνησης στους θεατές.
Λίγα χρόνια μετά από τον πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Τομ και η Ίζαμπελ ζουν ήσυχα σε ένα μικρό νησί της Αυστραλίας, όπου ο Τομ είναι φαροφύλακας. Ενώ προσπαθούν να ξεπεράσουν το τραύμα της νέας αποτυχημένης κύησης της Ίζαμπελ, βρίσκουν ένα μωρό σε μια ακυβέρνητη βάρκα που ξεβράζεται στο νησί τους. Μέσα στο πένθος τους, αποφασίζουν να το παρουσιάσουν σαν δικό τους μωρό και περνούν ευτυχισμένοι τα χρόνια που έρχονται. Όμως, η βιολογική μητέρα του παιδιού εμφανίζεται αναπάντεχα στη ζωή τους…
O 42χρονος Derek Cianfrance («Blue Valentine», «Στο τέλος του δρόμου») είναι από τις περιπτώσεις των νέων αμερικανών σκηνοθετών που παρακολουθούμε με ζωηρό ενδιαφέρον. Τέσσερα χρόνια μετά από το θαυμάσιο «Τέλος του δρόμου» επιστρέφει με άλλη μια συναισθηματική οδύσσεια, που παντρεύει μοναδικά το love story με την οικογενειακή τραγωδία. Στο γεμάτο ερημιά σκηνικό του νησιού Τζένουας («όπως κι ο θεός Ιανός που έχει δώσει το όνομα του στο Γενάρη που κοιτά από τη μια μεριά το χρόνο που φεύγει κι από την άλλη αυτόν που έρχεται, έτσι και το νησί μας κοιτάει τους δύο μεγάλους ωκεανούς», λέει σε μια σκηνή ο Τομ) η αναζήτηση της προσωπικής ευτυχίας μοιάζει με άλυτο πρόβλημα για τους ήρωες.
Όταν η μοίρα δείχνει επιτελους να τους χαμογελά ύστερα από τα συνεχή χτυπήματα, τα ηθικά διλήμματα αναλαμβάνουν δράση. Η εμφάνιση της βιολογικής μητέρας του παιδιού είναι το έναυσμα για να αρχίσει ένα περίπλοκο, υπαρξιακό θρίλερ με συνεχείς ανατροπές και μετατοπίσεις στον άξονα Καλού- Κακού, όπου το ζήτημα της συγχώρεσης αποτελεί τον πυρήνα της προβληματικής του σκηνοθέτη. Ο Cianfrance το συγχέει άψογα με το ιστορικό γίγνεσθαι της εποχής και βάζει το νεκρό γερμανό σύζυγο της Rachel Weisz να γίνεται το συμβολικό πρόσωπο που θα «βρει» τη διέξοδο στο λαβύρινθο των ηρώων. Κάποια στιγμή το δράμα όμως βαραίνει επικίνδυνα και γίνεται κάπως αμήχανο – ακόμη και ενοχλητικό (ελέω και της ιστορίας από το διάσημο best seller της M.L. Stedman που στο συγγραφικό της ντεμπούτο έπιασε το τζακ ποτ) αλλά ακόμη κι έτσι, η ταινία αξίζει και με το παραπάνω τα λεφτά που θα δώσετε για το εισιτήριο.. Ακόμη κι αν ξοδέψετε λίγο περισσότερο για την αγορά χαρτομάντηλων που να είστε βέβαιοι ότι θα τα χρειαστείτε.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης