Συν & Πλην: Οπερέττα σε σκηνοθεσία Νίκου Καραθάνου στο Θέατρο Rex
Θετικές και αρνητικές σκέψεις για την παράσταση «Οπερέττα – Μια παράσταση με αφορμή την Οπερέττα του Βίτολντ Γκομπρόβιτς», σε σκηνοθεσία Νίκου Καραθάνου, στο REX, στη σκηνή «Μαρίκα Κοτοπούλη» του Εθνικού Θεάτρου.
Το έργο
Ο Νίκος Καραθάνος ακολούθησε την έμπνευση του Γκομπρόβιτς, συμβίβασε τα ασυμβίβαστα, υπηρέτησε τους ρυθμούς της οπερέτας, έχοντας στη διάθεσή του την εμπνευσμένη μουσική του Αγγελου Τριανταφύλλου, αλλά και μια ταλαντούχα ομάδα, σε κάθε πόστο και σε κάθε τομέα. Και μας χάρισε έναν κόσμο θεότρελο, αλλόκοτο, με ανθρώπους ανόητους που μιλάνε πολύ και επιδεικνύουν τα υφάσματα που φορούν και άλλους που δεν μιλάνε καθόλου αλλά νιώθουν και σκέφτονται. Σ’ ένα σκηνικό δυστοπικό (ένα γυμνό βουνό το οποίο έστησε η Ελλη Παπαγεωργακοπούλου) που διαρκώς γυρίζει, όπως ο κόσμος, εμφανίζονται και εξαφανίζονται, διαδοχικά και συνέχεια, όλα τα πρόσωπα αυτού του πριγκιπάτου.
Τσακώνονται, κάνουν δεξιώσεις, επαναλαμβάνουν πολλές φορές τις ίδιες φράσεις, γιατί δεν έχουν τι άλλο να πουν, σιγά σιγά δείχνουν τη γύμνια της ψυχής τους της οποία περιβάλλουν με ακριβά ρούχα και τρομάζουν όταν πρέπει αντιμετωπίσουν το γυμνό κορμί τους και να αγγίξουν ένα άλλο κορμί. Και ο χρόνος κυλάει, μένοντας συχνά ακίνητος. Και τίποτα δεν αλλάζει σ’ αυτό το πριγκιπάτο. Το λέει θαυμάσια κάποια στιγμή ο δάσκαλος: «Χρόνε του αύριο, σε πήρε ο ύπνος στην αγκαλιά του σήμερα;». Υπάρχουν κι άλλες, πολλές φράσεις στο έργο, που εκπλήσσουν με τη συμπυκνωμένη σοφία τους: «Βράζει/ ξεσπάει εντός μου το δράμα όλου του κόσμου». Και λίγο πιο μετά: «Ξέρετε πόσο καιρό έχουμε ν’ ακούσουμε μια ιδέα;». Η γοητευτική, ρυθμική και καλοκουρδισμένη παράσταση τελειώνει με μια επίσης αλλόκοτη κολεξιόν. Οπου τα μανεκέν είναι είτε η ιστορία, είτε ο πολιτισμός, είτε ο ξεφτιλισμός!
Τα Συν (+)
-
Η σκηνοθεσία: Ακολουθώντας το πολύχρωμο σύμπαν των καλοκαιρινών του «Ορνίθων», πατώντας, με άλλους τρόπους, σε μιάν άλλη ουτοπία, ο Νίκος Καραθάνος έστησε με υπέροχο τρόπο τις μετα-«Ορνιθές» του, υπηρετώντας απολύτως το σύμπαν του Γκομπρόβιτς. Αλλά και το δικό μας, το σημερινό. Αλλά και τις δικές του ευαισθησίες. Ο ίδιος παίζει τον ρόλο του καθηγητή, σε μορφή Αϊνστάιν, που όλο θέλει να κάνει εμετό γιατί μισεί τον εαυτό του τόσο πολύ, αλλά μισεί κι αυτό το μίσος του…
- Η μουσική και η κίνηση: Ισως να είναι η καλύτερη στιγμή του Αγγελου Τριανταφύλλου, αλλά με τη μουσική του υπογράμμισε τις πτυχές του έργου, τα όσα είχε στο μυαλό του ο Νίκος Καραθάνος, έμεινε σε όλη τη διάρκεια της παράστασης στη σκηνή, μαζί με την ορχήστρα και τους μουσικούς του, ανέβηκε και κατέβηκε το βουνό του σκηνικού, τραγούδησε, ντύθηκε γορίλας. Και πάνω σ’ αυτή τη μουσική έβαλε τους ηθοποιούς να κινηθούν η Αμαλία Μπένετ, χαρίζοντας κι αυτή το δικό της ουσιαστικό μερίδιο στο ρυθμό και στη γεύση αυτής της παράστασης.
