Δραματική Ωδείου Αθηνών: Ένα σχολείο θεάτρου που δεν μοιάζει με τ’ άλλα
Ονειρα, φιλοδοξίες, πάθος, σκληρή δουλειά και ολοκληρωτική αφοσίωση. Λίγο πριν τη λήξη της χρονιάς, μπήκαμε στις τάξεις των πρωτοετών και δευτεροετών φοιτητών της δραματικής σχολής του Ωδείου Αθηνών, μιλήσαμε με μαθητές και καθηγητές ώστε να διαπιστώσουμε όλα όσα την κάνουν να διαφέρει από τις υπόλοιπες. Φωτογραφίες: Ελίνα Γιουνανλή
«Δεν βλέπω κάρβουνο στα μάτια! Πάμε να τ’ ανάψουμε όλα»! Είναι πολύ πρωί για τέτοιες δηλώσεις. Κι όμως ο Κώστας Φιλίππογλου τις εννοεί· και πολύ περισσότερο οι μαθητές του υπακούουν τυφλά: Απελευθερώνουν τα χέρια τους στον αέρα σαν φίδια, το σώμα τους ξεσπά σε απανωτά ρίγη, αφήνουν δυνατές κραυγές σαν να παίρνουν μέρος σε κάποια αρχέγονη τελετή και ψιθυρίζουν ταυτόγχρονα λόγια του Αίαντα και της Αντιγόνης· του Φιλοκτήτη και του Προμηθέα. Σε μια μικρή αίθουσα του Μεγάρου Μουσικής, που είναι ντυμένη με ξύλο απ’ άκρη σ’ άκρη, το μάθημα των φοιτητών του δεύτερου έτους στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών έχει αρχίσει για τα καλά.
Ο σκηνοθέτης Κώστας Φιλίππογλου στο μάθημα υποκριτικής.
Έχουν περάσει τρεις ημέρες από το ανέβασμα της «Ηλέκτρας» του Ευριπίδη με πρωταγωνιστές τους ίδιους και σκηνοθέτες τους σπουδαστές της διάσημης μοσχοβίτικης ακαδημίας θεάτρου Gitis και οι φοιτητές του Ωδείου είναι ακόμα υπό την επήρεια μιας δημιουργικής έξαψης. Η επίσκεψη του Gitis σε μια ελληνική δραματική σχολή βάζει αυτομάτως ένα θαυμαστικό στις εκπαιδευτικές δραστηριότητες του Ωδείου, τόσο που αναρωτιέται κανείς «μα γιατί;». Η’ «τι συμβαίνει εδώ»; «Γιατί καμιά δραματική σχολή δεν απολαμβάνει τις συνθήκες εκπαίδευσης του Ωδείου» απαντά με σιγουριά ο διευθυντής της Κωνσταντίνος Αρβανιτάκης καθώς συνοδεύει δύο Ρώσους φοιτητές στην αίθουσα διδασκαλίας των Ελλήνων. «Η ομαδικότητα είναι η φιλοσοφία μας. Εδώ πιστεύουμε πως στην Τέχνη έχει σημασία το δούναι και λαβείν και η χαρά που γεννιέται από την, εις βάθος, εντρύφηση. Μα και εντελώς λειτουργικά να το αντιμετωπίσει κανείς, η δραματική σχολή του Ωδείου δεν μοιάζει με τις άλλες: Οι μεν ιδιωτικές κινούνται με οικονομικό κριτήριο, οι δε κρατικές λόγω της αλλαγής των διευθυντών έχουν έλλειψη συνέχειας. Και στις δύο περιπτώσεις δεν μπορεί να χτιστεί κάτι» εξηγεί.
Αποψη της δραματικής σχολής.
H δραματική σχολή του Ωδείου είναι συνάμα η πρώτη της χώρας καθώς λειτουργεί αδιάλειπτα σχεδόν 150 χρόνια, για την ακρίβεια ιδρύθηκε το 1871 κι αυτό την καθιστά ιστορικότερη και από τις αντίστοιχες των κρατικών μας σκηνών. Κι όσο απόλυτη είναι τούτη η πληροφορία άλλο τόσο απόλυτος είναι ο τρόπος της φοίτησης εντός της. Ο κύκλος εκπαίδευσης δεσμεύει τους φοιτητές για 10 έως και 12 ώρες την ημέρα, κάθε μέρα, γεγονός που αυτομάτως μεταφράζεται στο ότι η δραματική του Ωδείου απαιτεί ολοκληρωτική αφοσίωση στην, μόλις αναβαθμισμένη σε τετραετή, φοίτηση. Και πως ακόμα και το δημοφιλές “σετάρισμα” «φοιτητής σχολής το πρωί και σερβιτόρος το βράδυ» στην περίπτωση του Ωδείου είναι σχεδόν αδύνατο να εφαρμοστεί.
