Θεατής: “Καθώς Ψυχορραγώ” στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων – Λευτέρης Βογιατζής
Έντυπώσεις από το έργο “Καθώς ψυχορραγώ” του Ουίλιαμ Φώκνερ, που παρουσιάζεται στο θέατρο της οδού Κυκλάδων σε μετάφραση Μένη Κουμανταρέακαι σκηνοθεσία της Σοφίας Φιλιππίδου.
Το έργο
Το «Καθώς Ψυχορραγώ» αποτελεί κορυφαίο έργο του Αμερικανού συγγραφέα Φώκνερ και για τους ειδικούς της λογοτεχνίας ήταν εκείνο που του άνοιξε τον δρόμο για το Νόμπελ (1949). Ο Φώκνερ έγραψε το «Καθώς ψυχορραγώ» σε νεαρή ηλικία, το 1929, σε διάστημα έξι εβδομάδων, δουλεύοντας ως νυχτοφύλακας. Το έργο αποτελεί ορόσημο για την αμερικάνικη λογοτεχνία καθώς σκιαγραφεί γλαφυρά τον αμερικάνικο νότο του 20ου αιώνα, με την ιδιότυπη μέθοδο του εσωτερικού μονολόγου: μέσα σε 59 κεφάλαια 15 χαρακτήρες, 6 βασικοί που συνθέτουν την οικογένεια και οι υπόλοιποι συμπληρωματικοί που τους περιβάλλουν, εστιάζουν στις πλευρές και τα στιγμιότυπα μιας κοινής ιστορίας, καταγράφουν όμως το ποιόν και τη σύσταση μιας ολόκληρης κοινωνίας.
Πυρήνας της ιστορίας είναι η οικογένεια Μπάντρεν. Ο πρωτότοκος γιος κατασκευάζει το φέρετρο της ετοιμοθάνατης μητέρας του και τα υπόλοιπα μέλη, ο πατέρας, τα τέσσερα αγόρια και η μια κόρη ετοιμάζονται να το μεταφέρουν με τα ζώα τους από το αγροτόσπιτο στην άλλη άκρη του αμερικάνικου νότου, τη φανταστική επαρχία Γιοκναπατάουφα. Η ξαφνική καταιγίδα θα ανατρέψει προς στιγμήν τα σχέδιά τους αφού το ποτάμι πλημμυρίζει, η γέφυρα γκρεμίζεται και τα κοράκια -ως επιστέγασμα του θανάτου, ίσως και ως προπομπός επερχόμενων- γυροφέρνουν πάνω από τα κεφάλια τους. Μετά από κωμικοτραγικές περιπέτειες και κινδύνους, εντάσεις που φτάνουν στις συγκρούσεις, η οικογένεια καταφέρνει να φθάσει καταβεβλημένη και με απώλειες στον προορισμό της, εκπληρώνοντας την ύστατη υπόσχεση στην εκλιπούσα μάνα, να θαφτεί στη γενέτειρά της δηλαδή.
Η πορεία για την εκπλήρωση της τελευταίας αυτής επιθυμίας θυμίζει εκείνην του Οδυσσέα προς την Ιθάκη: είναι γεμάτη εμπόδια, αποξένωση, συναισθηματική και υλική στέρηση, αγώνα για επιβίωση, -ταξικές πρωτίστως- διακρίσεις, φαινόμενα που χαρακτήριζαν εκείνην την εποχή την αμερικάνικη γη. Η όποια προσπάθεια επίλυσής τους οδηγεί στην αυτογνωσία, σε μια καινούργια αφετηρία ζωής. Η ίδια η μάνα, αγκιστρωμένη στη δική της προδιαγεγραμμένη μοίρα, καλεί τα παιδιά της να ζήσουν αληθινά, να σπάσουν τα δεσμά και να ανοίξουν τα φτερά τους.
Στο ταξίδι αυτό, όπου η πραγματικότητα συγχέεται ενίοτε με τον μύθο, το παρόν με το παρελθόν, δεν ακολουθείται το συνεχές, συναισθήματα ποικίλα και αντιφατικά έρχονται στην επιφάνεια, εστιάζοντας στους δεσμούς μιας οικογένειας που δοκιμάζεται, στην προέκταση όμως απεικονίζεται η αγροτική ζωή του αμερικάνικου νότου με τους χαρακτηριστικούς της τύπους.
Η παράσταση
Το πρώτο επίτευγμα αφορά στην επιτυχημένη διασκευή της. Η Χλόη Κολύρη κατάφερε να ανασυγκροτήσει -με τη βοήθεια της έξοχης μετάφρασης του Μένη Κουμανταρέα– τα κεφάλαια του βιβλίου και τους ήρωες που αναδύονται από αυτά με τέτοιο τρόπο ώστε να δημιουργήσει μια ιστορία πιστή στο πρωτότυπο κείμενο, χωρίς ελλείψεις ουσιαστικές, με συμπαγές νόημα που εξελίσσεται.
