Κάποια να με προσέχει
Γνωστό το σχήμα: γκρινιάρης και ξεροκέφαλος γέρος (τον υποδύεται ο Μπράιαν Κοξ) ταλαιπωρεί τη νεαρή «νοσοκόμα» του αλλά στο τέλος γίνονται φίλοι…
Ο σερ Μάικλ Γκίφορντ, παλιός σαιξπηρικός θεάτρου που πάσχει από τη νόσο Πάρκινσον φέρνει σε δύσκολη θέση την οικογένεια του καθώς βασανίζει τις βοηθούς που προσλαμβάνουν για τη φροντίδα του. Ώσπου η Ντορότια, μια νεαρή ηθοποιός ουγγρικής καταγωγής που βρίσκεται στην Αγγλία με όνειρα για καριέρα, αναλαμβάνει το δύσκολο έργο να τον «κερδίσει» και χάρη στην υπομονή και τον ανοιχτόκαρδο χαρακτήρα της τα καταφέρνει…
Το σαιξπηρικό δίλημμα «Να ζει κανείς ή να μη ζει?» (που λειτουργεί σαν κώδικας επικοινωνίας μεταξύ Γκίφορντ και Ντορότια) αποκτά ειδική σημασία σε τούτη την συμπαθητική δραμεντί, όπου το κωμικό στοιχείο επικρατεί με άνεση το δραματικού χάρη στους απολαυστικούς διαλόγους και το φλεγματικό ταμπεραμέντο του ικανότατου Μπράιαν Κοξ, που τον συναντάμε σε ένα αξιομνημόνευτο ρόλο μετά από αρκετό καιρό. Το πρόσχημα της αντιπαράθεσης των δύο αλλιώτικων φαινομενικά (αλλά τόσο ίδιων στις βασικές τους γραμμές) χαρακτήρων χρησιμεύει στο σκηνοθέτη Janos Edelenyi για να αφηγηθεί μια feelgood ιστορία γεμάτη ανθρωπιά και τρυφερότητα. Παρότι το σκηνικό είναι δυσοίωνο και απαγορευτικό για πολλά γέλια, ο ούγγρος σκηνοθέτης πιάνεται από τις μικρές λεπτομέρειες στην καθημερινότητα των δύο ηρώων και τις αναπαράγει με τέτοιο τρόπο ώστε να αναδειχτεί το μεγαλείο της τέχνης, το νόημα της πραγματικής ζωής και η σημασία της αξιοπρέπειας. Το τελευταίο στοιχείο είναι αυτό που διαχωρίζει τον Μάικλ και την Ντορότια από τους υπόλοιπους ανθρώπους που συναναστρέφονται.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης