Το Κοινόβιο
Η νέα ταινία του Thomas Vinterberg, δημιουργού της «Οικογενειακής γιορτής» και του «Μακριά από το αγριεμένο πλήθος» είναι μια αυτοβιογραφική σχεδόν ιστορία από τα παιδικά του χρόνια.
Η Άννα κι ο Έρικ κληρονομούν ένα μεγάλο σπίτι 450 τμ, και μαζί με την έφηβη κόρη τους αποφασίζουν να μετακομίσουν εκεί και να δημιουργήσουν ένα κοινόβιο. Με την οικογένεια στο επίκεντρο της ιστορίας, η κάμερα καταγράφει το όνειρο της κοινής συμβίωσης, με τις συναντήσεις, τα δείπνα και τα πάρτι. Φιλία, αγάπη κι αλληλεγγύη συνυπάρχουν αρμονικά κάτω από μία στέγη, έως τη στιγμή που μια ερωτική σχέση υποβάλλει ολόκληρο το κοινόβιο σε δοκιμασία.
Πρόκειται για ένα έντιμο, χιουμοριστικό και ευαίσθητο πορτρέτο μιας ολόκληρης γενιάς. Ο σκηνοθέτης δεν στέκεται επικριτικά απέναντι στη γενιά των ιδεαλιστών και ονειροπόλων γονιών του. Επιχειρεί να αναγνώσει τα θετικά σημεία του εγχειρήματος τους ενώ η τρυφερότητα με την οποία στέκει δίπλα τους μαρτυρά τα όμορφα συναισθήματα που του γέννησε εκείνη η εποχή. Όλα αυτά βέβαια δεν σημαίνουν ότι η ματιά του έχει θολώσει από την ουτοπική ομορφιά της ζωής του κοινοβίου. Στις καίριες στιγμές, η δραματουργία σκληραίνει την εικόνα, τονίζοντας το αδιέξοδο στις πράξεις των ηρώων. Η διαμάχη μεταξύ ενστίκτου και εκλογίκευσης είναι αμείωτη στις καρδιές των ηρώων (ο μόνος κανόνας του κοινοβίου είναι ότι δεν υπάρχουν κανόνες) αλλά το ματς φαίνεται εξ αρχής χαμένο.
Γνωρίζουμε την κατάληξη από τα πρώτα κιόλας πλάνα και τα όποια χιουμοριστικά στιγμιότυπα, λειτουργούν κυρίως ως μέσο εκτόνωσης μιας κατάστασης απόλυτα απελευθερωμένης αλλά και ιδεολογικά υπερβολικά φορτισμένης λόγω των κοινωνικο-πολιτικών αλλαγών που συντελούνται στα 70ς (η ιστορία διαδραματίζεται το 1975). Ο σκηνοθέτης όμως δεν θέλει να κάνει ένα βαρύ φιλμ για το τέλος του χιπισμού. Η κύρια μέριμνα του είναι να αποδώσει φόρο τιμής σε μια εποχή αλλοτινή, με όχημα του τη νοσταλγία ενώ οι σινεφιλικές αναφορές δεν λείπουν από τα καρέ του όπως πχ το στιγμιότυπο του τένις που είναι βγαλμένο από το αριστούργημα του Αντονιόνι «Blow Up».
Κωνσταντίνος Καϊμάκης