- Οι ερμηνείες: Να σταθούμε στον Αρισταίο του Χάρη Φραγκούλη; Ή στον Φιρουλέ του Μιχάλη Σαράντη; Αρμονικό, συμπληρωματικοί ο ένας προς τον άλλον, έστησαν με χιούμορ, με άνεση και θεατρική γοητεία τα δύο κοκόρια που τσακώνονται, μέσα στην κενότητά τους, για το πόσες γυναίκες έχουν κατακτήσει ο καθένας; Ή μήπως να σταθούμε στην πριγκίπισσα της Λυδίας Φωτοπούλου; Ή στον πρίγκιπα του Κώστα Μπερικόπουλου; Μήπως στη Γαλήνη Χατζηπασχάλη που έπαιξε τον δάσκαλο με εκείνο το Π, και ταυτοχρόνως ανέβαινε στο βουνό με αυτό; Ή μήπως να σταθούμε στην καρτερικότητα του υπηρέτη Κώστα Κορωναίου; Στάθηκα σ’ αυτούς γιατί είχαν πιο διακριτούς ρόλους. Αλλά όλοι, μα όλοι, είχαν το δικό τους καθοριστικό μερίδιο στο τελικό αποτέλεσμα της παράστασης.
- Σκηνικά και κοστούμια: Διάβασε εύστοχα και η Ελλη Παπαγεωργακοπούλου και τον Γκομπρόβιτς και τον Νίκο Καραθάνο, με τον οποίο, άλλωστε, έχει συνεργαστεί πάρα πολλές φορές. Εστησε ένα βουνό, γυμνό, που ήταν όμως μια κοινωνία. Και ανέδειξε τους δύο κόσμους αυτής της Οπερέττας, την παρέα των αρχόντων και τους υπηρέτες. Με τη συμβολή του Χρόνη Τζήμου στις κομμώσεις.
- Οι φωτισμοί: Ο Νίκος Βλασόπουλος φώτισε την κενή μεγαλοπρέπεια του γυμνού βουνού αυτής της αλλόκοτης πολιτείας, και έστησε προς το τέλος ένα σκηνικό με την κορυφή αυτού του βουνού να κορυφώνεται στο μπλε φόντο, που θύμησε κάπως το λογότυπο της Paramount.
Τα Πλην (-)
- Οι επαναλήψεις φράσεων και σκηνών: Μερικές φορές, σε κάποια σημεία, έγιναν λίγο μονότονες, ακριβώς επειδή ξέραμε ήδη το ρόλο τους. Ισως θα μπορούσε να είναι λιγότερες.
- Οι μάσκες: Είχαν ασφαλώς τον ρόλο τους στην παράσταση, συμπλήρωναν το αλλόκοτο σύμπαν και υποογράμμιζαν τη διαφορά των δύο κόσμων, αλλά κάποιες φορές εμπόδιζαν, όπως συμβαίνει συχνά με τις μάσκες, το να ακουστούν κάποια λόγια. Παρά τις ψείρες.
Το άρθοισμα
-
Μια παράσταση που αφήνεσαι, χαίρεσαι την υψηλή εικαστική στη σκηνή, λικνίζεσαι στους ρυθμούς της μουσικής του Αγγελου Τριανταφύλλου, γελάς, συγκινείσαι, σκέφτεσαι και απολαμβάνεις θεατρική πράξη. Τι άλλο;