MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΤΡΙΤΗ
05
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Νικήτας Τσακίρογλου: Αισθάνομαι ότι είμαι παλαιός, πια…

Ήταν συνεπέστατος και πανέτοιμος στο ραντεβού μας, δύο ώρες πριν ξεκινήσει η παράσταση που παίζει φέτος ο Νικήτας Τσακίρογλου στο θέατρο «Δημήτρης Χορν», δίπλα στον Γιάννη Φέρτη και την Κατερίνα Λέχου. Τίτλος της, «Από τη σιωπή ως την άνοιξη», ένα κείμενο του Λεωνίδα Προυσαλίδη, μια παράσταση που σκηνοθέτησε η Λίλλη Μελεμέ.

author-image Όλγα Σελλά

Και ήταν μια συζήτηση λιγότερο για το έργο που παίζει και περισσότερο για τις χιλιάδες αναμνήσεις που έχει εδώ και 55 και πλέον χρόνια που παίζει στο θέατρο. Οι οποίες αναδύονταν διαρκώς στην κουβέντα μας, σε κάθε ερώτηση, σε κάθε αφορμή. Και ήταν σαν να ταξίδευε σ’ αυτές τις μνήμες, καθώς τις αφηγούνταν. Με βαθιά φωνή, με νοσταλγία κάποιες φορές… «Αισθάνομαι ότι είμαι παλαιός, πια. Η τέχνη λίγο μας ανανεώνει και μας αναζωογονεί», λέει με γαλήνη.

nikitas tsakiroglou theatro horn 1

Του είπα ότι τον είδα το καλοκαίρι σε μια από τις παραλίες της παλιάς Επιδαύρου και άνοιξε ο ασκός των αναμνήσεων. Γιατί εκεί περνάει τα καλοκαίρια του, έχει σπίτι «κοντά στο “γεφύρι του Μινωτή», έτσι το είπαμε έπειτα από ένα ατύχημα που είχε τότε ο Μινωτής. Είχαμε συνεργαστεί με τον Μινωτή και στον Ληρ και στο “Τέλος του παιχνιδιού”, στο Εθνικό Θέατρο τότε. Και όταν του είπα ότι θα φτιάξω εκεί σπίτι, μου είπε: “θα επικοινωνείς με το πνεύμα μου”. Πηγαίνω από 17 χρονών παιδί στην Επίδαυρο, κομπαρσάκι. Και τότε η Επίδαυρος είχε μόνο έναν δρόμο μέσω Ναυπλίου. Δεν υπήρχε ξενοδοχείο μέναμε στα σπίτια των κατοίκων του Λυγουριού. Στρωματσάδα, ήταν πρωτόγονη η κατάσταση. Μιλάμε για πάνω από 60 χρόνια…».

Δεν είναι μόνο κρίση αξιών αυτό που περναμε. Είναι και η συνείδησή μας που δεν μπορεί να συλλάβει τα πράγματα. Γι’ αυτό και δεν κοιμόμαστε καλά


Πρώτη φορά παίζει στο θέατρο «Δημήτρης Χορν»
. «Θαύμαζα τον Χορν, τον εκτιμούσα και με εκτιμούσε». Πολλά νεοελληνικά έργα δεν έχει παίξει. «Στο Τέχνης είχα έρθει σ’ επαφή με ένα έργο του Κεχαΐδη κι έχω κάνει και Καμπανέλλη, πάλι στο πλαίσιο του Θεάτρου Τέχνης, στο “Βεάκη”. Τότε είχα κατέβει από το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, που ήμουν ηθοποιός για επτά χρόνια. Μου είχε κάνει ένα διετές συμβόλαιο τότε ο Κουν, για να με εξασφαλίσει επειδή ήμουνα νέος μπαμπάς, τότε. Με έφερε, λοιπόν, στην Αθήνα, για να είμαι κοντά στην οικογένειά μου. Αθηναίος είμαι, αλλά ήμουν πολύ ευχαριστημένος από τους ρόλους και το κλίμα στο ΚΘΒΕ. Ήμουν πάντοτε ανήσυχος και δεν μου άρεσε να λιμνάζω, γιατί πάντοτε φοβόμουνα τα πράγματα. Και μου έλεγε ο Χουρμούζιος που ήταν και καθηγητής μου στο Εθνικό Θέατρο. Και του είχα ζητήσει τότε να με απαλλάξει γιατί φοβόμουν ότι θα έμενα δια παντός στο Εθνικό. Είχα τελειώσει τη Σχολή με άριστα και τότε υποχρεωτικά το πρώτο συμβόλαιο ήταν σε έργο του Εθνικού. Αργότερα, ο Χουρμούζιος, σε κάποια κριτική του έγραψε: “Χαίρομαι, γιατί άφησα τον Τσακίρογλου να φύγει”. Μου έχουν μείνει όλα αυτά. Και ξέρετε, η μεγάλη μου περιουσία είναι ότι γνώρισα αυτούς τους ανθρώπους. Και γνωρίζω ακόμα μέσα στο θέατρο ικανούς και ανίκανους. Όλα τα χωράει το θέατρο».

