Αφροδίτη Παναγιωτάκου: Ναι, η Στέγη είναι ισχυρός παίκτης. Και αναλαμβάνουμε την ευθύνη που μας αναλογεί
Η αναπληρώτρια γενική διευθύντρια της Στέγης και Διευθύντρια Επικοινωνίας του Ιδρύματος Ωνάση δίνει μια εφ’ολης της ύλης συνέντευξη, και πιστεύει πως η Αθήνα πριν και μετά τη Στέγη, δεν είναι ίδια. Φωτογραφίες: Ανδρέας Σιμόπουλος
Φτάνοντας στο τέλος της έβδομης περιόδου λειτουργίας της Στέγης – και παρότι αναμένονται πολύ σημαντικά ακόμα εγχειρήματα όπως το Fast Forward Festival, η μεγάλη έκθεση «Tommorow’s» στη Διπλάρειο Σχολή ή η νέα παραγωγή του Δημήτρη Παπαϊωάννου – η Αφροδίτη Παναγιωτάκου δηλώνει πως η έννοια της δεν αφορά μόνο στα επί μέρους project. «Αυτό που περιμένουμε» λέει, «είναι το γινόμενο που προκύπτει όταν πολλαπλασιάζεις τις παραγωγές με το κοινό που ήρθε, το κοινό που μίλησε γι΄αυτές, όλους όσοι εργάστηκαν για να τις παρουσιάσουν και τον αντίκτυπο που αυτό μπορεί να δημιουργήσει. Αυτό που αξίζει να περιμένουμε από τη Στέγη είναι ο πολιτισμός ως παιδεία, ως καθημερινότητα».
Εδώ και καιρό, το μεγάλο στοίχημα που έχει θέσει η αναπληρώτρια γενική διευθύντρια της Στέγης είναι η ανατροπή· να εισάγει τον πολιτισμό στη μέρα του καθενός σαν μια ακόμα στιγμή κανονικότητας. «Καλό είναι οι πολιτιστικοί οργανισμοί να συνειδητοποιήσουμε πως δεν αποτελούμε ένα ξεχωριστό κόσμο στη ζωή ενός πολίτη· είμαστε κομμάτι της καθημερινότητας του και μια παράσταση είναι κομμάτι της μέρας στη ζωή ενός ανθρώπου που το πρωί πήγε σ΄ένα παιδικό πάρτυ, το μεσημέρι γύρισε στο σπίτι του, μαγείρεψε, το βράδυ ήρθε στη Στέγη και λίγο πριν κοιμηθεί χάζευε βιντεάκια στο YouTube. Ας πάψουμε να πιστεύουμε ότι πατώντας το πόδι μας σ’ εναν πολιτιστικό οργανισμό μπαίνουμε σ’ ένα σύμπαν όπου παύουμε να μιλάμε σαν κανονικοί άνθρωποι. Ο πολιτισμός πρέπει να έρχεται τόσο φυσικά στην καθημερινότητα κάποιου ώστε να ανησυχούμε όταν δεν έρχεται».
Αναπληρώτρια γενική διευθύντρια της Στέγης του Ιδρύματος Ωνάση. Την αξιολογείτε ως μια πολιτική θέση;
Είναι μια θέση μέσα από την οποία ασκείς πολιτική και τοποθετείσαι πολιτικά. Ωστόσο, δεν θα τη χαρακτήριζα πολιτική θέση. Από εκεί και πέρα πρέπει να ερωτηθούν κι εκείνοι που με επέλεξαν ως προς το κατά πόσο αυτή ήταν μια πολιτική απόφαση.
Διστάσατε να την αναλάβετε;
Ούτε στιγμή.