Η Ιώ Βουλγαράκη με τους φοιτητές του πρώτου έτους του Ωδείου.
Ο ηθοποιός και καθηγητής υποκριτικής του Ωδείου, Αργύρης Ξάφης σχολιάζει τη μεγάλη αυτή πρόκληση για τους μαθητές: «Πρόκληση να βρουν και να ξεπεράσουν τα προσωπικά τους όρια ως ασκούμενοι μεν, καλλιτέχνες δε. Την ίδια ώρα όμως, το πρόγραμμα σπουδών είναι πολύ καλά οργανωμένο, ώστε να μην υπάρχουν δεσμεύσεις που να εμποδίζουν το προχώρημα ενός έτους, ακόμα και με την αποχώρηση κάποιου. Σε πολλές σχολές τα δίδακτρα κρατούν τους μαθητές στη σχολή ενώ εδώ έχει μεγαλύτερη σημασία η πρόοδος. Κι επίσης, μας απασχολεί η τέχνη του θεάτρου σαν απόλυτα συνεργατική τέχνη – έτσι η ομάδα και η δημιουργική συνύπαρξη είναι κεντρικό θέμα στις σπουδές τους».
Δευτεροετείς φοιτητές του Gitis και του Ωδείου ποζάρουν με τον Αργύρη Ξάφη.
Πίσω στις αίθουσες διδασκαλίας, στο μάθημα της σκηνοθέτη Ιώς Βουλγαράκη για τα “πρωτάκια” της σχολής ο μαθητικός ενθουσιασμός καλά κρατεί ή τουλάχιστον κρατάει ακόμα· αφού δεν είναι λίγοι εκείνοι που (κιόλας) διατυπώνουν την επιφύλαξη του «αν θα καταφέρουν ή αν θ’ αντέξουν να την τελειώσουν». «Δεν μου φαίνεται και πολύ έξυπνο να μπεις εδώ, να διαθέσεις τόσες ώρες από τη ζωή σου και τόσο κόπο για να τα παρατήσεις στη μέση ή λίγο πριν το τέλος. Ναι, πρέπει να είσαι πολύ σίγουρος μπαίνοντας στο Ωδείο, σίγουρος και χαρούμενος για την επιλογή σου» λέει αποφασιστικά η Ιωάννα που, όπως και πολλοί ακόμα συμφοιτητές της επέλεξαν το Ωδείο ως μια σχολή που δεν προσεγγίζει ένα συγκεκριμένο υποκριτικό μοντέλο. Όπως εξηγεί και ο Κώστας Φιλίππογλου, σκηνοθέτης και καθηγητής της στο δεύτερο έτος, «το Ωδείο είναι μια δραματική σχολή μη κερδοσκοπική. Δεν έχει κάποιον επιχειρηματία σαν ιδιοκτήτη ή διευθυντή, που αποσκοπεί στο να βγάλει χρήματα. Το προσωπικό πληρώνεται, αλλά το κέρδος δεν είναι αυτοσκοπός. Έτσι οι καθηγητές επιλέγονται με κριτήριο την παιδαγωγική μέθοδο που έχουν διδαχτεί και μπορούν να διδάξουν. Δεν έχει λόγο να προσλάβει καθηγητές – ηθοποιούς διάσημους, που διδάσκουν με βάση την εμπειρία τους και το καλό τους ένστικτο μόνο, για να προσελκύσει σπουδαστές. Μπορεί και προσφέρει πολλές διδακτικές ώρες ειδικών μαθημάτων από καλά εκπαιδευμένους καθηγητές».
Σωματικό θέατρο με επικεφαλής τον Κώστα Φιλίππογλου.
Ο Μανώλης, μαθητής του Κώστα Φιλίππογλου, ακούγεται εξίσου συνειδητοποιημένος απέναντι στο αυστηρό πλαίσιο πειθαρχίας του Ωδείου· «δεν έχουμε χρόνο να δουλέψουμε παράλληλα με τα μαθήματα, δεν έχουμε καν προσωπική ζωή έξω από το Ωδείο, μας συμβαίνει μια κάποια ιδρυματοποίηση – είναι η αλήθεια. Όμως, έχουμε ο ένας τον άλλο κι αυτό είναι πολύ σημαντικό» παραδέχεται.