nikitas tsakiroglou theatro horn 4
Με την Κατερίνα Λέχου στην παράσταση “Από τη σιωπή ως την άνοιξη” στο θέατρο Δημήτρης Χορν (2016)


Ομολογεί ότι σύγχρονα νεοελληνικά έργα δεν έτυχε να παίξει.
Τον Λεωνίδα Προυσαλίδη τον είχε γνωρίσει όταν ήταν διευθυντής στο ΚΘΒΕ. «Όταν ανέλαβα, μετά τον Βίκτωρα Αρδίττη, μου είπε ότι είχε εντάξει στο πρόγραμμα ένα έργο του Προυσαλίδη. Το διάβασα και μου άρεσε πολύ. Και σκηνοθέτησε την παράσταση ένας πολύ ικανός σκηνοθέτης, ο Πέτρος Ζηβανός, που χάθηκε μετά. Ξέρετε γιατί; Γιατί η Θεσσαλονίκη τρώει τα παιδιά της».

Εχει πολλές μνήμες και από το ΚΘΒΕ. «Ξεκίνησα με τον Καραντινό. Τότε πρωτοέγινε η αίθουσα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών, επί Κωνσταντίνου Καραμανλή. Ο Καραντινός ήταν ένας εμπνευσμένος άνθρωπος, με αφοσίωση και συγκινητική αγάπη για το θέατρο. Νομίζω δεν θα υπήρχε το ΚΘΒΕ αν δεν υπήρχε αυτός ο άνθρωπος».

Η οικογένεια είναι μια αγρανάπαυση. Όλα τα άλλα σε αποπροσανατολίζουν από τον κύριο στόχο που είναι η τέχνη σου

Παραδέχεται ότι δεν έχει μεγάλη εποπτεία για τους σύγχρονους Έλληνες θεατρικούς συγγραφείς. «Η αλήθεια είναι ότι ήμουνα αφοσιωμένος στο κλασικό ρεπερτόριο. Προσπαθούσα να ανεβάσω στο ΚΘΒΕ κάποια ελληνικά, αλλά δοκιμασμένων συγγραφέων, όχι καινούργιων. Τότε είχα συναντήσει τον Λεωνίδα Προυσαλίδη, που ανέβασε αργότερα και ο Αντώνης Αντύπας έργο του στο “Απλό Θέατρο”, κι έτυχε να ανταμωθούμε πάλι εδώ. Ο Γιάννης Φέρτης διάλεξε το έργο που παίζουμε τώρα, του άρεσε πάρα πολύ, παρότι δεν είναι καινούργιο έργο».

nikitas tsakiroglou theatro horn 3


Είχε έναν δικό του τρόπο να απαντά στις ερωτήσεις μου ο Νικήτας Τσακίρογλου.
Με ευγένεια πάντα, χωρίς εξάρσεις, μ’ ένα υποδόριο χιούμορ, με αναφορές παλιών παραδειγμάτων, σαν παραβολές. Όταν τον ρώτησα γιατί υπάρχει τόσο μεγάλη ενασχόληση των σύγχρονων συγγραφέων, σ’ όλο τον κόσμο στις διαπροσωπικές σχέσεις μου είπε ότι δεν είναι κάτι καινούργιο. Οτι έχει καταπιαστεί μ’ αυτό το θέμα, με μεγάλη επιτυχία, και ο κινηματογράφος, ο Μπέργκμαν, ο Μπονιουελ… «Περνάμε μια κρίση αξιών και συνείδησης. Δεν είναι μόνο κρίση αξιών, είναι και η συνείδησή μας που δεν μπορεί να συλλάβει τα πράγματα. Γι’ αυτό και δεν κοιμόμαστε καλά».

Όσο για το έργο «Από τη σιωπή ως την άνοιξη», είναι η ιστορία δύο αδελφών, που ζουν μαζί, είναι γύρω στα 70, εξαρτημένοι ο ένας από τον άλλον, ώσπου μπαίνει στη ζωή τους μια νεότερη γυναίκα. Και ανακατεύονται όλα. «Είναι ένας καταλύτης αυτή η γυναίκα. Οι δύο άνδρες έχουν αποφασίσει να ζήσουν έτσι. Έχουν γραπωθεί ο ένας από τον άλλον, αυτό συμβαίνει σε πολλά αδέλφια. Είναι ένα οικογενειακό πρόβλημα. Το οποίο επεκτείνεται και δημιουργεί οικείες καταστάσεις, κι αυτό αρέσει στον κόσμο. Γιατί όλοι έχουμε συναντήσει τέτοιους ανθρώπους, που φοβήθηκαν την περιπέτεια της ζωής. Κι αυτό νομίζω φοβάται και ο σύγχρονος άνθρωπος».

Ο κόσμος από τους ηθοποιούς βλέπει το life style. Όταν μου λέει ένας νέος άνθρωπος ότι θέλει να γίνει ηθοποιός τον ρωτάω: “Έχεις αποφασίσει να μονάσεις;” 


Τον ρωτάω, με αφορμή την παράσταση, τι θα ανέτρεπε τη δική του τάξη,
όπως ανατρέπεται η τάξη των δύο αδελφών στην παράσταση. «Είμαι παντρεμένος, έχω μια κόρη, είναι συμβολαιογράφος, έχω δύο εγγόνια, έχω μια καλή οικογένεια, έχουμε ένα σπίτι στου Παπάγου που το μοιραζόμαστε, η Χρυσούλα Διαβάτη φτιάχνει τη μεγάλη κατσαρόλα της οικογένειας, και έτσι πορευόμαστε. Υπάρχει μια τάξη των πραγμάτων. Δεν έχει βρεθεί ο άνθρωπος που θα μας τα ανατρέψει, αλλά θα μπορούσε να συμβεί αυτό. Ξέρετε, το θέατρο, και μένα και τη Χρυσούλα, και τους ανθρώπους με τους οποίους συνεργαζόμαστε, μας έχει κάνει σοφότερους ως προς την οικογενειακή μας ζωή, ως προς την καθημερινότητά μας. Δεν ξοδευόμαστε στις μεγάλες διασκεδάσεις. Είμαστε συντηρητικοί. Ο κόσμος από τους ηθοποιούς βλέπει το life style. Η ζωή του ηθοποιού είναι απλή και θα έλεγα πως όταν μου λέει ένας νέος άνθρωπος ότι θέλει να γίνει ηθοποιός τον ρωτάω: “Έχεις αποφασίσει να μονάσεις;” Γιατί είναι παράλληλη αυτή η ζωή. Βλέπετε αυτό το καμαρίνι; Εδώ είναι το κελί μου. Είμαι ένας μοναχός κι αυτό θέλει χρόνια να το συνειδητοποιήσεις. Και αν δεν έχεις καλή οικογενειακή ζωή, δεν μπορείς να έχεις μυαλό να δημιουργήσεις. Η οικογένεια είναι μια αγρανάπαυση και όλα τα άλλα σε αποπροσανατολίζουν από τον κύριο στόχο που είναι η τέχνη σου».

diavati tsakiroglou gamos
Με την ηθοποιό Χρυσούλα Διαβάτη την ημέρα του γάμου τους

Ποιες είναι οι στιγμές, οι ρόλοι της καριέρας του που δεν θέλει να ξεχάσει; «Δεν θα ήθελα να ξεχάσω αρκετές δουλειές μου. Το “Περιμένοντας τον Γκοντό”, στο ΚΘΒΕ, σε σκηνοθεσία Μίνου Βολανάκη• το «Τέλος του παιχνιδιού» με τον Μινωτή, -νομίζω ότι ο Μπέκετ μου πάει πολύ, ο εσωτερικός εγκλωβισμός. Κι ο Βολανάκης, κι ο Μπέκετ γενικότερα, έχει ένα αβυσσαλέο χιούμορ, κι αν το δει κανείς σοβαρά, κάνει λάθος. Είναι αυτό το παιχνίδι της ζωής, κι αυτό μου πάει. Αυτή είναι η ζωή μας».

Καθόλου δεν του αρέσει ο ρόλος του σκηνοθέτη. Λέει μάλιστα ότι προσπαθούσε να τον αποφύγει. Στο ΚΘΒΕ, στο «Γκλόρια», αλλά «γενικότερα δεν είναι αυτό με έλκει. Θεωρώ τη σκηνοθεσία κάτι πάρα πάρα πολύ δύσκολο και πολύ σημαντικό, γι’ αυτό είναι και δύσκολο. Και νομίζω ότι αντιμετωπίζεται με ελαφρά τη καρδία στην Ελλάδα. Ξέρετε, καμιά φορά η γνώση σε κάνει καμια φορά πολύ πιο μετρημένο, στο να αποφεύγεις να αγγίζεις τα πράγματα, όχι της αποτυχίας, αλλά της εσωτερικής γνώσης της αποτυχίας. Μου αρέσει να με οδηγούν τα πράγματα, κι όχι να τα οδηγώ».

Δεν θ’ αναλάμβανα πάλι διοικητικές ευθύνες. Πιστεύω ότι όποιος ανακατεύεται με την πολιτική, τον αλέθει η πολιτική.

Και πώς σχολιάζει τη θεατρική υπερπροσφορά των τελευταίων χρόνων… «Κοιτάξτε. Ου εν τω πολλώ το ευ. Βέβαια, δεν μπορείς να το σταματήσεις αυτό, γιατί είναι γέννημα μιας εποχής. Όταν βγήκα στο θέατρο, ήταν 5-6 θέατρα στην Αθήνα. Ο ηθοποιός δεν είχε πολλές επιλογές. Τώρα είναι διαφορετικά. Βέβαια, δεν ξέρω αν πληρώνονται και εσωτερικά και οικονομικά».

tsakiroglou lir 2
Στην παράσταση του ΚΘΒΕ «Βασιλιάς Ληρ» σε σκηνοθεσία του Στάθη Λιβαθινού (2010)

Λίγο πριν τον αφήσω να ετοιμαστεί για την παράσταση, τον ρωτάω αν θα αναλάμβανε και πάλι διοικητικές ευθύνες, όπως είχε κάνει στο ΚΘΒΕ. Απαντάει πριν προλάβω να τελειώσω την ερώτηση. «Όχι, όχι, όχι… Με βαθιά πεποίθηση. Πιστεύω ότι όποιος ανακατεύεται με την πολιτική, τον αλέθει η πολιτική. Δεν μπορεί να υποστηρίξει ούτε τα πιστεύω του ούτε κι αυτά που θα ήθελε να κάνει».

Και μια τελευταία ερώτηση: Πώς κρίνει την τοποθέτηση μιας συναδέλφου, της Λυδίας Κονιόρδου, στο υπουργείο Πολιτισμού; «Έχω παίξει μαζί της και με τον Μπομπ Γουίλσον και παλιότερα στου Κόκκου την παράσταση. Την Κονιόρδου την ξέρω παιδιόθεν και ήμουνα θερμός υποστηρικτής της. Μαζί με τη Μαρία τη Χορς τη βάλαμε να παίξει στην πρώτη παράστασή της, με τον Μινωτή στις «Φοίνισσες». Εύχομαι η ικανότητα που έχει ως καλλιτέχνης να τη μεταφέρει και στο νέο της πόστο. Δεν είναι εύκολος δρόμος αυτός, είναι δύσκολος, και ιδιαίτερα αυτή την εποχή που η πολιτική έχει σκοπιμότητες. Κάποιος βέβαια πρέπει να υπηρετήσει αυτόν τον λαό, αυτό το κράτος. Και μακάρι να αποβεί αυτό σε καλό του πολιτισμού. Γιατί αυτό το υπουργείο είναι μεγαθήριο πια. Εύχομαι να πετύχει. Και μακάρι να τη βοηθήσουν. Γιατί, ξέρετε, ένας καλλιτέχνης νομίζει ότι όλος ο κόσμος είναι καλλιτέχνης…», λέει κλείνοντας την κουβέντα μας. Με φανερά τα ίχνη της ευγένειας, του χιούμορ, της αγωνίας του για τα πράγματα.

Περισσότερα από Πρόσωπα