Assassin’s Creed
Ένα βίντεογκέιμ δίνει το έναυσμα στο σκηνοθέτη του προπέρσινου «Μάκμπεθ» για να συνεργαστεί εκ νέου με τους Michael Fassbender και Marion Cotillard.
Χάρη σε μια επαναστατική προηγμένη τεχνολογία που ξεκλειδώνει τις γενετικές του μνήμες, ο Κάλουμ Λιντς βιώνει τις περιπέτειες του προγόνου του, Αγκιλάρ, στην Ισπανία του 15ου αιώνα. Ο Κάλουμ ανακαλύπτει ότι κατάγεται από μια μυστηριώδη κρυφή αδελφότητα, τους Assassins (Ασασίνους), και διαθέτει τις κατάλληλες γνώσεις και ικανότητες για να αντιμετωπίσει την καταπιεστική και παντοδύναμη οργάνωση Templar.
Το θετικό με το φιλμ είναι πως είναι βασισμένο σε μια ιστορία που δε χρειάζεται να έχει παίξει κάποιος το παιχνίδι προκειμένου να την παρακολουθήσει χωρίς να καταλαβαίνει τι γίνεται. Το αρνητικό δυστυχώς είναι όλα τα άλλα: το σενάριο είναι από αφελές και προσχηματικό έως αστείο (με την αρνητική έννοια), η σκηνοθεσία του Kurzel διεκπεραιωτική που απλώς ακολουθεί τη φόρμα του παιχνιδιού, συμβολισμοί που αγγίζουν τα όρια της παρωδίας. Πάλι καλά δηλαδή που συναντάμε την παρουσία τόσων σταρ οι οποίοι πάντως δεν χρειάζεται καν να βάλουν τα δυνατά τους για να μας πείσουν για τους χαρακτήρες τους, καθώς η ταινία είναι η χαρά του πιτσιρικά που θέλει δράση και μόνο δράση.
Έχει κάποια διαλείμματα στο χαμό των εφέ και της καταιγιστικής δράσης (το 90% της οποίας αφορά στη κυνηγητό του ήρωα μέσω ταρατσών και υπόγειων στενών) το «Assassin’s Creed, προκειμένου να δοθούν στον ήρωα τα ιδιαίτερα στοιχεία ενός καταραμένου (όταν ήταν μικρός είδε τον πατέρα του να σκοτώνει τη μητέρα του) που θα οδηγήσουν το στόρι στα μονοπάτια της τραγωδίας. Όμως όταν στο επίκεντρο μπαίνει το ισχυρό σύμβολο – η απόκτηση του αυθεντικού Μήλου του Αδάμ (κλεφτές ματιές στο σύμπαν του Νταν Μπράουν) που προσφέρει την απόλυτη εξουσία στον κάτοχο του- το οποίο κινεί τα νήματα της δράσης, εκεί πλέον χάνεται κάθε ελπίδα να κατανοήσουμε και να αποδεχτούμε τη συγκροτημένη δομή όλου αυτού του συρφετού εφέ, συνωμοσιολογίας και ιντριγκαδόρικων ιστορικών αναφορών.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης