Συν & Πλην: Η Δικη του Κ στο θέατρο Πόρτα
Θετικές και αρνητικές εντυπώσεις από την παράσταση «Η Δίκη του Κ.», βασισμένο στην ομώνυμη νουβέλα του Φραντς Κάφκα, σε σκηνοθεσία Θωμά Μοσχόπουλου, στο θέατρο «Πόρτα».
Το έργο
Ενας κλασικός τραπεζοϋπάλληλος είναι ο Γιόζεφ Κ., που μέσω της γραφίδας του Φραντς Κάφκα έμελλε να αποτελεί σχεδόν ανθρωπότυπο. Και ευτυχώς, και χάρη στον φίλο του Φραντς Κάφκα, Μαξ Μπροντ, που μας χάρισε τελικά το έργο του Τσέχου συγγραφέα, παραβαίνοντας την εντολή του να καταστρέψει τα χειρόγραφά του μετά το θάνατό του. Ετσι, «Η Δίκη», γραμμένη το 1914, κυκλοφορεί, τελικά, το 1925, μετά το θάνατο του Κάφκα. Η ιστορία της της είναι ένας απλός άνθρωπος, της ρουτίνας όπως θα λέγαμε, που τίποτα ιδιαίτερο δεν ταράζει τη ζωή του, ώσπου κάποια μέρα δύο άγνωστοι χτυπούν την πόρτα του και του λένε ότι πρέπει να τον οδηγήσουν στον ανακριτή. Το «αδίκημά» του δεν γίνεται σαφές, αφού «κάποιος θα πρέπει να είχε συκοφαντήσει τον Γιόζεφ Κ., καθώς χωρίς να έχει κάνει τίποτε κακό, ένα ωραίο πρωί συνελήφθη». Ετσι κι αλλιώς, και οι δύο άγνωστοι, υπάλληλοι είναι. Ετσι ο Γιόζεφ Κ. Οδηγείται πότε στον δικαστή, πότε στον ιερέα, πότε στον ζωγράφο, αναζητώντας δίκιο και στήριξη. Δίκιο και στήριξη είτε στην επιστήμη, είτε στην τέχνη, είτε στη θρησκεία. Βυθίζεται όλο και βαθύτερα στο λαβύρινθο της τυπολατρείας, της γραφειοκρατίας, της απόλυτης έλλειψης λογικής. Ο Γιόζεφ Κ. γρήγορα αρχίζει να αισθάνεται ότι οι πάντες τον καταδιώκουν. Χάνει, δηλαδή, την εμπιστοσύνη του στην κοινωνία και στους αρμούς της. Και ο θάνατος δεν αργεί να φτάσει. Γιατί και τότε εμπιστεύεται δύο άγνωστους, αναζητά απελπισμένα βοήθεια. Και βρίσκει το θάνατο.
Η παράσταση
Για ένα έργο που περιγράφει και ακτινογραφεί τον ζόφο και τη δυσλειτουργία του δημόσιου βίου, θα περίμενε κανείς να δει μιαν αντίστοιχου ύφους παράσταση. Ομως ο Θωμάς Μοσχόπουλος τα ανέτρεψε όλα και τα υπηρέτησε όλα. Εστησε το σύμπαν του Γιόζεφ Κ. σ’ ένα λοξό σκηνικό, με λοξά έπιπλα, με λοξά κρεβάτια, με λοξά τραπέζια, (που τίποτα δεν λειτουργεί κανονικά δηλαδή), ένα σκηνικό που σε παίρνει από το χέρι και σε βάζει απευθείας στο κείμενο του Κάφκα, και αφηγήθηκε, με ρυθμό, με χιούμορ, με σαρκασμό, με ακρίβεια, και μέσα σ’ όλα αυτά αποδίδοντας όλο τον ζόφο του γραφειοκρατικού παραλογισμού την ιστορία εκείνου του τραπεζοϋπάλληλου. Που δεν είναι ιστορία μόνο εκείνου, φυσικά. Είναι η ιστορία όλων όσων, από τότε, από πριν και μέχρι τώρα, δυσλειτουργούν στην καθημερινότητα των πολιτών όλου του κόσμου. Είναι η ιστορία της παρέμβασης, της δουλικότητας, της άκριτης υπακοής, της παράνοιας, του καθημερινού παραλογισμού, που μπορεί να συναντήσει κανείς στο περίπτερο ή στο γκισέ ενός δημόσιου φορέα. Και όλα αυτά καταφέρνει να τα δώσει στον θεατή με μιαν απίστευτη δύναμη δροσιάς, μια δύναμη που ίσως κρύβει μέσα της τη ζητούμενη αυθάδεια, τη ζητούμενη αντίδραση το παράλογο. Με λίγα λόγια, όπως είπε μια από τους θεατές, από την παράσταση του Θωμά Μοσχόπουλου «βγαίνει η παράνοια του καφκικού σύμπαντος, χωρίς τον εφιάλτη».
