Χαρακτική στην Τράπεζα της Ελλάδος: Τέχνη στα χέρια όλων
Τέχνη άμεσα συνδεδεμένη με τη δυνατότητα πολλαπλής αναπαραγωγής του έργου της, η χαρακτική υπήρξε περισσότερο «λαϊκή» απ’ ό,τι η ζωγραφική, απευθυνόταν σε ένα μαζικότερο κοινό, ενώ τα έργα της γνώρισαν ευρύτερη εξωκαλλιτεχνική χρήση. Μια τέτοια χρήση ήταν η διακόσμηση των χαρτονομισμάτων, που εξέδιδε η Τράπεζα της Ελλάδος, το Κέντρο Πολιτισμού, Έρευνας και Τεκμηρίωσης της οποίας παρουσιάζει από σήμερα την έκθεση «Αλέξανδρος Κορογιαννάκης (1906-1966): Χαρακτική», τιμώντας έναν καλλιτέχνη που το έργο του έφτασε στα χέρια όλων, κατά την περίοδο της Κατοχής και της πρώτης μεταπολεμικής εποχής.
Ο Αλέξανδρος Κορογιαννάκης επί τω έργω
Όπως σημειώνει και ο διοικητής της Τράπεζας, Γιάννης Στουρνάρας, η έκθεση αποτελεί συνέχεια εκείνης «για τον Μιχαήλ Αξελό, τον πρώτο σχεδιαστή ελληνικών τραπεζογραμματίων και αξιών και επιχειρεί να φωτίσει πτυχές του έργου του διαδόχου του».
Σπάρτη, 1960, χαλκογραφία, 17 x 24,4 εκ.
Μέσα σε αυτό το θετικό κλίμα που αρχίζει να δημιουργείται, επηρεασμένο και από το έργο γερμανών εξπρεσιονιστών χαρακτών, ο Κορογιαννάκης δημιουργεί τα πρώτα του έργα σε ξύλο, που δημοσιεύτηκαν το 1930-1935. Είναι χαρακτηριστικά τα εξώφυλλα με εργατική θεματολογία που φιλοτεχνεί για τα αριστερά λογοτεχνικά περιοδικά Πρωτοπόροι και Νέοι Πρωτοπόροι, την ίδια περίοδο.
Το 1939 ξεκίνησε η συνεργασία του με την Τράπεζα, που τον στέλνει στη Βιέννη, προκειμένου να ειδικευθεί στη χαλκογραφία (θα επιστρέψει εσπευσμένα λόγω του πολέμου, για να ολοκληρώσει τη μαθητεία του εκεί μεταπολεμικά). Κατά τη διάρκεια της Κατοχής θα δημιουργήσει μερικά από τα τραπεζογραμμάτια της εποχής, με μια πρωτόγνωρη τότε θεματολογία, που θα ηρωοποιήσει τους ανθρώπους του μόχθου, της πόλης και της υπαίθρου. Στην Τράπεζα, ως μόνιμος συνεργάτης στο νεοσύστατο τότε Ίδρυμα Εκτυπώσεως Τραπεζογραμματίων και Αξιών, θα φιλοτεχνήσει συνολικά έντεκα τραπεζογραμμάτια, μεταξύ των ετών 1950-1956.
Οιδίπους και Αντιγόνη, 1956, ξυλογραφία, 39,8 x 30,8 εκ.
Στη χαρακτική του, εκτός από θέματα σχετικά με εργάτες και τεχνίτες, αποτυπώνει ακόμη τοπία της Ελλάδας, προσωπογραφίες, γυμνά (με μεγάλη ευαισθησία, όπως στην εικονογράφηση των Απαγορευμένων ποιημάτων (1946) του Μπωντλέρ, ενώ από το 1950 δημιουργεί συνθέσεις αντικειμένων και πειραματίζεται με στοιχεία της αφαίρεσης, τα οποία επιχειρεί να κατανοήσει και να εντάξει στο έργο του.
Την έκθεση συνοδεύει κατάλογος με κείμενα των Ειρήνης Οράτη, Ελένης Γκόνου-Στυλιανίδη και Δήμητρας Νικολού για το έργο του Κορογιαννάκη και τη σημασία του, ενώ στο χώρο της έκθεσης έχει αναπτυχθεί ψηφιακή εφαρμογή, ειδικά σχεδιασμένη για να εισάγει τον επισκέπτη στην τέχνη της χαρακτικής.
Θέρος, 1937, ξυλογραφία, 17,5 x 15 εκ.