Σπύρος Μιχαλόπουλος, δημοσιογράφος ή συγγραφέας; Τόσο μακρυά τόσο κοντά
Ο Σπύρος Μιχαλόπουλος έχει συνδέσει την επαγγελματική του πορεία με τη γραφή. Πριν ολοκληρώσει τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών εργαζόταν ήδη ως δημοσιογράφος και ήταν οι επιδόσεις του στις εφημερίδες που του απένειμαν το βραβείο Μπότση για την ανάδειξη των θεμάτων Ισότητας των δύο φύλων, το 2006.
Η πρώτη του διάκριση ήρθε μέσα από το στούντιο συγγραφής έργου του Εθνικού θεάτρου, όταν το έργο του «Εστίες» ντεμπουτάρισε στη σκηνή του Ρεξ.
Τη φετινή θεατρική σεζόν το νέο του έργο «Σεξ Λεξικόν: Η επιστήμη του έρωτα» παρουσιάζεται στο θέατρο «104». Ο ίδιος μιλάει για την πρόκληση να περάσει από τη δημοσιογραφία στη θεατρική συγγραφή.
Πρώτη φορά έπιασα μολύβι, με αδιευκρίνιστο στόχο, στο προνήπιο. Η εναρκτήρια απόπειρα γραφής έμοιαζε περισσότερο με ορνιθοσκάλισμα. Από τότε το γράψιμο έγινε μέρος της καθημερινότητάς μου. Με ενδιέφερε το εξωσχολικό γράψιμο πέρα από τα όρια της εκπαιδευτικών μαθητικών υποχρεώσεων. Στο Γυμνάσιο ξεκίνησα τα στιχάκια, στο Λύκειο ήθελα να εκφράσω ό,τι έβγαινε από τον εφηβικό ψυχισμό μου. Ως πρωτοετής φοιτητής είχα ήδη γράψει στίχους σε τριάντα τραγούδια, κυρίως ερωτικά, τα οποία έβαλα επιμελώς σε ένα συρτάρι.
Χρήστος Κοντογεώργης, Μαρία Χάνου στην παράσταση «Σεξ Λεξικόν: Η επιστήμη του έρωτα»
Στο Πανεπιστήμιο ξεκίνησα, ως μαθητευόμενος, στη δημοσιογραφία και ανακάλυψα έναν καινούργιο θαυμαστό κόσμο. Έγινα ένα γρανάζι στη μηχανή μίας ημερήσιας πολιτικής εφημερίδας. Στις καλές εποχές των εφημερίδων. Το διαδίκτυο ήταν στα σπάργανά του και ο κόσμος είχε ακόμη ως ιεροτελεστία την ανάγνωση της αγαπημένης του εφημερίδας. Καθημερινό τρέξιμο, ρεπορτάζ, ξενύχτια και απόλυτη προσήλωση πάνω από έναν υπολογιστή-κάτω από συνθήκες πίεσης- για να γραφεί το θέμα, να παραδοθεί, να αξιολογηθεί και να δημοσιευτεί. «Θέλει γερό στομάχι αυτή η δουλειά, αλλά δύσκολα τη βαριέσαι. Μπορεί να σε οδηγήσει σε διάφορους δρόμους», μου είπε ένας παλιός «εφημεριδάς» και τα λόγια του αποτυπώθηκαν με βαρύ μελάνι, σαν κι αυτό της εφημερίδας, στη συνείδησή μου.
Ύστερα από δεκαπέντε συνεχή χρόνια σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιόφωνο και ένα σύντομο πέρασμα από την τηλεόραση, η θεατρική συγγραφική μου δουλειά ξεκίνησε ως μία ανάγκη μου να δοκιμαστώ σε ένα άλλος είδος γραφής. Χρειαζόμουν μια συγγραφική επανεκκίνηση και τη βρήκα στο θέατρο που ούτως ή άλλως με γοήτευε. Οι παραστάσεις και η ανάγνωση έργων με ενδιέφεραν όλο και περισσότερο και την ίδια ώρα με παρακινούσαν να δράσω. Άρχισα να αφουγκράζομαι περισσότερο την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και να μελετώ τον κόσμο ολόγυρά μου, από άλλη οπτική πλέον. To 2012 είχα έτοιμο το πρώτο μου έργο.
Ύστερα ήρθε το Εθνικό Θέατρο. Επιλέχθηκα σε μια δεκαμελή συγγραφική ομάδα και επί εννέα μήνες έγινα μέλος του Studio Θεατρικής Συγγραφής γνωρίζοντας καλύτερα τις δυνατότητες και τις αδυναμίες μου. Το Studio ήταν μια επιπλέον αφορμή για να συγκεντρωθώ περισσότερο στη εργασία της συγγραφής, που είναι μοναχική, επίπονη και σκληρή.
Η δημοσιογραφία με βοήθησε σε πρακτικά ζητήματα σε αυτή τη συγγραφική μετάβαση, όπως στην έρευνα, στην οργάνωση, στην παρατηρητικότητα, στις προθεσμίες. Η δημοσιογραφική δουλειά είναι πολύ συχνά εξερευνητική και διεισδυτική και πάντα απαιτητική. Το ίδιο συμβαίνει και στο θέατρο, από τη στιγμή που καλείσαι να διεισδύσεις στην ψυχή των χαρακτήρων και να παρουσιάσεις την ιστορία τους.
Η σύνταξη όμως ενός άρθρου ή ρεπορτάζ ή μίας εκπομπής δομείται κάτω από διαφορετικές συνθήκες από τη συγγραφή ενός έργου. Το ένα είναι κατά βάση εφήμερο με ισχυρή, αποκαλυπτική αλλά βραχύβια επίδραση, ενώ το θεατρικό έργο, όπως κάθε μορφή τέχνης, δεν έχει ημερομηνία λήξης, ούτε «πρέπει», ούτε «γιατί», ούτε «πώς».