Ανδρέας Κωνσταντίνου: Ζούμε σε εποχή τρομερής βιαιότητας. Υπάρχει μια βία παντού και πάντα
Τον Ανδρέα Κωνσταντίνου, τον πέτυχα άνετο και κουλ να κυκλοφορεί μέσα στους χώρους του 57ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και αρχικά δεν κατάλαβα ότι είναι o ίδιος άνθρωπος που είχα «συναντήσει» ως ναυτικό στη «Μικρά Αγγλία» ή ως Τσιτσάνη στο «Ουζερί» του.
Χειμαρρώδης και χωρίς να μασάει τα λόγια του, μου μίλησε για την ταινία, το ελληνικό σινεμά και την κατάσταση που ζούμε. Μια συζήτηση πραγματικά απολαυστική.
Βλέπουμε εσένα όπως και άλλους ηθοποιούς της γενιάς σου να παίζουν σε διεθνείς παραγωγές. Το ελληνικό σινεμά έχει πάρει τα πάνω του;
Το πρόβλημά μας είναι λοιπόν το οικονομικό;
Ο Αγγελόπουλος δεν θα μπορούσε ποτέ να κάνει low budget ταινία ή να κάνει εκπτώσεις. Είχε ένα όραμα και έτσι έπρέπει να γίνει.
Οι ξένοι παραγωγοί ρίχνουν λεφτά για μια ταινία με Έλληνες δημιουργούς ή ηθοποιούς;
Δεν μπορώ να το γενικεύσω, αλλά αυτή η ταινία (σ.σ. «The Stopover») είχε λεφτά. Δεν νομίζω ότι μας έλειψε ποτέ τίποτα. Όπως το αντιλήφθηκα, τα πράγματα λειτουργούσαν ρολόι. Και σε αυτό έχει συμβάλει και η ελληνική πλευρά της παραγωγής. Έτσι, αν είναι διασφαλισμένα τα λεφτά της παραγωγής τότε ο παραγωγός δεν τρώει όλη τη φαιά ουσία στο να κλείνει τρύπες και όλοι ασχολούμαστε με την ταινία πια. Ο Αγγελόπουλος για παράδειγμα δεν θα μπορούσε να κάνει low budget ή να κάνει εκπτώσεις. Ήθελε να στήσει ένα χωριό και να το πλημμυρίσει και το έκανε και πήρε και δύναμη ο ίδιος και οι ηθοποιοί από αυτή την ποιητική εικόνα. Αυτό ήταν το όραμα, έτσι έπρέπει να γίνει. Άλλοι δημιουργοί στην Ελλάδα και ιδίως νέοι που κάνουν τις πρώτες τους ταινίες, αντιμετωπίζουν μια πραγματικότητα πολύ σκληρή σε σχέση με αυτό που θέλουν να είναι το δημιούργημα τους. Και δεν είναι θεωρητικό ζήτημα αυτό, είναι πρακτικό.
Η ταινία που συζητάμε γυρίστηκε από γυναίκες. Πιστεύεις πως μπορεί να θεωρηθεί ολοκληρωμένη η τέχνη, όταν ενώ ο πληθυσμός της γης είναι μοιρασμένος οι γυναίκες δεν έχουν ακόμα το βήμα να μιλήσουν καλλιτεχνικά σε τέτοιο βαθμό; Έχει έρθει μια κάποια δημοκρατικοποίηση της τέχνης;
Περιέγραψε μας το κλίμα στα γυρίσματα του “Stopover”. Πόσο κοντά ή μακριά είμαστε υποκριτικά από το γαλλικό σινεμά;
Τη διαδικασία των γυρισμάτων την εισέπραξα τελείως ισάξια. Δεν ένιωσα δηλαδή ότι πρεσβεύουμε δυο διαφορετικές σχολές υποκριτικής. Νομίζω πως με όλα τα παιδιά, κινούμασταν στον ίδιο άξονα που έχει να κάνει περισσότερο με την αντίληψη μας σαν άνθρωποι με το τι γίνεται τώρα εδώ πέρα, παρά ότι επιστρατεύαμε προσεγγίσεις και μεθόδους κάποιας σχολής ή σε σχέση με το τι έχουμε διδαχθεί. Υπήρχε μια προσπάθεια να γίνει κάτι αληθινό. Να αφουγκραστούμε, να αντιληφθούμε τι θέλουμε να πούμε σε κάθε σκηνή. Οι σκηνοθέτριες μας έδωσαν πολύ μεγάλη ελευθερία και σε μένα και στον Μάκη (σ.σ. Παπαδημητρίου). Ήταν πολύ ανοιχτές σε προτάσεις και δράσεις που δίναμε.
Είχε ενδιαφέρον πως απεικονίστηκε η παράδοση, η ελληνικότητα στην ταινία. Βοηθήσατε εσείς σε αυτό ή γνώριζαν εκ των προτέρων οι σκηνοθέτριες τα πράγματα;
Τι σου άρεσε στο σενάριο και σε έπεισε να παίξεις;
Καταρχήν γνώριζα την Ariane Labed που είναι φίλη. Επίσης, ότι η ταινία ήταν στα γαλλικά και έπρεπε να κάνω μαθήματα γιατί δεν ήξερα να μιλάω. Και φυσικά μου άρεσε το θέμα. Ο παραλληλισμός της εξόφθαλμης βίας που έχει ένας πόλεμος και το πώς αυτό το πράγμα συνεχίζει και το νήμα της βίας παίρνει άλλα χαρακτηριστικά. Σεξ και ναρκωτικά και πάρτι και βία άλλου τύπου. Η αφήγηση της φρικαλεότητας που υπάρχει με συγκαλυμμένη μορφή. Αυτό με κινητοποίησε.
Πρέπει να είναι διατεθειμένος ο καθένας να ανοίξει για να δει κάτι σε μια ταινία. Εγώ σ’ αυτούς απευθύνομαι. Και δεν το λέω ελιτίστικα.
Με το πολιτικό και υπαρξιακό πρόσημο που έχει αυτή η ταινία έχει αξία για το ελληνικό κοινό,;
Σίγουρα έχει αξία για μένα. Δεν με απασχόλησε αρχικά, το ποιος θα τη δει. Το θέμα αρχικά είναι εγώ να μπορώ να λειτουργήσω μέσα στην ταινία. Αν πετύχει αυτό, το ποιον αφορά νομίζω πως γίνεται μετά, μόνο του. Αν γίνει κάτι καλά και σωστά, σαφώς αφορά τους πάντες. Το θέμα είναι ανθρώπινο. Όποιος δεν μπορεί, ας πούμε, να διακρίνει την βία που συνεχίζεται εσωτερικά στους χαρακτήρες, τότε κάτι δεν αντιλαμβάνεται για τη ζωή του. Πρέπει να είναι διατεθειμένος ο καθένας να ανοίξει για να δει κάτι σε μια ταινία. Εγώ απευθύνομαι σε αυτούς που θέλουν να δούνε αυτό. Και δεν το λέω ελιτίστικα.
Η παράνοια και οι ψυχώσεις κυριαρχούν στην ταινία. Προσωπικά έκανα την σύνδεση με την κατάσταση στην χώρα μας, που ζούμε σε μια ψυχωτική πλέον συγκυρία. Σαν να ζούμε ένα ακήρυχτο πόλεμο.
Βλέπεις διέξοδο, από αυτήν;
Τον τελευταίο καιρό έχω αρχίσει να αναρωτιέμαι βαθύτερα για το ποια είναι η ανθρώπινη φύση. Τι σημαίνει. Καταρχάς πιστεύω πως αυτοί που κινούν τα παγκόσμια νήματα, τις αγορές δεν θέλουν να βρεθεί διέξοδος. Να σηκωθούμε μια μερα και να πούμε: «Μα τι λες ρε μαλάκα, εγώ δεν θέλω να ζω πια έτσι». Δεν θέλουν και έχουν επιστρατεύσει τα πάντα για να μην γίνει τίποτα. Μπες στο facebook, κάνε yoga για να είσαι ζεν και να τα βλέπεις θετικά, πιες και τις ποτάρες σου και σκάσε και πιάσε και τα ντρόγκια σου στο πάρτι και κάνε και αυτό κι εκείνο… μην τυχόν και καταλάβεις τι συμβαίνει. Την γαμήσανε αν καταλάβουμε τι συμβαίνει. Οπότε φυσικά και δεν θέλουν. Το άλλο (σ.σ. ο πόλεμος που βλέπουμε στην ταινία) είναι ωμό. Δεν έχει προσωπείο. Πάρε το όπλο και σκότωνε. Και με μια έννοια, είναι πιο τίμιο, όπως τίθεται. Όταν πας εκεί μισθοφόρος, πας για να σκοτώσεις. Για λεφτά… Τελεία. Αλλά και εκεί πλύση. Πήγαινε εκεί για την πατρίδα, για τη Γαλλία… Το λέει και στην ταινία. Στην Ελλάδα, προς το παρόν, μας είναι ξένο αυτό. Αν και έχουμε μισθοφόρους και εμείς και έχουμε συμμετάσχει σε πολέμους σημαντικούς και άδικους. Στη Γαλλία όμως, είναι σύνηθες. Γνωρίζω παιδιά που έχουν πάει. Και φοβούνται να μιλήσουν.