Η βάση της απόδοσης είναι τα παιδιά της εκλιπούσας μητέρας και ενίοτε η παρουσία της ίδιας. Σημαντική στον σκοπό αυτό υπήρξε και η αρωγή της σκηνοθέτιδας Σοφίας Φιλιππίδου, που αν και ερμήνευσε τον ρόλο της μητέρας, δεν δημιούργησε μια παράσταση εγωκεντρική, έχοντας ως κέντρο την ίδια. Κάθε άλλο μάλιστα καθώς έχουμε ένα παράδειγμα ισομερούς κατανομής ρόλων και κατ επέκταση ευθυνών. Αξιοποιώντας ιδέες που αρμόζουν σε ευρύ φάσμα θεατρικής ποικιλίας, από την εξιστόρηση ως το μοιρολόι, το κωμικό και το τραγικό, τη συγκίνηση και τη διακριτική ειρωνία έκτισε την τραγικότητα μιας οικογένειας με μια παράσταση συναισθηματική μεν, χωρίς ωστόσο να εξουθενώνει και να εγκλωβίζει συναισθηματικά. Εξυπηρετώντας τη σκηνική οικονομία -επιτυχημένη ως ιδέα- μεταμορφώνει τους ηθοποιούς, που κατά κύριο λόγο υποδύονται τα μέλη της οικογένειας Μπάντρεν, με μάσκες και περούκες, σε διάφορα πρόσωπα του κοινωνικού περίγυρου, όπως τη γειτόνισσα Κόρα, τον ιερέα, τον γιατρό. Προεκτείνοντας τον συλλογισμό η μεταμόρφωση αυτή εκτός από πρακτική αποκτά και συμβολική σημασία: πίσω από το προσωπείο κρύβεται η σαθρή κοινωνία, κυρίως η άρχουσα τάξη στην οποία βασιλεύει η υποκρισία.
Στο σύνολό τους καλοδουλεμένες. Αναφερόμενος αυθορμήτως στη Σοφία Φιλιππίδου (μάνα) διακρίνει κανείς μια ερμηνεία που εκπέμπει καλοσύνη, λόγω ρόλου ή χαρακτήρα, για κάθε ένα από τα δύο, είτε ως συνδυαστικό αποτέλεσμα. Κινείται κατά κύριο λόγο στην τραγικότητα όχι όμως με την αυστηρή προσήλωση, αλλά με μια διάθεση πιο χαλαρή, αφήνοντας την κωμική διάσταση και την ειρωνία να διεισδύσουν, γεγονός που προϋποθέτει ταλέντο και θεατρική ευστροφία. Ο Μιχάλης Καλιότσος, ικανότατος ως σκληροπυρηνικός πατέρας, χτίζει έναν χαρακτήρα εγωκεντρικό και αντιπροσωπευτικό της κοινωνίας. Ο Κώστας Βασαρδάνης, ως γιος Νταρλ, πείθει με τις εξάρσεις του ως τρελός και επαναστάτης. Ακόμα και αν αυτές κάποιες φορές είναι παραπάνω έντονες και εξωστρεφείς, έχουμε έναν ηθοποιό με διάχυτη την εμπειρία, τη δουλειά και την αφοσίωση στον απαιτητικό ρόλο. Ο Μορφέας Παπουτσάκης, πρωτότοκος γιος Κας, υπηρετεί τον ρόλο του ερμηνεύοντας καλά, περισσότερο στατικά και στέρεα, χωρίς ιδιαίτερες διακυμάνσεις. Ο Κωνσταντίνος Γεωργόπουλος, ξεχωριστός, ατίθασος και ντελικάτος, μεγάλη αποκάλυψη ως γιος Τζιούελ, αποκρυσταλλώνει την αδυναμία προς την μητέρα, συγκρούεται με τα άλλα μέλη της οικογένειας, με αέρα, πυγμή και έλεγχο ταυτόχρονα. Ο Μιχάλης Ταμπακάκης, ο Βενιαμίν της οικογένειας, ενδεδειγμένος και αυτός ως ευαίσθητο και αθώο παιδί, ωστόσο δραματικά, λόγω ρόλου, δεν εκτίθεται ιδιαίτερα. Το ίδιο και η Έλενα Μεγγρέλη που συμπληρώνει ικανοποιητικά την ομάδα με την ερμηνεία της ως ντροπαλή και προσκολλημένη στη μητέρα κόρη.
Το σύνολο
Από τις δουλειές που αξίζει να δει κανείς για πολλούς λόγους: την ιστορία, την απόδοσή της, τη σκηνοθεσία, τις ερμηνείες, για το καθένα χωριστά και για όλα μαζί, έτσι όπως ωραία ταίριαξαν και επί σκηνής.