Τι θυμάστε από την πρώτη μέρα ανάληψης καθηκόντων σας;
Θυμάμαι τόσο έντονα τη στιγμή που χτύπησε το τηλέφωνο και μου ανακοίνωναν την είδηση καθώς περπατούσα στην οδό Ακαδημίας – κοντά στην παλιά αφετηρία των λεωφορείων. Και το σημειώνω γιατί ήταν η αφετηρία απ’ όπου έπαιρνα το λεωφορείο για να πάω στο Πανεπιστήμιο. Γεωγραφικά και συμβολικά βρισκόμουν, τελικά, σε μιαν άλλη, καινούργια αφετηρία. Βάδιζα λίγο πιο πάνω από τη Λυρική – έναν άλλο πολύ βασικό σταθμό στην πορεία μου – και θυμάμαι μέχρι και τι καιρό είχε, θυμάμαι το φως εκείνης της μέρας. Και είναι τόσο έντονες οι αναμνήσεις μου, όχι μόνο επειδή θα αναλάμβανα μια θέση σ’ έναν οργανισμό τον οποίο πίστευα, αλλά επειδή αυτή η επαγγελματική εξέλιξη σηματοδότησε την παραμονή μου στην Ελλάδα. Είχα πάρει την απόφαση μου να πάω κάπου αλλού, κάνοντας μια πρώτη στάση στο Λονδίνο, αν και το Λονδίνο θα σήμαινε για εμένα επιστροφή και όχι νέο προορισμό, αφού αρκετά χρόνια της ζωής μου εργάστηκα εκεί. Ήταν λοιπόν η μέρα που συνειδητοποίησα ότι θα εργαστώ χωρίς να αποχαιρετήσω τη, μέχρι τότε, ζωή μου, χωρίς να αποχαιρετήσω τους φίλους μου· ήταν η μέρα που συνειδητοποίησα ότι αναλάμβανα ένα καινούργιο στοίχημα.
Υποθέτω πως δεν μετανιώσατε για την παραμονή σας στην Ελλάδα.
Αστειεύεστε; Χαίρομαι τόσο πολύ που υπήρξε ένας συνδυασμός ικανοποίησης, τύχης και σκληρής δουλειάς. Χάρηκα που πήρα μια τέτοια θέση στην Ελλάδα – γιατί η Ελλάδα μπορεί να με πληγώνει συχνά ως πολίτη αλλά αναφορικά με την επαγγελματική μου σταδιοδρομία δεν με έχει πληγώσει, ούτε μ’ έχει δυσκολέψει.
Είναι πολύ σοβαρή υπόθεση το ν’ αντιμετωπίζεις – αυτή την εποχή ειδικά- τον καλλιτέχνη και το δημιουργό ως πραγματικό επαγγελματία
Καταρχάς, δεν υπάρχει η «στιγμή μου» – κι αυτό είναι ένα από τα χαρακτηριστικά της Στέγης. Οι στιγμές για να είναι μεγάλες πρέπει να τις έχεις μοιραστεί. Μια στιγμή που θα κρατήσω λοιπόν δεν είναι πάνω στη σκηνή της Στέγης. Είναι η “εκδρομή” που κάναμε σ’ ένα από τα τάνκερ του Ιδρύματος Ωνάση· όταν η ομάδα που εργάζεται για τα προγράμματα της κοινωφέλειας και συνεργάτες από τη Στέγη συναντηθήκαμε με τους ναυτικούς μας. Τότε ένιωσα ότι έπρεπε να ενώσουμε όλα τα κομμάτια που αποτελούν το Ίδρυμα Ωνάση. Θυμάμαι ζητήσαμε από τους ναυτικούς να περάσουν από τη διώρυγα του Παναμά με το banner της Στέγης και να μας στείλουν μια φωτογραφία. Έβλεπα τον όρο της διαθήκης του Ωνάση – που επιβάλλει το 40% από τα κέρδη της επιχειρηματικής δραστηριότητας του Ιδρύματος να επανεπενδύεται στην κοινωφέλεια – να γίνεται πραγματικότητα. Έβλεπα πώς προκύπτουν αυτά τα χρήματα που διατίθενται στον πολιτισμό, την υγεία και την παιδεία χάρη στην εργασία ανθρώπων που λείπουν για μήνες από το σπίτι και την οικογένεια τους.
Να το θέσω διαφορετικά λοιπόν: Τι έχετε πετύχει επτά χρόνια μετά;
Αυτό που θέλουμε να καταφέρνουμε κάθε μέρα στη Στέγη είναι να μιλάμε για έναν πολιτιστικό και πνευματικό οργανισμό και να μην εννοούμε μόνο την καλλιτεχνική διάσταση των παραγωγών. Σε έρευνες που διενεργούμε κάθε χρόνο, λαμβάνουμε απαντήσεις που αναφέρουν πως «η Στέγη είναι opinion leader». Και δεν εννοούν ότι η Στέγη χαράσσει μια αισθητική στη σύγχρονη Τέχνη – όχι μόνον αυτό. Αλλά ότι εκπέμπεται ένας παλμός που αφορά στη σχέση της τέχνης με την υπόλοιπη ζωή, την πολιτιστική έκφραση ως προσωπική έκφραση και τη συμμετοχή σ’ ένα περιβάλλον το οποίο συνδέεται άμεσα με την καθημερινότητα και τις επιθυμίες μας. Θεωρώ πως κάναμε σωστή δουλειά με τους ανθρώπους που εργάζονται στο χώρο του πολιτισμού. Είναι πολύ σοβαρή υπόθεση το ν’ αντιμετωπίζεις – αυτή την εποχή ειδικά- τον καλλιτέχνη και το δημιουργό ως πραγματικό επαγγελματία.
Δίνετε θετικές ή αρνητικές αποχρώσεις στο σχόλιο περί opinion leadership; Σας βαραίνει μ’ έναν τρόπο;
Καθόλου δεν μας βαραίνει. Γιατί η διαμόρφωση άποψης δεν είναι ο στόχος μας. Εκφράζουμε τη γνώμη μας για πολλά ζητήματα, εκφράζουμε τις αγωνίες των πολλών κι επιπλέον έχουμε την ελευθερία που, προφανώς προκύπτει και από το ότι δεν επιβαρύνεται ο Έλληνας φορολογούμενος από τις επιλογές μας. Όλη η ομάδα με επικεφαλής τον Χρήστο Καρρά, την Κάτια Αρφαρά κι εμένα, κάνουμε μια δουλειά που αγαπάμε με πολλή φόρα και νιώθουμε πως είμαστε στην αρχή.
Θα λέγατε πως η Στέγη είναι ισχυρός παίκτη στον ελληνικό πολιτισμό;
Ναι, είναι ισχυρός παίκτης. Και αναλαμβάνουμε την ευθύνη που μας αναλογεί.
Η θέση του ισχυρού σας έχει παρασύρει σε λάθη;
Σε λάθη μπορεί κανείς να υποπέσει για λόγους αδυναμίας, όχι για λόγους ισχύος. Δεν υπάρχει κανένα σύνδρομο μεγαλείου, κανένα σύνδρομο που να υπαγορεύει πως «επειδή είμαι ισχυρός θα κάνω λάθος και θα το απολαύσω». Η Στέγη είναι επτά ετών αλλά το Ίδρυμα Ωνάση δραστηριοποιείται στην Ελλάδα 42 χρόνια. Δεν νομίζω να είδατε ποτέ κάποιο μέλος του να εκφράζεται σαν εκπρόσωπος μιας δύναμης που στηρίζεται στον πλούτο. Το Ίδρυμα εξάλλου, είναι ο διαχειριστής μιας περιουσίας που έχει υπερπολλαπλασιάσει την κληρονομιά του Ωνάση. Οι χαμηλοί τόνοι είναι η βάση στην κουλτούρα του Ιδρύματος και δεν θα επιτρεπόταν ποτέ στη Στέγη να μπει στη λογική του αλαζόνα που θεωρεί ότι όλα πωλούνται και όλα αγοράζονται. Εξάλλου, δεν υπάρχει καμιά αναμέτρηση με κανέναν. Επιδιώκουμε κάθε πολιτιστικός οργανισμός να έχει μια καλή πορεία. Γι’ αυτό και το Ίδρυμα Ωνάση χορηγεί το Εθνικό, το Θέατρο Τέχνης, το Θέατρο της Οδού Κυκλάδων, το Μουσείο Μπενάκη κ.ο.κ. Το ζητούμενο είναι να υπάρχει ισχυρή πολιτιστική παραγωγή συνολικά, η οποία θα χαρακτηρίζει και θα προσδίδει στη χώρα μια ενδιαφέρουσα ταυτότητα σε διεθνές επίπεδο.
