Νίκη του Σταμάτη Φασουλή στο Θέατρον του Ελληνικού Κόσμου
Η “Νίκη” του Χρήστου Α. Χωμενίδη ανεβαίνει από τις 19 Φεβρουαρίου στο «ΘΕΑΤΡΟΝ» του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος» σε θεατρική διασκευή Σταμάτη Φασουλή – Γιώργου Λύρα και σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή.
«Νίκη»… Ένα έργο που ζωντανεύει αριστοτεχνικά τα πάθη, τις εξάρσεις και τα τραύματα της Ελλάδας του τελευταίου αιώνα από την Μικρασιατική καταστροφή μέχρι το 2008. Ο Σταμάτης Φασουλής δίνει σάρκα και οστά στους ήρωες του Χωμενίδη και παραθέτει μοναδικές εικόνες της Ελλάδας που σημάδεψαν το μέλλον της. Επί σκηνής θα ζωντανέψουν όλα όσα ζήσαμε, ακούσαμε, χορέψαμε, τραγουδήσαμε, δακρύσαμε όλα αυτά τα χρόνια.
Η Νίκη Αρμάου φεύγει από τη ζωή, σε ώριμη ηλικία, το 2008. Αμέσως μετά τον θάνατό της -απελευθερωμένη από το θνητό σαρκίο της- υπερίπταται, ταξιδεύει στον χώρο και στον χρόνο και ξαναβλέπει τη ζωή της ολόκληρη σαν μια ταινία ή σαν πελώρια τοιχογραφία εποχής. Βλέπει και αφηγείται.
Η ιστορία ξεκινά δύο γενιές πίσω, στις αρχές του 20ου αιώνα. Όταν ο ένας της παππούς, περιπλανώμενος μουσικός στον κάμπο της Μεσσηνίας, έκλεψε τη γιαγιά της και λίγο έλειψε να ξεπαστρέψει το μισό της σόι. Όταν ο άλλος της παππούς, Μικρασιάτης με εμπορικό δαιμόνιο, κατάφερε να αποφύγει την Καταστροφή, για να καταστραφεί λίγο αργότερα μονάχος του, ποντάροντας τα πάντα στο χρηματιστήριο της Κωνσταντινούπολης.
Η ιστορία συνεχίζει με τους γονείς της. Με την ωραία Άννα, η οποία απαρνήθηκε το νυφικό με τα χρυσά φλουριά που της ετοίμαζε ο πατέρας της και ήρθε στην Αθήνα για να γίνει επαναστάτρια. Με τον Αντώνη Αρμάο, που μυήθηκε στο αριστερό κίνημα και αναδείχθηκε -μέσα από τη φλογερή του δράση- σε ηγέτη του. Γύρω τους, ένας χορός ξεχωριστών προσώπων που το καθένα τους πλάθει και υπηρετεί τον δικό του μύθο. Ο αλητάκος –«σκάνταλος»- θείος Γιάννος, που βγάζει το ψωμί του κάνοντας τον παπατζή και τον γραμμοφωνατζή. Η σκαμπρόζα θεία Μαρκέλλα, πότε του λυρικού και πότε του ελαφρού τραγουδιού, έτοιμη πάντοτε να ενθουσιαστεί, να ερωτευθεί και να χαράξει καινούργια ρότα. Η «σοβαρή» θεία Φανή, δακτυλογράφος σε τράπεζα, η οποία παντρεύεται τον διοικητή της και καταλήγει σύζυγος υπουργού της κατοχικής κυβέρνησης… Στο κέντρο όλων, η γιαγιά Σεβαστή, προσωποποίηση –λες- της ίδιας της Ελλάδας. «Ποιόν αγαπάς, κυρά Σεβαστή; Τους αριστερούς σου γιούς ή τις δεξιές σου θυγατέρες;» «Όλα τα παιδιά μου αγαπώ. Και όλα τα παιδιά του κόσμου!»
Τα γεγονότα τρέχουν καταιγιστικά. Η Νίκη ζει στο πετσί της, εκ γενετής, τους κοινωνικοπολιτικούς κραδασμούς. Βρέφος επί δικτατορίας Μεταξά στην εξορία μαζί με τη μάνα της. Νήπιο στην Κατοχή, στη φροντίδα των προνομιούχων τότε θειάδων της. Παιδάκι στην Απελευθέρωση, να ξανασμίγει ύστερα από χρόνια με τους γονείς της, να γράφει με μπογιά «ΕΑΜ» στον τοίχο. Στα Δεκεμβριανά, το ίδιο το σπίτι της ανατινάζεται. Κι ενώ ο Εμφύλιος βαθαίνει, ο πατέρας της διαγράφεται από το Κομμουνιστικό Κόμμα και γίνεται –στα μάτια των συντρόφων του- από ήρωας, προδότης της εργατικής τάξης. Βρίσκεται πλέον στο στόχαστρο και της Δεξιάς και της Αριστεράς.
Η Νίκη θα περάσει όλη της την εφηβεία σε κατάσταση βαθιάς παρανομίας, κλεισμένη σε μια αυλή με τους γονείς της, με ψεύτικο όνομα και χίλια ανομολόγητα μυστικά. Σαν Ελληνίδα Άννα Φρανκ, που όμως βγαίνει ζωντανή από την προσωπική της φυλακή.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, η Νίκη δουλεύει σερβιτόρα στο κοσμικό εστιατόριο «Αφρόεσσα», στο κέντρο της Αθήνας, που το διευθύνουν ο πρώην υπουργός θείος της Σάββας Μπογδάνος και η θεία Μαρκέλλα. Εκεί θα συναντήσει τον Αλέξανδρο Στρόφαλη, έναν ανατρεπτικό, εκρηκτικό, ιδιόρρυθμο εικοσιπεντάρη, γόνο αριστερής οικογένειας, ο οποίος πιστεύει ωστόσο πως η ζωή δεν είναι μόνο πεδίο μάχης, αλλά κι ολάνθιστος κήπος. Ότι το παρελθόν μας, μάς ανήκει – δεν του ανήκουμε. Ότι μονάχα ο έρωτας απογειώνει τους ανθρώπους.
Ερωτευμένοι παράφορα –«έξω νου και νόμου»- η Νίκη και ο Αλέξανδρος κάνουν τη δική τους επανάσταση. Μαζί ξεπερνούν ό,τι τους πλήγωσε, τους σκλάβωσε, τους στέρησε τη χαρά. Μαζί σκοτώνουν θριαμβευτικά τη νύχτα.