Ένας δράκος έρχεται
Τα τελευταία χρόνια στο ιρανικό σινεμά ανακαλύπτουν τη κρυφή γοητεία των θρίλερ. Ο «Δράκος» έχει μεν ατμόσφαιρα αλλά το υπερβολικό στυλιζάρισμα του κάπου ξεφεύγει από τα όρια της αντοχής του θεατή…
Ένας ντετέκτιβ ανακρίνεται από την αστυνομία για μια υπόθεση που είχε αναλάβει 50 χρόνια πριν. Στις 23 Ιανουαρίου 1965, μία μέρα μετά τη δολοφονία του Ιρανού πρωθυπουργού, ένας πολιτικός κρατούμενος βρέθηκε κρεμασμένος μέσα σ’ ένα μισοχτισμένο πλοίο, δίπλα σ’ ένα νεκροταφείο στη μέση ενός έρημου νησιού. Ο θρύλος έλεγε πως κάθε φορά που θαβόταν κάποιος στο νεκροταφείο γινόταν σεισμός, κι έτσι ο ντετέκτιβ έπιασε δουλειά έχοντας στο πλευρό του έναν μηχανικό ήχου κι έναν γεωλόγο.
Το σινεμά του φανταστικού στην υπηρεσία της πολιτικής αλληγορίας. Μην μου πείτε ότι το δίπολο αυτό δεν φαντάζει τουλάχιστον ελκυστικό; Οι ιρανοί σκηνοθέτες με τα προβλήματα λογοκρισίας και το τέρας της θεοκρατικής γραφειοκρατίας να τους…καταδιώκει, σκαρφίζονται διάφορα κινηματογραφικά παράδοξα για να τα βγάλουν πέρα. Ένα τέτοιο είναι και ο «Δράκος» του Μάνι Χαγκίγκι ο οποίος αρχικά ήθελε να κάνει μια ταινία φόρο τιμής στον Μπρους Λι (ο Δράκος του τίτλου προκύπτει από το κλασικό «Enter the dragon» με τομ μάστερ του καράτε) αλλά τελικά του προέκυψε αυτό το θρίλερ μυστηρίου που πήγε και στο φεστιβάλ Βερολίνου αποσπώντας εγκωμιαστικά σχόλια. Όσον αφορά τη σκιαγράφηση του μυστηρίου και την κλιμάκωση της έντασης, το φιλμ φτάνει σε υψηλά επίπεδα. Όμως έχει ένα μεγάλο μειονέκτημα: το προσχηματικό σενάριο αφήνει αρκετά πράγματα μετέωρα, κάποιες επεξηγήσεις δεν είναι πάντα πειστικές και επιπλέον πολλές λύσεις αρκούνται σε σκηνοθετικές αυθαιρεσίες ή καλοφτιαγμένες σεκάνς (την ορμή μιας πορτοκαλί Σεβρολέ που διασχίζει την έρημο), που δεν έχουν όμως λογική. Το δε κομμάτι της έρευνας από ένα σημείο και μετά παύει να μας προκαλεί περιέργεια αφού το… πουλάκι (η αγωνία δηλαδή για να μάθουμε την αποκάλυψη του αινίγματος που συνδέεται κάπως άγαρμπα με την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας και τη σημασία της διατήρησης της συλλογικής μνήμης) έχει πετάξει για τα καλά.
Κωνσταντίνος Καϊμάκης