Κώστας Φιλίππογλου: «Ζούμε σε μια χώρα που έχει σαν πολιτικό σύστημα τον νεοφιλελεύθερο υπαρκτό σουρεαλισμό»
Ηθοποιός, δάσκαλος και σκηνοθέτης των “αθόρυβων” επιτυχιών επιστρέφει με το «Μαύρο χιόνι» του αγαπημένου του Μπουλγκάγκωφ που τον βοηθάει να ξανακοιτάξει πίσω στο χρόνο και μέσα του.
Ελάχιστοι Ελληνες καλλιτέχνες της γενιάς του έχουν το δικό του βιογραφικό. Ενδεχομένως να αρκούσε η αναφορά στη δουλειά του με την περίφημη «Complicite» του Σάιμον ΜακΜπέρνι ή την συνεργασία του με τον Πίτερ Μπρουκ. Όμως, ο Κώστας Φιλίππογλου δεν αρκείται σε αυτά που τον καθόρισαν ούτε στην καλή έξωθεν μαρτυρία. Βρίσκεται σε τροχιά δημιουργίας νέων σημείων αναφοράς με το στοιχείο της εντοπιότητας που όλο και αυξάνονται. Μετά την «Τίρζα», τον «Φιλοκτήτη» και τον «Προμηθέα δεσμώτη», παραστάσεις που έχουν χαρακτηρίσει την καλή ελληνική παραγωγή της τελευταίας πενταετίας, αποφασίζει να παντρέψει κάτι από τις ζυμώσεις και τα πλάνα του εξωτερικού με τους εγχώριους δεσμούς του. Χρόνια μετά τη συνεργασία του με το ιστορικό «Αμόρε», στεγάζεται στο «Πόρτα» του Θωμά Μοσχόπουλου μ’ ένα κείμενο που τον καταδιώκει από το 1998, την εποχή που ακόμα ζούσε στο Παρίσι. «Όταν πρωτοδιάβασα το “Μαύρο Χιόνι” του Μπουλγκάγκοφ ήμουν σε μια τυχοδιωκτική έξοδο για να γνωρίσω καινούργιους ανθρώπους και νέες τεχνικές εκπαίδευσης – λίγο πριν εγκατασταθώ μόνιμα στο Λονδίνο, για να δουλέψω με την αγαπημένη μου ομάδα, την Complicite. Θυμάμαι πως με άγγιξε τόσο πολύ – φάνηκε πολύ αστείο και συνάμα βαθύ – που αποφάσισα να το δω να ανεβαίνει κάποια στιγμή στη σκηνή». Σχεδόν μια 20ετία μετά, ο Κώστας Φιλίππογλου δεν εγκαταλείπει ούτε την αίσθηση ούτε και τη συγκίνηση εκείνης της φοράς η οποία εμφορείται πια από την χαρά της πείρας και της γνώσης.
Τι έχει αλλάξει στην καλλιτεχνική σας διαδρομή από την εποχή που αποφασίσατε να το δουλέψετε μέχρι σήμερα;
Έχουν αλλάξει πάρα πολλά. Κατ’ αρχήν είμαι 18 χρόνια μεγαλύτερος. Καλλιτεχνικά εμπλουτίστηκα από τις εμπειρίες μου με την Complicite δουλεύοντας σαν ηθοποιός στην Αγγλία αλλά και σε παγκόσμιες περιοδείες. Έφτασα στο σημείο να νιώσω θεατρικά πλήρης. Τα τελευταία πέντε χρόνια έχω πάλι σαν βάση την Αθήνα, δουλεύοντας κυρίως σαν σκηνοθέτης, οπότε ήρθε και η στιγμή για να ανέβει το «Μαύρο χιόνι». Αυτό έδεσε και με την ευτυχή συγκυρία της συνεργασίας με το θέατρο «Πόρτα».
Η σκηνοθεσία έχει παραγκωνίσει την υποκριτική σας παρουσία. Που βρίσκεται ο ηθοποιός μέσα σας;
Είναι αλήθεια ότι δεν παίζω συχνά. Όταν σκηνοθετώ προτιμώ να είμαι από κάτω. Αν και τις περισσότερες φορές ανεβαίνω κι εγώ στη σκηνή κοντά στους ηθοποιούς. Θυμάμαι μια φορά ο Μιχαήλ Μαρμαρινός όταν κάναμε πρόβα για τον «Φιλοκτήτη», με ρώτησε «γιατί έχω κολλήσει δίπλα του και δεν πάω κάτω στην θέση του σκηνοθέτη» και του απάντησα, «γιατί ζηλεύω». Πάντως δεν αισθάνομαι ακριβώς σκηνοθέτης, δουλεύω με την τριπλή ιδιότητα: Σκηνοθέτης – ηθοποιός – δάσκαλος θεάτρου. Θέλω οι ηθοποιοί να είναι δημιουργοί και να προτείνουν ακόμα και σκηνοθετικές λύσεις. Αυτό κάνω και στο θεατρικό μου εργαστήρι όταν διδάσκω. Δεν θέλω να βγάλω απλώς καλούς ηθοποιούς, αλλά δημιουργούς.
Παλεύω με τον φόβο της λήθης, με τον φόβο της θνητότητας και του εφήμερου, με την ανάγκη της αποδοχής και τον τεράστιο φόβο της επιτυχίας
Κρίνοντας από τον εαυτό σας με τι νομίζετε ότι παλεύει ο καλλιτέχνης στη διάρκεια ενός δημιουργικού βίου;
Ο κάθε ένας παλεύει με τα δικά του τέρατα και προσπαθεί να τα σκοτώσει δημιουργώντας. Εγώ παλεύω με τον φόβο της λήθης, με τον φόβο της θνητότητας και του εφήμερου, με την ανάγκη της αποδοχής και τον τεράστιο φόβο της επιτυχίας.
Υπάρχουν φορές που σκέφτεστε ότι το θέατρο δεν είναι παρά ένας διαρκώς τροφοδοτούμενος τόπος ανθρώπινων νευρώσεων;
Όλος ο πλανήτης είναι. «Ο πολιτισμός είναι πηγή δυστυχίας» έγραψε ο Φρόιντ. Βέβαια στον δικό μας θεατρικό μικρόκοσμο, αυτοί οι τύποι ανθρώπινων νευρώσεων, γίνονται πολύ εμφανείς. Δεν θέλουμε και να το κρύψουμε βλέπετε, έχουμε τον ναρκισσισμό των μικρών παιδιών.
Αναγνωρίζετε τον εαυτό σας ανάμεσα σε όλους αυτούς τους γκροτέσκους ήρωες του θεάτρου τους οποίους παρακολουθεί ο Μπουλγκάγκωφ;
Δυστυχώς ναι! Σε αρκετούς.
Ποια είναι η σχέση του καλλιτέχνη με την εξουσία όπως την περιγράφει ο Μπουλγκάγκωφ στο «Μαύρο Χιόνι»;
Ο ήρωας στο «Μαύρο χιόνι» δεν έχει συγγενική σχέση με την εξουσία, γι’ αυτό και μπλέκεται στη δίνη όλων αυτών των κωμικοτραγικών καταστάσεων. Και ο Μπουλγκάκωφ δεν είχε, γι αυτό πέρασε ό,τι πέρασε. Οι περισσότεροι καλλιτέχνες, πάντως, έχουν πολλές φορές κάνει συμβιβασμούς για να μπορούν να υπάρξουν και να δημιουργούν. Τώρα θυμήθηκα ένα βιβλίο του Κυριάκου Σιμόπουλου με το μακροσκελή τίτλο «Διανοούμενοι και καλλιτέχνες ευτελείς δούλοι της εξουσίας». Είναι πολύ ενδιαφέρον και με αρκετά ιστορικά στοιχεία. Φανταστείτε, όμως, το θέατρο χωρίς τον Σαίξπηρ και τον Μολιέρο. Και οι δυο συναναστρέφονταν και είχαν αρκετές φορές καλή σχέση με την εξουσία.
Τότε ποια οφείλει να είναι η σχέση ενός καλλιτέχνη με την εξουσία;
Ο καλλιτέχνης οφείλει να στέκεται κριτικός απέναντι στην εξουσία και την καταπίεση. Και με αυτό δεν εννοώ ότι πρέπει να κάνει αναγκαστικά στρατευμένη τέχνη. Υποχρέωση του είναι να παράγει έργα υψηλής αισθητικής. Αυτό από μόνο του αποτελεί σημαντικό χτύπημα στο κατεστημένο και την αλλοτρίωση. Αλλά εδώ συμβαίνει το εξής οξύμωρο: Για να παράγει το έργο του πρέπει να συμβιβαστεί προκειμένου να έχει την οικονομική ενίσχυση των ισχυρών ή να προσπαθήσει με ίδια μέσα και να κάνει καλλιτεχνικούς συμβιβασμούς και εκπτώσεις στη δουλειά του. Ακόμα και ο ποιητής που μοναδικό εργαλείο του είναι το μολύβι του, αναγκάζεται να συμβιβαστεί για να βιοποριστεί.
Όλοι οι υπόλοιποι πρέπει να ζούμε με το άγχος της επόμενης ημέρας γιατί μόνο έτσι θα γίνουμε παραγωγικοί. Και αυτό το ονομάζουμε Δημοκρατία
Είστε φίλος στην ιδέα των καλλιτεχνών που δοκιμάζονται πολιτικά; Η’ θεωρείτε ότι αναπόφευκτα θα κηλιδωθούν από τις κρατικές λειτουργίες;
Αναπόφευκτα θα κηλιδωθούν. Ειδικά στη χώρα μας σήμερα, που λόγω της κρίσης οι αποφάσεις παίρνονται έξω, η πολιτική τους προσφορά θα είναι αμελητέα έως μηδενική.
Είναι ουτοπία να αναζητούμε αντι-συστημικούς καλλιτέχνες;
Όχι. Υπάρχουν πολλοί, απλά δεν είναι ευρέως γνωστοί γιατί το σύστημα δεν τους προωθεί.
Τελικά, μήπως περιμένουμε πολλά από τους καλλιτέχνες ενώ οι υπόλοιποι οι κοινοί θνητοί δεν κάνουμε και δεν αναζητούμε τίποτα πέρα από την επιβίωση;
Οι δημιουργοί, οι δημοσιογράφοι, οι δάσκαλοι και όσοι έχουν πρόσβαση στο δημόσιο λόγο, διαμορφώνουν την γνώμη, την άποψη και την αισθητική του κοινού. Λογικό να περιμένουμε πολλά από αυτούς.
Θεωρείτε πως η επιβίωση ως οδηγός ζωής είναι μεγάλη παγίδα για τον άνθρωπο; Ναι, αλλά και τι να κάνουμε; Πέφτουμε στην παγίδα, γνωρίζοντας το λάθος μας. Αυτό θα μπορούσε να αλλάξει μόνο με τη συλλογικότητα. Η ανθρωπότητα από την εφεύρεση της γεωργίας και έπειτα θα έπρεπε να έχει βάλει πίσω της τον φόβο της επιβίωσης. Αντί γι αυτό, οργάνωσε κοινωνίες με πολιτικά και κοινωνικά συστήματα που ευνοούν τους λίγους. Όλοι οι υπόλοιποι πρέπει να ζούμε με το άγχος της επόμενης ημέρας γιατί μόνο έτσι θα γίνουμε παραγωγικοί. Και αυτό το ονομάζουμε Δημοκρατία. Σε μια ιδανική κοινωνία θα έπρεπε να μας απασχολεί μόνο το ευ ζειν. Σε ατομικό επίπεδο όμως, αυτούς που κάποια στιγμή της ζωής τους παράτησαν τα πάντα για να εκπληρώσουν τα όνειρά τους, τους θαυμάζουμε. Ήρθαν ένα βήμα πιο κοντά στην ευτυχία.
Έχω μέσα μου το σαράκι του τυχοδιωκτισμού. Όποτε πιέζομαι πολύ, με πιάνει τάση φυγής
Αισθάνεστε πως έχετε παραμείνει πιστός στο όραμα σας παρά τις οικονομικές και τις άλλες δύσκολες συνθήκες;
Προσπαθώ στη δουλειά να είμαι ειλικρινής. Ενδιαφέρομαι για το κοινό και για τους ανθρώπους που δουλεύουν μαζί μου. Πιστός στο όραμά μου νιώθω ότι είμαι στο θεατρικό μου εργαστήρι, στη σχέση μου με τους μαθητές μου. Εκεί δεν με ελέγχει κανείς, εκεί μπορώ να προσφέρω ό,τι έχω, χωρίς συμβιβασμούς.
Ποια είναι η μεγαλύτερη παραχώρηση που έχετε κάνει προκειμένου να βιοποριστείτε από την τέχνη;
Έχω κάνει αρκετές μικρές παραχωρήσεις, αλλά δεν θυμάμαι καμία μεγάλη. Έχω μέσα μου το σαράκι του τυχοδιωκτισμού. Όποτε πιέζομαι πολύ, με πιάνει τάση φυγής.
Θυμάστε την πιο σουρεαλιστική συναλλαγή σας με κρατικό φορέα;
Δεν θυμάμαι κάποια συγκεκριμένη. Ωστόσο, κάθε φορά που συναλλάσσομαι με το κράτος είμαι έτοιμος για το χειρότερο.
Πως θα περιγράφατε σ’ έναν μη Ελληνα το φαινόμενο του ελληνικού κρατισμού;
Οι ξένοι φίλοι μου πραγματικά δεν μπορούν να καταλάβουν, πως ένας ανοργάνωτος κρατικός μηχανισμός, που δεν είναι καν μηχανισμός, αλλά διαλυμένα γρανάζια εδώ και εκεί, μπορεί να διοικεί τις ζωές μας. Έχουν την εντύπωση ότι η ζωή στην Ελλάδα κινείται αυτόματα, οι περισσότεροι πηγαινοερχόμαστε όπου θέλουμε και πως παίρνουμε την ενέργεια για να το κάνουμε αυτό απ’ τον ήλιο. Θα έλεγα πως ζούμε σε μια χώρα που έχει σαν πολιτικό σύστημα τον νεοφιλελεύθερο υπαρκτό σουρεαλισμό.