Η ηλικιακή γκάμα των φοιτητών κυμαίνεται, κατά μέσο όρο, ανάμεσα στα 19 και 25 που σημαίνει πως κάποιοι φτάνουν στο κατώφλι του Ωδείου ως απόφοιτοι Λυκείου κι άλλοι ως απόφοιτοι πανεπιστημιακών σχολών προκειμένου να έχουν “κατοχυρώσει” μια, πιο “ασφαλή” προς την εργασία, σπουδή. Η καχυποψία για τον επαγγελματικό προσανατολισμό του ηθοποιού δεν έχει πάψει, ακόμα και σήμερα, αφού όπως ομολογεί ο Γιάννης (πρωτοετής κι αυτός) «στην ανακοίνωση ότι θα σπουδάσω υποκριτική πολλοί και δικοί μου άνθρωποι με κοίταξαν σαν να έρχομαι από άλλο πλανήτη». Πόσω μάλλον, όταν σ’ αυτήν προστίθενται πια τα εξωπραγματικά ποσοστά ανεργίας (95%) κι ένα εξαιρετικά επισφαλές μέλλον. «Από την στιγμή που επιλέγουμε το θέατρο για να ζήσουμε ή τουλάχιστον να εκπαιδευτούμε σ’ αυτό, σημαίνει ότι δεν μας αρέσει η ασφάλεια. Εγώ επιλέγω το φόβο, γουστάρω το φόβο τουλάχιστον αν είναι δημιουργικός όσο εδώ. Εξάλλου, αν κοιτάξεις έξω μπορείς να είσαι σίγουρος για κάτι; Όχι, βέβαια» αναρωτιέται ρητορικά η Χριστίνα σχολιάζοντας κι – όχι άδικα – το ζοφερό εργασιακό περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί και αναφέρεται σε ανθρώπους της ηλικίας της στην Ελλάδα.
Η απορρόφηση των νέων ηθοποιών από την ελληνική θεατρική αγορά είναι πάντως δεδομένα προβληματική αε τις νεανικές ομάδες να κατακλύζουν τα δώματα και τα υπόγεια της πόλης προκειμένου να βρουν διέξοδο έκφρασης και φυσικά ν’ αναζητήσουν το κοινό τους. «Είναι λάθος να παγιώνεται για εμάς μια τόσο στερεοτυπική εικόνα. Ο ηθοποιός είναι κομμάτι του παζλ που λέγεται θέατρο και οφείλει να δημιουργήσει για τον εαυτό του την επόμενη μέρα, μόνος του ή μαζί με άλλους. Ακόμα κι αν το κάνει για παραστάσεις στο θέατρο δρόμου» λένε πεισματικά η Μαρία και Δημήτρης.
Κι είναι συνήθως αυτό το πείσμα και το πάθος για να δημιουργήσουν που περιγράφει τους ανθρώπους του θεάτρου – ειδικά τους νέους – και που τους συντηρεί σταθερά στις επαγγελματικές κατηγορίες οι οποίες δεν σταματούν να είναι παραγωγικές, ακόμα και κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες. «Μην γίνετε πολύ ρεαλιστές» διακόπτει ο Κώστας Φιλίππογλου. «Πρέπει να λέτε τα όνειρα σας στον εαυτό σας, είναι σαν να τα καλείτε να έρθουν σε σας» τους λέει. Μια συμβουλή που, για τον Αργύρη Ξάφη πρέπει να συμβαδίζει με το ρόλο μιας δραματικής σχολής συνολικά. «Οι σχολές συνηθίζουν να κόβουν όποια δημιουργικότητα με την οποία μπαίνουν οι σπουδαστές. Είναι πολύ βασικό και απαραίτητο να κατανοήσουν την τέχνη της υποκριτικής μέσα από επιστημονικού, σχεδόν, επιπέδου σπουδές και ταυτόχρονα να μην χαθεί αυτή η ελευθερία στην έκφραση – που εξάλλου κάνει και μοναδικούς τους καλλιτέχνες».
Μέσα στην αίθουσα διδασκαλίας, η φωνή του Φιλίππογλου ακούγεται ακόμα να λέει στους ηθοποιούς του «καταλαβαίνετε τι φωτιά έχει πάρει το σώμα σας; Κρατείστε αυτή την ποιότητα». Και μάλλον, αυτή η φλόγα απαντάει επίσης στο αρχικό «γιατί;» η δραματική σχολή του Ωδείου Αθηνών, διαφέρει.