Τα Συν (+)
- Η σκηνοθεσία, η ανάγνωση του έργου: Το πρωταρχικό ζητούμενο σε κάθε παράσταση. Και σ’ αυτή την παράσταση ο Θωμάς Μοσχόπουλος δεν καθοδήγησε μόνο τους ηθοποιούς του, δεν έστησε ένα λειτουργικό σύνολο θέασης, μας πήρε από το χέρι, μας έκανε να γελάσουμε πικρά, ακολουθώντας στο ακέραιο τη ματιά του Φραντς Κάφκα, χωρίς να υποταχθεί στα πρόσημα που ακολουθούν το επίθετο «καφκικός», αλλά «ενεργοποιώντας τους σαρδόνιους επιβιωτικούς μηχανισμούς μας», αφού έτσι κι αλλιώς κι ο Κάφκα, μας θυμίζει ο Θ.Μ., δεν αρθρώνει «κάποιο πολιτικό δόγμα, αλλά μια πνευματική κατάσταση και μια κριτική ευαισθησία, που το κύριο όπλο της είναι η ειρωνεία και το χιούμορ». Ο Θωμάς Μοσχόπουλος, με όλες τις επιλογές αυτό επιχειρεί να υπηρετήσει. Αυτή τη φορά το υπηρέτησε σε θαυμαστά επίπεδα.
- Τα σκηνικά: Σταθερή συνεργάτης του Θωμά Μοσχόπουλου, η Ευαγγελία Θεριανού συνομίλησε με ευστοχία και φαντασία με ό,τι είχε στο μυαλό του ο σκηνοθέτης. Και έδωσε ένα σκηνικό λειτουργικό, λιτό, κινητικό, εύκαπτο όπως όσοι υπηρετούν πολλούς αφεντάδες, που ανέδειξε εύστοχα την ανισορροπία της καθημερινότητας, της δημόσιας και της ιδιωτικής. Στα σκηνικά πρέπει να προσθέσουμε και τις μάσκες, αυτές τις απρόσωπες, τα διαρκή προσωπεία του παραλογισμού, το κλείσιμο του ματιού σε χαρακτηρισμούς διόλου θετικούς όσων φέρονται, σκέφτοναι και λετουργούν έτσι. Κι αυτό ήταν σίγουρα μια νύξη που άγγιζε πολύ το σήμερα.
- Η μουσική, ο ρυθμός της εκφοράς του λόγου: Ο Κορνήλιος Σελαμσής, ο πανταχού παρών και στο θέατρο «Πόρτα» επιμελήθηκε αυτές τις «λεπτομέρειες». Και είχε μεγάλο μερίδιο στο τελικό αποτέλεσμα της παράστασης, όχι μόνο για τις νότες που ακούστηκαν, αλλά και για την ομαδική εκφορά του λόγου, αποδίδοντας έτσι την ομοιομορφία, την κοινή γνώμη.
- Η κίνηση: Σε μια κοινωνία που δεν κινείται κανονικά, δεν θα μπορούσαν ούτε οι «πολίτες» της, οι ηθοποιοί στην προκειμένη περίπτωση, να κινηθούν κανονικά. Η κίνηση που επιμελήθηκε η Σοφία Πάσχου είναι στα βασικά ατού της παράστασης.
- Οι ερμηνείες: Δεν γνώριζα παρά ελάχιστους από τους ηθοποιούς της παράστασης. Ενα ακόμη τόλμημα, φετινό, του Θωμά Μοσχόπουλου, που στήριξε τις ερμηνείες των παραστάσεών του θεάτρου «Πόρτα» σε ηθοποιούς που δεν είναι ευρέως γνωστοί. Κι όμως, αυτοί οι νέοι άνθρωποι υπηρέτησαν με αυταπάρνηση, πάθος και απίστευτη δοτικότητα το σύμπαν του Κάφκα και του σκηνοθέτη της παράστασης.
Τα Πλην (-)
- Δεν βρήκαμε κάτι αξιοσημειωτα αρνητικό σ’ αυτή την παράσταση
Το άθροισμα (=)
- Είναι μόνο θετικό. Οσο κι αν το παίδεψα δεν μπόρεσα να βρω αρνητικά στοιχεία. Παρότι υπάρχουν αρκετοί που ενίστανται για τη μεταφορά λογοτεχνικών κειμένων στις θεατρικές σκηνές, αυτή τη φορά το λογοτεχνικό κείμενο ευτύχησε. Και η παράσταση είχε τόσο τον σεβασμό στο κείμενο και σε όσα εκείνο -εκείνος, ο Κάφκα- ήθελε να αναδείξει, όσο και στη σύνδεση εκείνων των σκέψεων, του 1914 με τις ανησυχίες, τις αγωνίες, τις απελπισίες του σήμερα. Χωρίς αυτά τα στοιχεία να αδικούν -το αντίθετο-, τη θεατρική πράξη.