Έχω δουλέψει μια φορά στη διαφήμιση. Αρκετά τα λεφτά. Αλλά αυτή είναι η δουλειά του ηθοποιού; Αν με δεις να διαφημίζω ποτέ τράπεζες, να με φτύσεις!
Είσαι έμπειρος και στις δυο αφηγηματικές τέχνες. Θέατρο και κινηματογράφο. Πρέπει να περάσει από το θέατρο ένας ηθοποιός για να εισέλθει και στον κινηματογράφο;
Δεν υπάρχει «πρέπει». Υπάρχουν άνθρωποι και σκηνοθέτες που ψάχνουν να βρουν άλλη αλήθεια μέσω του σινεμά. Αλλά στην Ελλάδα, δεν υπάρχει μια σχολή υποκριτικής στον κινηματογράφο. Κανείς δεν σου μαθαίνει πώς να παίξεις στο σινεμά. Όμως, όπως και στο θέατρο έτσι και στον κινηματογράφο, πρέπει να κουραστείς, να κατανοήσεις. Να βρίσκεις το βάθος, τις ακραίες εκφάνσεις. Παρόλα αυτά υπάρχει πρόβλημα στην Ελλάδα. Πολλοί ηθοποιοί δουλεύουν στις διαφημίσεις. Το έκανα και εγώ μια φορά. Αρκετά τα λεφτά. Αλλά αυτή είναι η δουλειά του ηθοποιού; Αν με δεις να διαφημίζω ποτέ τράπεζες, να με φτύσεις!
Συγκρίνοντας το θέατρο με το σινεμά ποια τέχνη έχει την μεγαλύτερη επιρροή και δυναμική προς το κοινό και την κουλτούρα;
Κατ’ εμέ, είναι πολύ πιο δυνατό το θέατρο. Θεωρώ ότι είναι εμπειρία, βιωματικό, με την καθολική έννοια του βιώματος. Γίνεται κάτι μπροστά σου. Βλέπεις μια ενέργεια, παίρνεις τις δονήσεις. Και το κοινό και εγώ που είμαι πάνω στην σκηνή. Το σινεμά, επιστρατεύει άλλα μέσα. Αλλά η πηγή και η αρχή είναι το θέατρο. Έχει ιστορία χιλιάδες χρόνια, ο κινηματογράφος εκατό. Παρόλα αυτά και τα δυο είναι εξίσου σημαντικά. Διαφορετική αφηγηματική γλώσσα αλλά το ίδιο πολύπλοκη και ενδιαφέρουσα. Στην Ελλάδα υπάρχει μια θεατρική κουλτούρα. Και έτσι, ο κόσμος δεν πάει σινεμά, πάει θέατρο. Και δεν ξέρω πώς ο κόσμος στην Ελλάδα θα πάει να δει μια ωραία art house ταινία. Έχει γαλουχηθεί πάρα πολύ από την τηλεόραση. Περισσότερο και από το θέατρο. Ο κόσμος πάει σινεμά για να ξεσκάσει. Πάει να δει μια υπερπαραγωγάρα, τύπου Mad Max, που γίνεται της πουτάνας, με ακραία δράση, με μοντάζ κάθε τρία δευτερόλεπτα. Δεν θα την κρίνω, αλλά είναι αυτό. Μην τυχόν και σκεφτείς πράγματα. Αλλά υπάρχει και άλλο σινεμά που δυστυχώς πρέπει να είσαι έτοιμος να το δεις.
Ναι γιατί το άλλο σινεμά είναι και ένας καθρέπτης του εαυτού μας.
Ακριβώς. Μην τυχόν και δεις να καθρεπτίζεσαι μια δική σου ποιότητα. Τι θα πάθεις; Αλλά αυτό πρέπει να υπάρχει και σαν πρόθεση και σαν ανοιχτοσύνη από τους κινηματογραφιστές και σαν διάθεση συνομιλίας από το κοινό. Και από τα δυο μέρη δηλαδή. Και οι ηθοποιοί φυσικά. Δεν λες λόγια φίλε. Πρέπει να μπεις εκεί, είναι μεγάλο, είναι σημαντικό. Και ίσως έτσι απαλύνεται η βία που λέγαμε. Με ένα προβληματισμό και μια συνομιλία επί της ουσίας. Έτσι αρχίζουν και ωραίες συζητήσεις, φιλοσοφικές, υπαρξιακές, πρακτικές. Έτσι γίνεται.