Δεν υπάρχει κανένα σύνδρομο μεγαλείου, κανένα σύνδρομο που να υπαγορεύει πως «επειδή είμαι ισχυρός θα κάνω λάθος και θα το απολαύσω»
Αν κρίνω από αυτό που βλέπω όλοι οι ελληνικοί οργανισμοί βρίσκονται σε εγρήγορση. Κανείς δεν εφησυχάζει κι όλοι μοιραζόμαστε μια δημιουργική αγωνία – ο καθένας διαχειρίζεται με τον δικό του τρόπο το ευαίσθητο προϊόν που λέγεται πολιτισμός. Θεωρώ πως η Στέγη λειτούργησε και συνεχίζει να λειτουργεί καταλυτικά σε σχέση με τον ελληνικό πολιτισμό και εργαζόμαστε σκληρά για να ανεβάζουμε διαρκώς τον πήχη. Όπως και όταν άνοιξε το Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο ανέβασε τον πήχη στον τομέα της ιατρικής περίθαλψης. Αντιστοίχως, αν ανεβάζει τον πήχη το Εθνικό είναι καλό για εμάς, αν ανεβάζει τον πήχη η Λυρική και το ΚΠΙΣΝ είναι καλό για εμάς και για όλους. Μην ξεχνάτε άλλωστε τον καταλυτικό ρόλο του Ελληνικού Φεστιβάλ επί Γιώργου Λούκου. Επιτρέψτε μου να σας πω ότι ο καταλύτης αυξάνοντας την ταχύτητα της χημικής αντίδρασης συμβάλλει στην επιτάχυνση μια διαδικασίας. Θέλω να πιστεύω ότι η Αθήνα, έστω πριν τη Στέγη και μετά τη Στέγη, δεν είναι ίδια. Και θέλω να πιστεύω ότι είναι καλύτερη.
H Στέγη έχει κερδίσει τη θέση που επιδιώκατε στην πολιτιστική ζωή της πόλης;
Επιμένω να λέω πως όλα αυτά τα χρόνια η Στέγη είναι στην αρχή ενός νέου ξεκινήματος. Αν και σ’ αυτή τη χρονική στιγμή νιώθω πως πατάμε το κουμπί για να περάσουμε στην επόμενη φάση. Μου μοιάζει πως η Στέγη ετοιμάζεται ν’ αλλάξει πίστα.
Για να περάσει πού; Ποιο είναι το επόμενο βήμα;
Σχετίζεται με τη σύνδεση των υπόλοιπων δραστηριοτήτων του Ιδρύματος Ωνάση. Για παράδειγμα, η σύνδεσή μας με την Αμερική και το πολιτιστικό μας κέντρο εκεί είναι ήδη πιο ισχυρή ενώ η διεθνής αναγνώριση της Στέγης αποτελεί σαφώς ένα μεγάλο στοίχημα. Όσο πιο ισχυροί είναι οι ελληνικοί πολιτιστικοί οργανισμοί εντός και εκτός συνόρων τόσο πιο ισχυροί είναι οι Ελληνες δημιουργοί, τόσο θετικότερη είναι η εθνική μας παρουσία.
Τα εγκαίνια του Κέντρου Πολιτισμού του Ιδρύματος Νιάρχος έχουν φέρει έναν ανταγωνιστή στα μέτρα σας;
Όχι. Όλο αυτό μου θυμίζει τις ιστορίες που, πριν από δεκαετίες, κυκλοφορούσαν για τον ίδιο τον Ωνάση και τον Νιάρχο. Αντίθετα, σκέφτομαι ότι είναι πολύ θετικό να υπάρχουν ιδρύματα και ιδιώτες που στηρίζουν ηθικά και οικονομικά την κοινωνία σε δύσκολους καιρούς. Μακάρι να υπήρχαν κι άλλοι για να κάνουν το ίδιο.
Η εντονότερη δραστηριοποίηση του Ιδρύματος Ωνάση στο χορηγικό κομμάτι δεν σχετίζεται με την εμφάνιση του ΚΠΙΣΝ;
Το Ίδρυμα Ωνάση υποστηρίζει αδιάλειπτα τους τομείς της παιδείας, του πολιτισμού και της υγείας τα τελευταία 42 χρόνια. Επιτρέψτε μου να αναφερθώ στις περισσότερες από 6.000 χορηγίες, 7.000 υποτροφίες, την υποστήριξη 1.200 δημόσιων σχολείων, το Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο, περισσότερα από 400 πανεπιστήμια ανά τον κόσμο για την εξάπλωση και την εδραίωση των ελληνικών σπουδών.
Αν ανεβάζει τον πήχη η Λυρική και το ΚΠΙΣΝ είναι καλό για εμάς και για όλους
Νομίζω ότι πρέπει να ρωτήσετε κάποιον που να το πιστεύει. Η χειραγώγηση δεν είναι προνόμιο και δικαίωμα κανενός. Σε ό,τι αφορά εμάς, όταν εμπιστευόμαστε ένα δημιουργό και του παρέχουμε τα μέσα που χρειάζεται για να πραγματοποιήσει αυτό που έχει στο μυαλό του δεν παρεμβαίνουμε ποτέ στο καλλιτεχνικό έργο. Δουλειά του χορηγού, όπως την ερμηνεύουμε, δεν είναι να παρεμβαίνει στο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα αλλά να αναλαμβάνει την ευθύνη του προσώπου που επιλέγει να υποστηρίξει οικονομικά. Ο δημιουργός φυσικά μπορεί να κάνει λάθη ωστόσο αυτό δεν έγκειται στην ευθύνη του χορηγού – αν και δουλειά του χορηγού είναι να υποστηρίζει και το λάθος.
Εσωτερική κριτική ασκείτε; Τι γίνεται δηλαδή όταν διαπιστώνετε ότι μια παράσταση που φιλοξενεί η Στέγη δεν είναι καλή;
Στη Στέγη γίνονται 300 παραστάσεις τον χρόνο. Άρα είναι απαραίτητο να μην προκύπτουν κάποιες έτσι όπως θα θέλαμε, γιατί αυτό θα σήμαινε ότι δεν παίρνουμε κανένα ρίσκο. Παίρνουμε ρίσκα και κάποιες παραγωγές δεν βγαίνουν όπως θα επιθυμούσε κανείς. Το επίπεδο μιας ομάδας, όμως, προσδιορίζεται από το επίπεδο του χειρότερου παίκτη, όχι του καλύτερου. Και στην περίπτωση της Στέγης θεωρώ ότι ακόμα και οι παραγωγές που δεν είναι όπως θα θέλαμε, είναι σίγουρα από ένα επίπεδο και πάνω. Είμαστε υπερήφανοι γι’ αυτό το ποσοστό που δεν βγαίνει, γιατί απλώς λειτουργεί ως απόδειξη ότι όταν παίρνεις ένα ρίσκο, η βεβαιότητα δεν είναι ποτέ μέρος αυτής της επιλογής.
Διαχρονικά η Στέγη δέχεται κριτικές και επιθέσεις από μερίδα του καλλιτεχνικού κόσμου και του κοινού. Πως αποκωδικοποιείτε αυτό το φαινόμενο;
Καταρχάς να σημειώσω ότι δεν είμαστε υπεράνω. Μην φανταστείτε πως δεν μας απασχολεί τι λέγεται έξω από τη Στέγη ενώ εμείς μέσα επιμένουμε να κάνουμε το δικό μας. Αναλύουμε την κριτική που μας ασκείται. Εννοείται βεβαίως πως το φίλτρο από το οποίο περνάει πλέον αυτή η κριτική είναι διαφορετικό από ότι ήταν πριν από πέντε χρόνια. Ομολογώ δε, πως έχουν υπάρξει και κριτικές με τις οποίες τελικά συμφώνησα. Έχουν υπάρξει στιγμές που πραγματικά απόλαυσα την κριτική γιατί η κριτική δεν προκύπτει μόνο από ανθρώπους τη γνώμη των οποίων εκτιμάς αλλά και από ανθρώπους που δεν θα ήθελες να μοιραστείς ούτε το ίδιο τραπέζι. Άρα καμιά φορά σε τιμά το να σε βρίζει κάποιος. Θα ήταν ύποπτο αν είχαμε μόνο φίλους. Εξάλλου, αν έχεις χαρακτήρα είναι μοιραίο να έχεις κι εχθρούς. Βλέπετε, υπάρχει το κόστος της ελευθερίας και το κόστος της ασφάλειας. Εμείς προτιμάμε το πρώτο που συνεπάγεται και την κριτική στη Στέγη.
Την ίδια ώρα σας καταλογίζουν πως η Στέγη βρίσκεται στο απυρόβλητο από τον Τύπο. Αισθάνεστε προστατευμένη;
Η αποδελτίωση των δημοσιευμάτων για τη Στέγη είναι στη διάθεση οποιουδήποτε θελήσει· η οποία αποδεικνύει πως δεν είμαστε καθόλου, μα καθόλου στο απυρόβλητο. Και – βασική λεπτομέρεια – δεν θέλουμε να είμαστε στο απυρόβλητο. Εδώ ανεβάσαμε «Όρνιθες» στην Επίδαυρο και έγινε της τρελής για το αν σεβαστήκαμε την κληρονομιά του Αριστοφάνη και του Καρόλου Κουν ή όχι.
Σας μετακινεί ο θόρυβος γύρω από τη Στέγη; Αφομοιώνετε όλες αυτές τις απόψεις;
Δεν μπορείς να κλείσεις τ’ αυτιά σου στο θόρυβο. Ούτε στον ψίθυρο. Βασική προϋπόθεση της δουλειάς μας είναι να έχουμε τις κεραίες και τ’ αυτιά μας ανοιχτά και ν’ αναρωτιόμαστε. Γιατί ως γνωστόν μόνο ο βλαξ είναι βέβαιος. Όσο κι αν πληγωνόμαστε από την κακή πρόθεση μιας κριτικής οφείλουμε να προβληματιστούμε για το τι τελικά ισχύει, για το ποιος είναι ο βαθμός ευθύνης που μας αντιστοιχεί. Όπως προσωπική είναι και η ευθύνη για το πόση ενέργεια θα καταναλώσουμε αναλύοντας μια, κακών προθέσεων, κριτική.
Καταρχάς να σημειώσω ότι δεν είμαστε υπεράνω. Μην φανταστείτε πως δεν μας απασχολεί τι λέγεται έξω από τη Στέγη ενώ εμείς μέσα επιμένουμε να κάνουμε το δικό μας
Σε ό,τι αφορά στην ιστορική πορεία της Ευρώπης, τα αγαθά της υγείας, της παιδείας και του πολιτισμού προέρχονται από την πολιτεία και παρέχονται από την πολιτεία· είναι συνταγματική υποχρέωση να παρέχονται αυτά τα αγαθά στον πολίτη. Κατά συνέπεια, υπάρχει ήδη το στοιχείο της δυσαρέσκειας όταν η πολιτεία δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Σε ότι αφορά στην καχυποψία, αν μιλάμε για την Ελλάδα συγκεκριμένα, είμαστε γενικά καχύποπτοι. Τώρα αν συζητάμε και για τη δύναμη του ιδιώτη, ουσιαστικά μιλάμε για τη δύναμη που μπορεί να έχει εκείνος που διαθέτει χρήματα και για την καχυποψία που ξυπνά με το σκεπτικό ότι δήθεν κάνει ό,τι θέλει και δεν ελέγχεται από κανέναν. Ο ιδιώτης δεν είναι μια ιδιότητα που αφορά αποκλειστικά την εικόνα της φορολογικής του δήλωσης. Ο πολίτης-ιδιώτης είναι εκείνος που επιλέγει να επιστρέψει στην κοινωνία κάτι που απέκτησε χάρη στην κοινωνία. Εμείς υποστηρίζουμε την καλλιέργεια της ιδέας της υποχρέωσης του εύπορου ιδιώτη, την ιδέα της πολιτικής ευθύνης του εύπορου ιδιώτη. Κατά συνέπεια, ας αφήσουμε την καχυποψία στην άκρη και ας ξοδέψουμε την ίδια ενέργεια για να καλλιεργήσουμε μέσω της παιδείας την έννοια του υπεύθυνου και ενεργού πολίτη.
Πώς στέκεστε απέναντι στη λειτουργία των δημοσίων φορέων γενικότερα;
Δεν έχω αγιοποιήσει το ιδιωτικό ούτε έχω δαιμονοποιήσει το δημόσιο – ούτε το αντίστροφο. Δεν είμαι της γνώμης ότι πρέπει να παρεμβαίνει ο ιδιωτικός φορέας για να εξυγιάνει το καθετί. Πολλές φορές η σύμπραξη του ιδιωτικού και του δημόσιου φορέα είναι το ιδανικό σενάριο.
Αν σας προτεινόταν να αναλάβετε μια αντίστοιχη θέση σε κρατικό φορέα τι θα απαντούσατε;
Δεν θα έφευγα από τη Στέγη – διότι πλέον είναι το σπίτι μου – αλλά δεν ανήκω σ’ εκείνους που θεωρούν ότι οι κρατικοί φορείς δεν λειτουργούν. Αν έχεις τα σωστά πρόσωπα στις σωστές θέσεις, ο κρατικός οργανισμός λειτουργεί. Στον κρατικό φορέα της Λυρικής Σκηνής εξάλλου, γνώρισα τον καλύτερο δάσκαλο που θα μπορούσα να έχω ποτέ, το Στέφανο Λαζαρίδη – μια φυσιογνωμία που λείπει πολύ από τον ελληνικό πολιτισμό. Έχω, άλλωστε, δει πολλούς ιδιωτικούς οργανισμούς να μην λειτουργούν σωστά.
Και ο χαμηλός προϋπολογισμός στους δημόσιους πολιτιστικούς φορείς δεν θα σας έκοβε τη φόρα;
Έχω δουλέψει με μεγαλύτερα budget σε κρατικό φορέα. Και μπορώ να σας πω ότι το αποτέλεσμα εδώ, στη Στέγη, είναι μεγαλύτερο με τον ίδιο ή με χαμηλότερο προϋπολογισμό. Με ανύπαρκτο προϋπολογισμό δεν γίνεται τίποτα, με χαμηλό προϋπολογισμό γίνεται κάτι, με μεγαλύτερο προϋπολογισμό γίνονται πολλά. Αλλά αν η σωστή διαχείριση είναι απούσα, αν η γνώση για το αντικείμενο δεν είναι παρούσα, τότε δεν παράγεται τίποτα.
Λέτε δηλαδή πως η επιδραστικότητα της Στέγης δεν είναι ζήτημα budget;
Η επιδραστικότητα της Στέγης δεν είναι ζήτημα budget, είναι και ζήτημα budget. Αλλά όπως έχω ξαναπεί, αν η επιδραστικότητα ή η δυναμική παρουσία στο θέμα του πολιτισμού ήταν θέμα προϋπολογισμού, τότε τα Αραβικά Εμιράτα αυτή τη στιγμή θα βρίσκονταν στην κορυφή της πολιτιστικής παραγωγής παγκοσμίως.
Η επιδραστικότητα της Στέγης δεν είναι ζήτημα budget, είναι και ζήτημα budget
Δεν υπάρχει γενική απάντηση. Κάποιες φορές διαπιστώνω πολύ σωστές κινήσεις κι άλλοτε μεγάλες αστοχίες. Το κρίμα έγκειται σε μεγάλο βαθμό στην ασυνέχεια και στην ανάλωση πολύτιμου χρόνου για την εξυπηρέτηση πολιτικών ισορροπιών. Η αλλαγή ενός υπουργού Πολιτισμού συνεπάγεται σταθερά αλλαγή πλεύσης. Αλλά αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό που ακουμπά σε πολλά επίπεδα άσκησης της πολιτικής στην Ελλάδα.
Θεωρείτε ότι ο τρόπος προβολής του ελληνικού πολιτισμού από την πλευρά της πολιτείας είναι ανεπαρκής;
Για τη Στέγη η εξωστρέφεια αποτελεί έναν τόσο σημαντικό πυλώνα ώστε πραγματικά συνιστά μέρος της αποστολής μας. Κι έτσι συνειδητοποιώ πόσο κρίμα είναι που δεν έχει υπάρξει μια συνεπής πολιτική εκ μέρους της Πολιτείας προς όφελος της σύγχρονης δημιουργίας ενώ έχουν καταβληθεί μεγάλες προσπάθειες, έχουν κατατεθεί τόσα πονήματα που τελικά παραγκωνίστηκαν. Κατά τη γνώμη μου, η πολιτιστική διαχείριση είναι μια δουλειά. Κι έτσι όταν τοποθετείς ανθρώπους με αξιοκρατικές διαδικασίες σε θέσεις-κλειδιά δεν τους μετακινείς από εκεί παρά μόνο αν δεν αποδίδουν. Αυτά τα πρόσωπα πρέπει να λειτουργούν σε απόσταση αναπνοής από το πολιτικό κέντρο ώστε η δουλειά τους να συνεχίζεται ακόμα κι όταν ο πολιτικός προϊστάμενος αλλάξει. Μπορούμε λοιπόν να σταματήσουμε τις μεγαλοστομίες περί βαριάς βιομηχανίας του πολιτισμού και απλώς να κάνουμε τη δουλειά; Να ένας ακόμα τομέας όπου η σύμπραξη δημοσίου και ιδιωτικού τομέα θα μπορούσε να αποδώσει. Το θέμα είναι να είμαστε πολιτισμένοι πολίτες μιας δημοκρατικής κοινωνίας στο κέντρο της οποίας θα βρίσκονται ο ανθρωπισμός και η παιδεία.
Θέλουμε να διατυπώνουμε την άποψη μας και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε. Είναι ύποπτοι οι καιροί και δεν μιλώ μόνο για την Ελλάδα
Επειδή είναι ανεξάρτητος φορέας, η Στέγη μπορεί και παίρνει ανοιχτά θέση για πολιτικά ζητήματα. Η πολιτική θέση, άλλωστε, εκφράζεται και μέσα από τις καλλιτεχνικές επιλογές μας, σπανίως είναι «ουδέτερες» οι παραγωγές μας. Η πολιτική των ίσων αποστάσεων δεν μας αφορά. Είναι αντιφατικό να παρουσιάζουμε αυτές τις παραγωγές και να τηρούμε σιγήν ισχύος όταν, για παράδειγμα, ψηφίζεται το σύμφωνο συμβίωσης. Αναφορικά τώρα, με το δημοψήφισμα η Στέγη είχε δηλώσει πως «σπίτι μας είναι η Ευρώπη», το αυτονόητο δηλαδή. Ήταν ένα μήνυμα που επικοινωνήσαμε κατόπιν συνεννόησης με τους εργαζόμενους, δεν ήταν η προσωπική μου θέση· αυτήν την εξέφρασα αλλιώς και αλλού. Μπορεί κάθε τέτοια χειρονομία να μην ανήκει στο στενό χώρο της Τέχνης, ανήκει όμως στο χώρο του πολιτισμού. Είναι πολιτική υποχρέωση να εκφράζεις αυτό που θεωρείς αναγκαίο και αυτονόητο. Και μπορεί να μην είναι τρομερά θαρραλέο αν η Στέγη εκφράζεται υπέρ του συμφώνου συμβίωσης για ομόφυλα ζευγάρια, αλλά όταν το δηλώνει η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση τα αυτιά που ακούν είναι σίγουρα περισσότερα. Θέλουμε να διατυπώνουμε την άποψη μας και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε. Είναι ύποπτοι οι καιροί και δεν μιλώ μόνο για την Ελλάδα. Η ουδετερότητα είναι επικίνδυνη.