Μια Βόλτα στη Γαλλία
Η ταινία που κέρδισε το πρώτο βραβείο στο 18ο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου είναι μια feelgood – αλλά και ρηχή – δραμεντί που ποντάρει στο εκτόπισμα του σταρ Ζεράρ Ντεπαρντιέ.
Ο Φαρούκ είναι ένας εικοσάχρονος ράπερ από τα προάστια του Παρισιού. Εξαιτίας μιας διαμάχης με έναν άλλο μουσικό, κινδυνεύει και πρέπει να φύγει μακριά από την πρωτεύουσα. Ο φίλος του Μπιλάλ του προτείνει να πάρει τη θέση του και να συνοδεύσει σε ένα ταξίδι στα λιμάνια της Γαλλίας τον πατέρα του Σερζ, ο οποίος ακολουθώντας τα βήματα του κλασικού ζωγράφου Ζοζέφ Βερνέ θέλει να ζωγραφίσει εκ νέου τα έργα του. Παρά το χάσμα γενεών και κουλτούρας, μια αναπάντεχη φιλία γεννιέται ανάμεσα σε αυτόν τον πολλά υποσχόμενο, αντικομφορμιστή νέο και στον παραδοσιακό, συντηρητικό Γάλλο από τον βορρά.
Road movie χωρίς πολλές εκπλήξεις και με την αίσθηση ενός ταξιδιού που έχουμε δει άπειρες φορές στο σινεμά. Το σεναριακό σχήμα των δύο αντίθετων τύπων που θα βρεθούν πολύ κοντά και στο τέλος θα γίνουν φίλοι, είναι ένα πιασάρικο μοτίβο που στα χέρια κάποιου σκηνοθέτη με ικανότητες μπορεί να μετατραπεί σε απολαυστικό φιλμ. Κάτι τέτοιο δυστυχώς δεν γίνεται εδώ. Η ταινία έχει μια προκάτ ευαισθησία που σχολιάζει επιδερμικά τα κοινωνικά ζητήματα που πραγματεύεται ενώ όλα τα κωμικοτραγικά που συναντούν στο διάβα τους οι δύο ήρωες (συλλήψεις από αστυνομικούς, παρτάκια με αγνώστους και χορευτικά φλερτ, άβολες καταστάσεις όταν μέλη αντίπαλων συμμοριών στη Μασσαλία εντοπίζουν τον Φαρούκ κ.α.) βρίσκουν πάντα την εύκολη και προβλέψιμη λύση. Ακόμη και η ερμηνεία του Ντεπαρντιέ που χαιρετίστηκε από μέρος της διεθνούς κριτικής ως «η μεγάλη επιστροφή» είναι μάλλον αστεία παρά πετυχημένη. Όσον αφορά το θέμα της διχασμένης γαλλικής κοινωνίας που βρίσκεται εδώ και δεκαετίες σε βαθιά κρίση και αποτελεί το βασικό στόχο του φιλμ, η απλοϊκότητα και αφέλεια με την οποία προσεγγίζεται από τον Ρασίντ Ντζαϊντανί, μας αφήνει παγερά αδιάφορους.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης