MENU
Κερδίστε Προσκλήσεις
ΔΕΥΤΕΡΑ
25
ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ
ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΙ

Depeche Mode: Πολλές φορές ίσως να υπάρχει και ανάγκη επανεκτίμησης

Αιρετικές σκέψεις με αφορμή την εμφάνιση τους στο Terravibe.

Φωτογραφίες: Χρήστος Σκυλλάκος
author-image Χρήστος Σκυλλάκος
Οι Depeche Mode είναι υπερπετυχημένο συγκρότημα. Από τις αρχές της δεκαετίας του 80’ και ως σήμερα, με ελάχιστες μικρές εξαιρέσεις και λόγω «απροσδόκητων» συγκυριών – συνέπεια κι αυτό της επιτυχίας τους – δεν υπήρξε στιγμή που να τέθηκαν εκτός τοπίου. Είτε στην δισκογραφία, είτε στις περιοδείες τους, αποτελούν ένα ιστορικό – χρονικά τουλάχιστον – συγκρότημα, μια μπάντα που μαζεύει ακόμη εν έτη 2017, ακόμα και με ακριβό εισιτήριο, 40 χιλιόμετρα από την Αθήνα και υπό σκληρή βροχή και ενώ έχουν εμφανιστεί ήδη (περίπου!) 5 φορές στην χώρα μας, σχεδόν 20.000 κόσμο!

Η επιτυχία όμως στην τέχνη, πόση σχέση μπορεί να έχει με τα νούμερα; Όπως και να έχει, οι Depeche Mode δεν βρέθηκαν ποτέ εκτός τοπίου, αλλά επίσης και ποτέ «εκτός πλαισίου».

depecheMode 3
Οι Depeche Mode δημιουργήθηκαν σε μια punk για την χώρα εποχή, σε μια θατσερική Αγγλία και σε μια ηλεκτρονική αναζήτηση και ανασυγκρότηση της μουσικής. Ένα μείγμα που θα μπορούσε να αποτελεί κοκτέιλ εκρηκτικό για τα underground δεδομένα και να δημιουργεί με την σειρά του αλυσιδωτές μουσικές επιδράσεις και αντιδράσεις, αλλά να που η ζωή (!) τα έφερε αλλιώς και αυτό το μείγμα, πούλησε από τον πρώτο του δίσκο 300.000 αντίτυπα, μετρώντας μονάχα τις ΗΠΑ. Μακράν λοιπόν, από το να θεωρηθεί underground, και καθώς η εμπορική επιτυχία από την πρώτη στιγμή ανεβάζει τον πήχη, προφανώς και κανείς δεν αφήνει κάτι τέτοιο, ανεκμετάλλευτο, ανεξέλεγκτο και ανεξάρτητο. Οι εταιρίες μυρίζουν τα δολάρια και ως εκ τούτου η πηγαία μουσική ανάγκη και έκφραση του καθενός παίρνει θέση για radio friendly νοοτροπίες, παίρνει θέση για μουσική «υπαλληλία».

Οι Depeche Mode σαφώς και γνωρίζουν σπουδαία την μουσική, αλλά σαφώς γνωρίζουν και ποια μουσική πουλάει. Σίγουρα όμως ποτέ τους δεν προσπάθησαν να ανατρέψουν τα όποια καθιερωμένα γούστα. Ήταν αυτοί που ήταν, την στιγμή που υπήρξε ανάγκη να είναι. Μια πρώτη παρένθεση. Υπάρχουν μπάντες που δίχως ευθύνη του ακροατή έχουν προσφέρει μέσα στην όλη τους πορεία μια «συλλογή» από singles και γνωστά «hit» τραγούδια. Και λέω δίχως ευθύνη του ακροατή, γιατί είναι απόφαση προφανώς της μπάντας – και εδώ μιλώ και για τους Depeche Mode και την εταιρία τους – να δημιουργεί αυτού του είδους το τραγούδι. Όχι ότι ως συνολική εργογραφία δεν έχουν τι να πουν, αλλά αυτό το σύνολο έχει χαθεί στην λήθη. Πως μπορεί λοιπόν, σε μια τέτοια συνθήκη, ο ακροατής να υπερβεί αυτή την στενότητα των ελάχιστων γνωστών τραγουδιών και να μπορέσει να προσεγγίσει και να αγαπήσει ένα συγκρότημα με 14 δίσκους στο ενεργητικό τους; Πως μπορεί δηλαδή να σε κερδίσει εξολοκλήρου μια μπάντα, ένας καλλιτέχνης, δισκογραφικά, μουσικά, στιχουργικά, εκφραστικά και από άποψη έκθεσης στο κοινό; Να γίνει πραγματική αναφορά;

depecheMode 2

Αν μη τι άλλο, οι Depeche Mode είναι από τα συγκροτήματα που μετά από κάθε δίσκο ξεκινούν μια παγκόσμια περιοδεία. Ως εκ τούτου, οι ζωντανές εμφανίσεις τους, ελεγχόμενες, σχεδιασμένες και προβαρισμένες θα έπρεπε να στηρίζουν την όλη τους ιστορική πορεία, την όλη τους δισκογραφική πρόθεση και να μπορούν να επανεφευρίσκουν την ουσία και τον λόγο ύπαρξης τους. Να μπορούν να μεταφέρουν τον ακροατή στα νερά τους. Να τον συνεπαίρνουν και να τον κάνουν εν δυνάμει αγοραστή τους, οπαδό τους, ακόμη και όταν δεν είναι. Αλλιώς προς τι το όνομα;

Το «οπαδιλίκι» έχει κάνει κακό σε πολλούς καλλιτέχνες, τους κάνει έρμαιο των πωλήσεων, τους εγκλωβίζει αισθητικά, τους καταλήγει σε στασιμότητα και παρακμή

Και εδώ έρχεται μια δεύτερη παρένθεση: Σχεδόν πάντοτε, όταν κάποιος είναι οπαδός μιας μπάντας, η κρίση του για αυτή θολώνει. Όπως ακριβώς και το να είναι οπαδός μιας ποδοσφαιρικής ομάδας. Όχι ότι στο ποδόσφαιρο δικαιολογείται η όποια τυφλή υπακοή αλλά στην μουσική, εκ των πραγμάτων, από την φύση και την λειτουργία της, τα κριτήρια, τα μέτρα και τα σταθμά είναι άλλα. Το «οπαδιλίκι» στην μουσική δεν προσφέρει τίποτε και ειδικά σε αυτόν που όντως την αγαπάει. Έχει κάνει κακό σε πολλές μουσικές σκηνές, σε πολλούς καλλιτέχνες, τους κάνει έρμαιο των πωλήσεων, τους εγκλωβίζει αισθητικά, τους καταλήγει σε στασιμότητα και παρακμή. Κάνει καλό μονάχα στα εταιρικά συμφέροντα και ίσως σε ένα κάποιο ναρκισσισμό, μια ματαιοδοξία του καλλιτέχνη, το να έχει, ίσως, ακόλουθους.

depecheMode 6
Στη μουσική το «οπαδιλίκι» μετατρέπει σε υποχρέωση την αρχική ομορφιά του να γουστάρεις την μουσική και καταλήγει σε ένα άκριτο χειροκρότημα βασισμένο σε περασμένα τρόπαια, που υποκρύπτουν τωρινές αδυναμίες. Γινόμενοι οπαδοί, κανείς άλλος δυστυχώς πέρα από τα αυτιά μας και εμάς τους ίδιους, τους ακροατές, δεν θα είναι ο χαμένος της υπόθεσης. Γιατί μπρος στο άκριτο και στην τυφλή αποδοχή, η μπάντα ικανοποιημένη, συνεχίζει να μην παίρνει υπόψη τίποτα και να μην δίνει αυτό που οφείλει. Τον πραγματικό της εαυτό, την τέχνη για την οποία εργάζεται, τις μελωδίες που διάλεξε ως επάγγελμα για να εκφραστεί.

Depeche Mode9

Τι έγινε λοιπόν στο «Terravibe» της Μαλακάσας με την βροχή που θύμιζε φθινοπωρινή Αγγλία, το κρύο να τρυπάει κόκκαλα ενώ είναι μέσα Μάη; Θα ήταν φυσικά αφελές να τα βάλουμε με τα σύννεφα και τον καιρό αλλά μπορούμε κάπως να τα βάλουμε με τις συνθήκες που αποκλείουν αυτό που θα έπρεπε να αποτελεί μια ηχητική εμπειρία. Όταν οι συνθήκες δεν το επιτρέπουν θα έπρεπε να το επιτρέπουν αυτοί που δικαιολογούν εισιτήρια για ένα 4ωρο στις λάσπες. Ίσως το ως τώρα κείμενο, να δίνει δια της πλαγίας, μια υποκειμενική απάντηση: Οι Depeche Mode δεν τα κατάφεραν.

Πόσοι από το κοινό, τραγούδησαν περισσότερα από τέσσερα ή πέντε τραγούδια των Depeche Mode;

Και ίσως οι φαν να φύγανε ικανοποιημένοι – όταν όχι κάποιοι λιγοστοί εκστασιασμένοι μα χιλιάδες (ένας στους τρεις περίπου!) καταγράφανε με το κινητό τους, τους προσωπικούς τους σωτήρες. Αυτό, τα share σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης δηλαδή, μπορεί να θεωρηθεί εξάλλου μια ένδειξη (μετά)μοντέρνας ικανοποίησης για τους φαν και επιτυχίας για την μπάντα. Αλλά οι πιο ψύχραιμοι ή οι πιο δεκτικοί στις νέες εμπειρίες – με τα κινητά στις τσέπες τους και τα αυτιά τους και τα μάτια τους κεραίες -, μείνανε να κοιτάζουνε μια εμφάνιση που τους κάνει να αναρωτιούνται. Γιατί; Αυτό το αιώνιο γιατί. Γιατί μια τέτοια επιτυχία, ένας τέτοιος ντόρος, μια τέτοια pop έξαψη; Πως δικαιολογείται, πως και που στηρίζεται;

depecheMode 7
Τριάντα πέντε χρόνια μετά, σαφώς και επιδρά η κούραση και στους πλέον επαγγελματίες καλλιτέχνες, επιδρά ο χρόνος και η ηλικία, επιδρά επίσης το overdose διασημότητας και εμπορικής λογικής, αλλά το κοινό, τι κοινό έχει με την μουσική βιομηχανία και εκστασιάζεται με την επιτυχία της, με αντάλλαγμα κάποια ψήγματα του παρελθόντος; Πόσοι από το κοινό, τραγούδησαν, όπως πολλά ρεπορτάζ σημειώνουν (και άθελα τους αποκαλύπτουν), περισσότερα από τέσσερα ή πέντε τραγούδια των Depeche Mode; Μήπως πολλές φορές πρέπει να επανεκτιμούμε αυτό που μας έρχεται ως αναφορά του παρελθόντος, ως ιστορική προσφορά, ως μια σταθερά ανέγγιχτη; Μήπως να κοιτάζουμε πιο ψύχραιμα το εκτόπισμα καθενός στο σήμερα και να μιλάμε με ειλικρίνεια, πιο ξεκάθαρα; Δεν είναι ζήτημα νοητικό ή στοχαστικό ή αισθητικής θεώρησης. Είναι αναμφίβολα αισθητικό, συναισθηματικό, βιωματικό. Αυτό που είναι κυρίως η μουσική.

Ε λοιπόν το απλό ερώτημα, παραμένει: Αγγίζει στο παρόν, με παλμούς τις αισθήσεις μας ή απλώς γινόμαστε μάρτυρες και νοσταλγοί ενός ακόμη προαναγγελθέντος τέλους ενός περασμένου μεγαλείου που όμως αρνούμαστε να το πιστέψουμε πως επήλθε;

depecheMode 8

Θέλετε από άποψη χαμηλής εκφραστικής δυναμικής του Dave Gahan και του Martin Gore (της ψυχής και του μυαλού αντίστοιχα της μπάντας), θέλετε από άποψης παραγωγής, τεχνικής αρτιότητας και δυναμικής, θέλετε από άποψη beat και βόμβων – ηλεκτρονική μουσική είναι άλλωστε –, θέλετε από άποψη των dark industrial στοιχείων που ακροβατούν σε κάτι μη ενιαίο και κούφιο, το όλο σκηνικό μοιάζει κουρασμένο, ως μια δουλειά που απλά πρέπει να βγει. Είναι φυσικά βάσιμο και δικαιολογημένο να πει κάποιος: «Τι ζητάς δηλαδή και μετά από τόσα χρόνια, να ασχοληθεί μια μπάντα με έναν άνθρωπο προσωπικά για να τους εκτιμήσει;» και θα απαντήσω θετικά. Αυτό πρέπει να ζητάμε από κάθε μουσικό. Να μας υποχρεώνει, όσο δηλώνει ενεργός, να τον εκτιμήσουμε για την μουσική του και προφανώς όχι για τα ευπώλητα στατιστικά του – των γεμάτων σκηνών, των πλατινένιων δίσκων και του τίτλου του ως «του πιο εμπορικού και πετυχημένου ηλεκτρονικού συγκροτήματος του πλανήτη» -.

depecheMode 4

Τριάντα πέντε χρόνια μετά, και ενώ η Θάτσερ έφυγε και ως φυσική παρουσία, οι Depeche Mode έρχονται με το τελευταίο τους single και αναρωτιούνται «Where’s the revolution?» Εφόσον δεν την βρήκαν οι ίδιοι ούτε στα 80s, μάλλον είναι ακόμη πιο δύσκολο να την βρούμε και εμείς οι θνητοί, που αδυνατούμε εξάλλου να εκφραστούμε με θεατρινίστικα και στυλιζαρισμένα – αλλά εμφανώς και προφανώς αδιάφορα και κουρασμένα – σκηνικά τερτίπια. Οι «κριτικές» μιλάνε για στίχους που αγγίζουν τους τσακισμένους από την φτώχεια λαούς, σαν τον δικό μας και σκέφτομαι που απευθύνονται αυτές οι θριαμβολογίες. Αδυνατώ να πιστέψω στο ελάχιστο σε μια τέτοια προσέγγιση, όταν βλέπω τον Dave Gahan να ανεβοκατεβαίνει σαν personal jesus τραγουδώντας το, ένα διάδρομο, εν είδει pop πασαρέλας. Κάτι πραγματικά δεν κολλάει.

depecheMode5
Σαφώς το να εκτιμάς ή μη μια μπάντα δεν είναι θέμα της μιας βραδιάς, που μπορεί άλλωστε να κριθεί αστοχία της στιγμής. Τέτοιες μπάντες εντούτοις, με τόσα συμβόλαια και εκατομμύρια να περιμένουν, και που ποτέ δεν είναι απροβάριστες, μα φουλαρισμένες για το peak των δυνατοτήτων τους, κάνουν ίσως την μια βραδιά να επιβεβαιώνει ένα συνολικότερο τους τζίφο. Τέτοιου επιπέδου καλλιτέχνες, οφείλουν να αρνούνται να είναι προβαρισμένες για ένα χλιαρά εκτελεσμένο θέαμα της μουσικής βιομηχανίας. Τα τυπικά «hello» και τα «goodbye», τα encore και το φευγιό.

Ας αναρωτηθεί ο καθένας που έφυγε από την Μαλακάσα. Αποτέλεσε η βραδιά, το όλο ηχητικό και μουσικό γεγονός, ένα βίωμα, μια μνήμη;

Ας αναρωτηθεί ο καθένας που έφυγε από την Μαλακάσα. Αποτέλεσε η βραδιά, το όλο ηχητικό και μουσικό γεγονός, ένα βίωμα, μια μνήμη; Ή ίσως – και αυτό κάπως δικαιολογείται – το θεώρησε ως άλλο ένα τικ στο «1001 πράγματα που πρέπει να κάνεις πριν πεθάνεις;» Τα πρόσωπα που έβλεπα μετά την συναυλία, μοιάζανε σιωπηρά, ανέγγιχτα, αδιάφορα. Επιβεβαίωναν μάλλον το δεύτερο. Παραφράζοντας ένα πασίγνωστο τραγούδι τους, οι Depeche Mode μοιάζουν να «περπατούν πλέον στα παπούτσια τους και να σκουντουφλάνε στα βήματα τους». Μήπως εν τέλει πρέπει να επανεκτιμούμε το οτιδήποτε καθιερωμένο; Πολλές φορές μπορεί και να μας κάνει καλό. Η μουσική, άλλωστε, χρειάζεται την ευθύτητα και την ειλικρίνεια, και από πλευράς κοινού, από τους οπαδούς, τους αγοραστές, για να μεγαλουργήσει, να επαναδομηθεί, να επανεφευρεθεί, να συνταράξει. Αυτός δηλαδή, που είναι ο στόχος και ο λόγος ύπαρξης της. Μπορεί να κάνω και λάθος. 20.000 κόσμος ήταν αυτός που μάλλον διαφωνεί. Όμως η μουσική, πραγματικά δεν έχει ανάγκη από στατιστικές αναφορές επιτυχίας και smartphone – που λάμπουν περισσότερο και από τα φώτα της σκηνής – νοοτροπίες.

Περισσότερα από Editors