Δολοφονικά αμαξίδια
Η ταινία που κέρδισε το Χρυσό Αλέξανδρο στο τελευταίο φεστιβάλ Θεσσαλονίκης είναι ένα πρωτότυπο και απολαυστικό γκανγκστερικό κοινωνικό δράμα με στοιχεία μαύρης κωμωδίας!
Ο πρώην πυροσβέστης Ρουπάζοφ, που μένει παράλυτος από ατύχημα, βγαίνει από τη φυλακή και πηγαίνει σε ένα κέντρο αποκατάστασης. Εκεί, συναντά τον 20χρονο Ζολί και τον καλύτερό του φίλο Μπάρμπα, χρήστες αναπηρικών αμαξιδίων, που φιλοδοξούν να γίνουν σχεδιαστές κόμικ. Η ανορθόδοξη συμπεριφορά του Ρουπάζοφ εμπνέει τα δυο αγόρια να γευτούν στο έπακρο τη ζωή. Σύντομα, ο Ρουπάζοφ θα τους παρασύρει στο σκοτεινό κόσμο του εγκλήματος, για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στον Ράντος, έναν αδίστακτο μαφιόζο. Μόνο που τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται…
Είναι καταπληκτικό το σεναριακό εύρημα του ταλαντούχου ούγγρου Attila Till ο οποίος στη δεύτερη μόλις μεγάλου μήκους ταινία του φτιάχνει μια άκρως ξεκαρδιστική και αν μη τι άλλο πρωτότυπη μαύρη κωμωδία, βάζοντας σε ρόλους πληρωμένων δολοφόνων τρεις τύπους καθηλωμένους σε αναπηρικά αμαξίδια. Όσο κι αν πάντως ακούγεται σουρεαλιστικό το παραπάνω σκηνικό, ο σκηνοθέτης καταφέρνει να μην του ξεφύγει ούτε στιγμή το θέμα του (μια ευφάνταστη ιστορία ενηλικίωσης, ένας ύμνος στην πραγματική φιλία αλλά πριν και πάνω απ’ όλα μια υπέροχη και τρυφερή ωδή στη διαφορετικότητα) προς λημέρια που αγγίζουν τα όρια του γκροτέσκου.
Η ιστορία καταγράφεται μόνιμα με ακατέργαστο ρεαλισμό, το αλισβερίσι μεταξύ κωμωδίας και δράματος λειτουργεί υποδειγματικά, οι σκιαγράφηση των χαρακτήρων είναι ψυχολογικά άρτιοι, ενώ όλο το οικοδόμημα είναι χτισμένο πάνω στα θεμέλια μιας αυθεντικής γκανγκστερικής ταινίας! Δεν μπορούμε παρά να βγάλουμε το καπέλο σε αυτόν τον καταπληκτικό… Attila που δεν σταματά στιγμή να μας εκπλήσσει ευχάριστα όσο εξελίσσεται η αντισυμβατική από κάθε άποψη τούτη ταινία, βγάζοντας διαρκώς λαγούς από το σκηνοθετικό καπέλο του. Δίκαιη η βράβευση της στο πρόσφατο φεστιβάλ κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης για άλλο ένα τρομερό παιδί του Ουγγρικού κινηματογράφου (θυμηθείτε το «Γιο του Σαούλ» του Λάζλο Νέμες) που ήδη περιμένουμε με ανυπομονησία το επόμενο σκηνοθετικό βήμα του.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης